Ένας Ρώσος στρατηγός κι ο γιος του τραυματίστηκαν σοβαρά από την έκρηξη παγιδευμένου με εκρηκτικά κινητού τηλεφώνου σε μια απόπειρα δολοφονίας από τις ουκρανικές μυστικές υπηρεσίες, σύμφωνα με ρωσικά ΜΜΕ.
Ο 64χρονος υποστράτηγος Γιούρι Αφανασέφσκι, πρώην πρόεδρος της Κρατικής Επιτροπής Τελωνείων της αυτοαποκαλούμενης Λαϊκής Δημοκρατίας του Λουχάνσκ, που ελέγχουν υποστηριζόμενοι από τη Μόσχα αυτονομιστές στην ανατολική Ουκρανία, τραυματίστηκε από την έκρηξη στο σπίτι του στην κατεχόμενη περιοχή την Κυριακή.
Σύμφωνα με την Ερευνητική Επιτροπή της Ρωσίας στον στρατηγό είχε παραδοθεί ένα κινητό, που εξερράγη μόλις το έθεσε σε λειτουργία. Ο Αφανασέφσκι διακομίστηκε εσπευσμένα στο νοσοκομείο με σοβαρά τραύματα από θραύσματα στο κεφάλι, τον λαιμό και το στομάχι, όπως ανέφεραν πηγές των ουκρανικών μυστικών υπηρεσιών στο RBC-Ukraine, ενώ οι γιατροί αναγκάστηκαν να ακρωτηριάσουν και τρία δάχτυλα του ηλικίας 21 ετών γιου του στρατηγού, σύμφωνα με το ρωσικό κρατικό ειδησεογραφικό πρακτορείο Tass.
Απόπειρα δολοφονίας από τις ουκρανικές μυστικές υπηρεσίες καταγγέλλουν φιλορώσοι αυτονομιστές
Αξιωματούχοι του Λουχάνσκ προσπάθησαν να υποβαθμίσουν τη σοβαρότητα των τραυμάτων του στρατηγού, λέγοντας στο Tass ότι είναι «ζωντανός και καλά στην υγεία του». Πηγές ανέφεραν σε ρωσικά ΜΜΕ ότι επρόκειτο για δολοφονική απόπειρα κατά του Αφανασέφσκι που ενορχήστρωσαν οι ουκρανικές μυστικές υπηρεσίες.
Η Ερευνητική Επιτροπή της Ρωσίας ανέφερε ότι συνελήφθη μια γυναίκα που φέρεται να έδωσε στον Αφανασέφσκι το παγιδευμένο με εκρηκτικά κινητό και σύμφωνα με ρωσικά ΜΜΕ η ύποπτη ομολόγησε τον ρόλο της στην απόπειρα δολοφονίας του στρατηγού.
Ο Αφανασέφσκι είχε υπηρετήσει στην Ομοσπονδιακή Υπηρεσία Ασφαλείας FSB – διάδοχο της KGB – και φέρεται να ενεργούσε ως «χρηματοοικονομικός σύμβουλος» του Λεονίντ Πάσετσνικ, επικεφαλής της αυτοαποκαλούμενης «Λαϊκής Δημοκρατίας του Λουχάνσκ». Ο στρατηγός φέρεται να μετείχε σε ξέπλυμα χρήματος για τη μισθοδοσία φιλορωσικών παραστρατικών ομάδων, που πολεμούν κατά των ουκρανικών δυνάμεων.
Στον Αφανασέφκσι είχαν επιβληθεί παλαιότερα κυρώσεις από την ΕΕ, τη Βρετανία, τον Καναδά, την Ιαπωνία και την Ελβετία.