Κάθε πόλη πόλη αλλάζει πρόσωπο όταν νυχτώνει, με τα φώτα να διαφοροποιούν τα σχήματα των κτιρίων, αλλά στην Αντιόχεια το σκοτάδι φέρνει μόνον τρόμο.
Η πόλη της επαρχίας Χατάι χτυπήθηκε σφοδρότερα από κάθε άλλη από τον διπλό χτύπημα του Εγκέλαδου την περασμένη Δευτέρα, που συγκλόνισε τη νοτιοανατολική Τουρκία και τη βόρεια Συρία προκαλώντας το θάνατο άνω των 23.000 ανθρώπων.
Οι εικόνες της καταστροφής από την Αντιόχεια μοιάζουν βγαλμένες από χολιγουντιανή ταινία. Κτίρια έχουν καταρρεύσει με τρόπους που μοιάζουν να αψηφούν τους νόμους της Φυσικής, δημιουργώντας αλλόκοτα, μακάβρια σχήματα.
Κάποια θυμίζουν σπασμένο ακορντεόν, άλλα έχουν θρυμματιστεί σε χίλια κομμάτια. Ένα σπίτι γέρνει νησυχητικά στη μία πλευρά. Λίγα μέτρα πιο πέρα, μια πολυκατοικία έχει σωριαστεί σε άμορφη μάζα ερειπίων σαν να σκόνταψε στο δρόμο.
Κανένα από τα κτίρια στην Αντιόχεια - Aντάκια την αποκαλούν στην Τουρκία - δεν είναι πλέον κατοικήσιμο: ακόμη και σε αυτά που στέκονται ακόμη όρθια, χωρίς ρεύμα και νερό, απουσιάζει κάθε ίχνος ζωής. Πιθανώς θα πρέπει όλα να κατεδαφιστούν καθώς το χτύπημα του σεισμού επηρέασε τη στατικότητά τους.
“ Antakya bitti”, ακούει κανείς συχνά στους δρόμους να ψελλίζουν κάτοικοι σε απόγνωση. «Η Αντιόχεια τελείωσε»...
«Δεν υπάρχει μέλλον εδώ», λένε.
Το σταυροδρόμι των πολιτισμών που έσβησε απ’ το χάρτη
Πριν το πλήγμα του Εγκέλαδου η Αντιόχεια πρόσφερε καταφύγιο σε εκατοντάδες χιλιάδες πρόσφυγες, που είχαν αναζητήσει εκεί τη σωτηρία από τον εμφύλιο που μαίνεται ακόμη σε απόσταση μόλις 15 χλμ. στη Συρία.
Η πόλη θεμελιώθηκε το 300 π.Χ. από στρατηγό του Μεγάλου Αλεξάνδρου και ίχνη της ελληνιστικής, ρωμαϊκής και πρωτοχριστιανικής ιστορίας της είναι διάσπαρτα. Η Αντιόχεια είναι σταυροδρόμι πολιτισμών, γεύσεων και γλωσσών, αλλά σήμερα οι κάτοικοί της κοιμούνται στο ύπαιθρο ή σε αυτοσχέδια αντίσκηνα.
Το σκοτάδι φέρνει τρόμο στην Αντιόχεια
Καθώς πέφτει το σκοτάδι, η απουσία τεχνητών πηγών φωτός και η αιωρούμενη σκόνη δημιουργούν μια σουρεαλιστική εικόνα. Η κυκλοφορία είναι χαοτική. Οι σοβαρά κατεστραμμένοι δρόμοι είναι γεμάτοι με αυτοκίνητα, λεωφορεία και ασθενοφόρα, οι σειρήνες τους που ουρλιάζουν σκεπάζουν τους θορύβους των διασώσεων που βρίσκονται σε εξέλιξη.
Μόνο κάποιες φωτιές εδώ και εκεί φωτίζουν την κατασκότεινη πόλη, απελευθερώνοντας μια μυρωδιά καπνού που μπλέκεται με την έντονη δυσοσμία που πλανάται στην ατμόσφαιρα.
Γύρω από τις πυρκαγιές στριμώχνονται όσοι έμειναν άστεγοι από την καταστροφή, ντυμένοι με χοντρά ρούχα για να αντέξουν το δριμύ ψύχος.
Πολλές οικογένειες αναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν την Αντιόχεια, κάποιες κοιμούνται μέσα στα αυτοκίνητά τους, ή ακόμη και στο έδαφος.
Σβήνουν οι ελπίδες για επιζώντες
Οι δρόμοι της Αντιόχειας είναι κατάμεστοι και με εθελοντές, όπως ο 27χρονος Ενσέ, που ταξίδεψε μέχρι εκεί από την Κωνσταντινούπολη για να συνδράμει όπως μπορεί στις προσπάθειες των σωστικών συνεργείων. «Η Αντιόχεια ήταν τόσο όμορφη και τώρα δεν απέμεινε τίποτε. Ο κόσμος δεν έχει που να πάει», λέει. «Δεν με νοιάζει που θα κοιμηθώ», συμπληρώνει. Άλλωστε θα ήταν δύσκολο με τόση καταστροφή γύρω του. «Δεν έχω ξαναδεί τόσες σορούς θυμάτων», προσθέτει κουνώντας το κεφάλι του συντετριμμένος.
Ο Εσίν, άλλος ένας εθελοντής, λέει ότι δεν βρίσκει λόγια για να περιγράψουν όσα αντικρίζουν τα μάτια του. «Μου ραγίζει την καρδιά. Μόνον το να βοηθώ τους συνανθρώπους μου μου επιτρέπει να σκεφτώ κάτι άλλο».
Από τις λιγοστές πηγές φωτός στην Αντιόχεια κι εκείνες των σωστικών συνεργείων, που εργάζονται ακόμη πυρετωδώς μέσα στην άγρια νύχτα για να ανασύρουν θύματα πέντε μέρες μετά την καταστροφή. Οι ελπίδες να εντοπίσουν επιζώντες εξανεμίζονται.
Στα ερείπια μιας πενταώροφης πολυκατοικίες διασώστες βρήκαν μόνον μία σορό, εκείνη ενός εννιάχρονου κοριτσιού. Αλλά με τους φακούς τους συνεχίζουν το έργο τους κάτω από τον σκοτεινιασμένο ουρανό ελπίζοντας για ένα ακόμη θαύμα…