Μια κρύα χειμωνιάτικη μέρα τον Ιούνιο του 2002, μια έφηβη με νοητική αναπηρία εξαφανίστηκε από τη Νέα Νότια Ουαλία Ριβερίνα της Αυστραλίας χωρίς να αφήσει ίχνη.
Έκτοτε, το τι συνέβη στην Άμπερ Χάι αποτέλεσε μυστήριο, ενώ στην αχανή αγροτική περιοχή της Αυστραλίας διακινούνταν και ένας απίστευτος ισχυρισμός: ότι τη 19χρονη σκότωσε ο πατέρας του πέντε μηνών μωρού της και η σύζυγός του για να μπορέσουν να πάρουν το παιδί της.
Δύο δεκαετίες μετά, ο Ρόμπερτ και η Αν Γκιβς, 64 ετών και οι δύο, κατηγορήθηκαν για τη δολοφονία της, αλλά τη Δευτέρα βρέθηκαν αθώοι μετά από μια δίκη που προσείλκυσε την προσοχή ων ΜΜΕ και του κοινού. Η δικαστής Τζούλια Λόνεργκαν διαπίστωσε ότι οι εισαγγελείς απέτυχαν να αποδείξουν το υποτιθέμενο κίνητρό τους, λέγοντας: «Οι υποθέσεις δεν κρίνονται με βάση φήμες, εικασίες ή υποψίες». «Ακόμα κι αν υποψιάζομαι ότι ο κατηγορούμενος πιθανότατα διέπραξε το αδίκημα που κατηγορείται… πρέπει να τον απαλλάξω», τόνισε.
Η εξαφάνιση της 19χρονης, ποτέ δεν βρέθηκε η σορός της
Όπως αναφέρει το BBC, το ζευγάρι ήταν οι τελευταίοι που είχαν που είδαν την Άμπερ ζωντανή. Οι ίδιοι εδώ και καιρό υποστήριξαν ότι την άφησαν σε έναν σιδηροδρομικό σταθμό 300 χιλιόμετρα από το σπίτι τους στο Κινγκσβέιλ -όπου ζούσαν οι τρεις τότε- για να μπορέσει να την επισκεφτεί ο ετοιμοθάνατος πατέρας της στις 5 Ιουνίου. Παρά τις εκτεταμένες έρευνες της αστυνομίας, μια έρευνα ιατροδικαστή και μια ανταμοιβή εκατομμυρίων δολαρίων για πληροφορίες, το σώμα της δεν βρέθηκε ποτέ.
Η Εισαγγελία βασίστηκε σε καταθέσεις μαρτύρων και έγγραφα για να υποστηρίξει τη θεωρία της - ότι το ζευγάρι είχε «χειραγωγήσει» την Άμπερ ώστε να αποκτήσει το μωρό του Ρόμπερτ και στη συνέχεια την «έβγαλαν από την εξίσωση» όταν δεν θα παρατούσε την επιμέλεια. Στο δικαστήριο αναφέρθηκε ότι το ζευγάρι είχε έναν ενήλικο γιο -ο οποίος έβγαινε προηγουμένως με την νεαρή κοπέλα- αλλά στις αρχές της δεκαετίας του 2000 εξακολουθούσε να θέλει «απελπισμένα» ένα ακόμα παιδί, ενώ είχαν βιώσει αρκετές αποβολές και μια θνησιγένεια. Ωστόσο, η υπεράσπιση είπε πως ο ισχυρισμός ότι σκότωσαν την Άμπερ για να κλέψουν το μωρό της ήταν αβάσιμος και ότι η έρευνα για το ζευγάρι -που πέρασε δύο χρόνια στη φυλακή εν αναμονή της δίκης- ήταν εξαρχής εσφαλμένη.
Το παρελθόν του 67χρονου
Είπαν στο δικαστήριο ότι μια «ομίχλη δυσπιστίας» είχε θολώσει την άποψη της τοπικής κοινότητας για το ζευγάρι λόγω του ιστορικού του Ρόμπερτ - ο οποίος είχε αθωωτικές αποφάσεις για τη δολοφονία μιας πρώην συντρόφου που βρέθηκε πυροβολημένη στο πρόσωπο στην ιδιοκτησία του και μια σειρά από κατηγορίες για σεξουαλική επίθεση που αφορούν δύο μαθήτριες.
Αυτό το παρελθόν, είπαν οι συνήγοροι υπεράσπισης, είχε δημιουργήσει ένα «τεκμήριο ενοχής» που διατηρήθηκε για δεκαετίες και τελικά «τύφλωσε» την αστυνομία καθώς προσπαθούσε να ενώσει τα κομμάτια στην υπόθεση της Άμπερ.
Σε διάστημα εννέα εβδομάδων, δεκάδες μάρτυρες έδωσαν στοιχεία για τους τελευταίους μήνες της ζωής της εφήβου - περιγράφοντας μια «ευάλωτη» νεαρή γυναίκα που πάλευε να διακρίνει τη διαφορά μεταξύ «αγάπης και εκμετάλλευσης». Αρκετοί θυμήθηκαν πώς η Άμπερ είχε μοιραστεί μαζί τους ιστορίες κακοποίησης - συμπεριλαμβανομένων περιπτώσεων όπου ο Ρόμπερτ Γκιβς φέρεται να της είχε βάλει αλκοόλ, να την έδεσε και να έκανε σεξ μαζί της.
Και ο γιος του ζευγαριού Ρόμπι είπε στο δικαστήριο ότι η μητέρα του είχε αναφερθεί στην πρώην κοπέλα του ως «παρένθετη» και ότι και οι δύο γονείς είχαν εμφανιστεί στο σπίτι του μες στα μαύρα μεσάνυχτα για να προσπαθήσουν να τον αναγκάσουν να δεχτεί το παιδί της Άμπερ ως «το μικρό του αδερφάκι».
Η Εισαγγελία υπέβαλε, επίσης, μια γραπτή συμφωνία που η Άμπερ έκανε τον Ρόμπερτ να υπογράψει υποσχόμενος να μην πάρει το παιδί της, καθώς και μια διαθήκη που είχε δημιουργήσει και όριζε ότι η θεία της θα είχε την επιμέλεια του μωρού σε περίπτωση θανάτου της.
«Υπήρχε ελάχιστη ένδειξη, στη θάλασσα των αποδεικτικών στοιχείων σε αυτή την υπόθεση, ότι η Άμπερ είχε ποτέ την αγάπη που χρειαζόταν ή της άξιζε», είπε η δικαστής Λόνεργκαν όταν εξέδωσε την ετυμηγορία της. Αλλά τελικά διαπίστωσε ότι υπήρχε ένα κρίσιμο «πρόβλημα» με την υπόθεση της εισαγγελίας, ότι δεν υπήρχαν «ικανοποιητικές αποδείξεις» ότι η Αν και ο Ρόμπερτ εξακολουθούσαν να επιθυμούν περισσότερα παιδιά όταν η Άμπερ έμεινε έγκυος.
Επέκρινε τις μαρτυρίες των μαρτύρων κατηγορίας και είπε ότι η έρευνα είχε επικεντρωθεί στην «διάψευση της εκδοχής των γεγονότων των Γκιβς» αντί στη διερεύνηση της αιτίας της εξαφάνισης της Άμπερ. Κοιτάζοντας το ζευγάρι καθώς κάθονταν στο εδώλιο, διέταξε να απελευθερωθούν αμέσως. Οι συγγενείς της Άμπερ μετά την απόφαση του δικαστηρίου ήταν εμφανώς συγκλονισμένοι και κάποιοι ξέσπασαν σε κλάματα έξω από το δικαστήριο.