Με μαύρα πρωτοσέλιδα και κείμενα σβησμένα με μαύρες γραμμές κυκλοφόρησαν οι μεγαλύτερες εφημερίδες της Αυστραλίας, σε ένδειξη διαμαρτυρίας κατά της νομοθεσίας που περιορίζει την ελευθερία του Τύπου.
Στη διαμαρτυρία αυτή συμμετείχαν τόσο εφημερίδες εθνικής κυκλοφορίας, ανάμεσά τους η The Australian, η The Sydney Morning Herald και η Australian Financial Review, όσο όμως και περιφερειακές εφημερίδες της Αυστραλίας.
Το δικαίωμα της Αυστραλίας να γνωρίζει
Η εκστρατεία του συνασπισμού «Το Δικαίωμα της Αυστραλίας να Γνωρίζει» (Australia’s Right to Know) πραγματοποιείται μετά τις επιδρομές της αστυνομίας στα γραφεία του τηλεοπτικού δικτύου ABC στο Σίδνεϊ και στο σπίτι μίας δημοσιογράφου του ομίλου News Corp τον Ιούνιο, τη νομιμότητα της οποίας εξετάζει το ανώτερο δικαστήριο, μετά τη δημοσιοποίηση πληροφοριών που έφερναν σε δύσκολη θέση την κυβέρνηση.
Εξάλλου όλα τα τηλεοπτικά δίκτυα της Αυστραλίας μετέδωσαν διαφημίσεις καλώντας τους τηλεθεατές να σκεφτούν: «Όταν η κυβέρνηση σας κρύβει την αλήθεια, τι είναι αυτό που σας κρύβει;».
Η δημοσιογραφία θεμελιώδης λίθος της Αυστραλίας
«Η δημοσιογραφία είναι θεμελιώδης λίθος της δημοκρατίας μας», δήλωσε ο Πολ Μέρφι επικεφαλής του συνδικάτου Media Entertainment and Arts Alliance (MEAA) της Αυστραλίας. «Υπάρχει για να ελέγχει τους ισχυρούς, να ρίχνει φως στις παράνομες ενέργειες και να θέτει τις κυβερνήσεις προ των ευθυνών τους, όμως κρατούν το αυστραλιανό κοινό στο σκοτάδι», τόνισε σε ανακοίνωσή του.
Το κοινοβούλιο της Αυστραλίας υιοθετεί εδώ και καιρό νομοσχέδια για να προστατεύσει την εθνική ασφάλεια, όπως ισχυρίζεται, τα οποία όμως περιορίζουν το δικαίωμα των πολιτών να γνωρίζουν τι ακριβώς κάνει η κυβέρνηση εξ ονόματός τους, υπογραμμίζει η MEAA.
Πιέσεις στην κυβέρνηση της Αυστραλίας
Η σημερινή διαμαρτυρία έχει στόχο να ασκήσει πίεση στην κυβέρνηση της χώρας ώστε –μεταξύ άλλων-- να εξαιρέσει τους δημοσιογράφους από τη νομοθεσία που περιορίζει την πρόσβαση σε ευαίσθητες πληροφορίες, να προστατεύει περισσότερο τους μάρτυρες δημοσίου συμφέροντος και να προχωρήσει σε μεταρρυθμίσεις στη νομοθεσία περί δυσφήμησης, που είναι μεταξύ των πιο αυστηρών και περίπλοκων παγκοσμίως.
Αντίθετα με τις περισσότερες δημοκρατίες στον κόσμο η Αυστραλία δεν διαθέτει συγκεκριμένη διακήρυξη για τα δικαιώματα των δημοσιογράφων, αλλά ούτε προβλέπει την προστασία της ελευθερίας της έκφρασης στο Σύνταγμά της.
«Οι επιχειρήσεις της αστυνομίας στο σπίτι της δημοσιογράφου Ανίκα Σμέθχερστ της News Corp και στα γραφεία του ABC στο Σίδνεϊ αποτελούν επίθεση εναντίον της ελευθερίας του Τύπου στην Αυστραλία, αλλά δεν πρόκειται παρά για την κορυφή του παγόβουνου», τόνισε ο Μέρφι.
Η αστυνομία της Αυστραλίας έψαξε ακόμη και τα συρτάρια με τα εσώρουχα δημοσιογράφου
Οι επιχειρήσεις αυτές της αστυνομίας τον Μάιο, μετά την επανεκλογή της συντηρητικής φιλελεύθερης κυβέρνησης του Σκοτ Μόρισον, στη διάρκεια των οποίων η αστυνομία εξέτασε περίπου 9.000 αρχεία σε υπολογιστές δημοσιογράφων του ABC, ενώ έψαξε και μέσα στο συρτάρι των εσωρούχων της Σμέθχερστ, προκάλεσαν διεθνή κατακραυγή.
Τότε το ABC είχε επισημάνει ότι η έρευνα της αστυνομίας στην Αυστραλία συνδεόταν με άρθρα που δημοσίευσε το 2017 σχετικά με κατηγορίες για εγκλήματα πολέμου που φέρονται να διέπραξαν Αυστραλοί στρατιώτες στο Αφγανιστάν.
Στο επίκεντρο η λογοκρισία στην Αυστραλία και για υπόθεση του Βατικανού
Σύμφωνα με τη News Corp, η έρευνα εναντίον της Σμέθχερστ αφορούσε άρθρο της για τα σχέδια της αυστραλιανής κυβέρνησης να παρακολουθεί τα μέιλ, τα μηνύματα στο κινητό και τους τραπεζικούς λογαριασμούς των πολιτών.
Η παγκόσμια προσοχή για την ελευθερία του Τύπου στράφηκε ξανά στην Αυστραλία νωρίτερα φέτος όταν δικαστήριο ζήτησε από τους δημοσιογράφους να μην αναφέρουν ότι ο πρώην ταμίας του Βατικανού, ο καρδινάλιος Τζορτζ Πελ, κρίθηκε ένοχος για σεξουαλική κακοποίηση ανηλίκων.
Κάποια αυστραλιανά μέσα ενημέρωσης μετέδωσαν ότι ένα πρόσωπο καταδικάστηκε χωρίς να το κατονομάσουν, όμως άλλα μέσα που ανήκαν σε ξένους ομίλους ανέφεραν το όνομα του Πελ διότι δεν ανήκαν στη δικαιοδοσία του δικαστηρίου.