Την άμεση διερεύνηση όλων των υποθέσεων του κυπριακού επενδυτικού προγράμματος, ζήτησε με διάγγελμά του ο Πρόεδρος Ν. Αναστασιάδης το βράδυ της Πέμπτης (28/01)
«Δεν παραγνωρίζω την ύπαρξη κενών και αδυναμιών του προγράμματος, κυρίως ως προς τους μηχανισμούς εποπτείας και ελέγχου. Με παρρησία αναγνωρίζω και αναλαμβάνω τις πολιτικές ευθύνες που βαρύνουν την κυβέρνηση. Γεγονός που όχι μόνο δεν αγνοήσαμε αλλά οδήγησε την κυβέρνηση να τροποποιήσει το πρόγραμμα έξι φορές μέσα σε χρονικό διάστημα οκτώ χρόνων. Παρά ταύτα, δεν απετράπη η κατάχρηση, αλλά και εγκληματικές ενέργειες από μία μερίδα επιτηδείων. Αυτό που με τα πιο πάνω θέλω να υπογραμμίσω είναι την πολιτική μας βούληση για άμεση διερεύνηση όλων των υποθέσεων και λήψη με αποφασιστικότητα δραστικών μέτρων προς τιμωρία όσων δόλια ενήργησαν, αλλά και την αποκατάσταση της αξιοπιστίας της χώρας», δήλωσε ο Πρόεδρος της Κυπριακής Δημοκρατίας.
Απευθυνόμενος προς τους πολίτες μέσω διαγγέλματος με θέμα τα μέτρα για πάταξη της διαφθοράς, τα οποία πρόκειται να ανακοινωθούν το πρωί της Παρασκευής (29/01), ο Πρόεδρος δεν αρνήθηκε την ύπαρξη του φαινομένου της διαφθοράς, ενός φαινομένου που όπως είπε ταλανίζει την Κυπριακή Δημοκρατία από εγκαθίδρυσης της ή και του συνόλου των χωρών από αρχαιοτάτων χρόνων, θέλησε όμως, όπως είπε, να αναδείξει «την ενορχηστρωμένη προσπάθεια κάποιων, μέσα από διαστρέβλωση γεγονότων ή ψιθυρολογία, να δημιουργήσουν την αντίληψη, είτε πως ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας είναι εμπλεκόμενος σε πράξεις διαφθοράς είτε για την έκταση του φαινομένου, κάτι που δεν ανταποκρίνεται ποσώς στην πραγματική διάσταση του προβλήματος».
Χρησιμοποίησε μάλιστα την φράση που αποδίδεται στον Γκαίμπελς ότι: «Όσο μεγαλύτερο το ψέμα και όσο περισσότερο επαναλαμβάνεται τόσο πιο πιστευτό γίνεται».
Ο Πρόεδρος ανέφερε ότι «αυτό που προκαλεί θλίψη, είναι η μεγιστοποίηση ενός προβλήματος, αναδεικνύοντας το ως το μόνο που αντιμετωπίζει ο τόπος, αγνοώντας τις απειλές της Τουρκίας που θέτουν σε κίνδυνο την ύπαρξη του Κυπριακού Ελληνισμού, αγνοώντας την πανδημία και τα προβλήματα που συσσώρευσε, τα οποία απειλούν να γονατίσουν επιχειρήσεις, εργαζόμενους και ευάλωτες ομάδες πληθυσμού. Το πιο θλιβερό είναι πως παραγνωρίζοντας τις παραπάνω συνθήκες, κάποιοι έφτασαν στο σημείο με πρόσχημα την δήθεν πάταξη της διαφθοράς, να επιχειρήσουν την παράλυση και κατάρρευση του κράτους, αρνούμενοι την ψήφιση του προϋπολογισμού, χωρίς να έχουν ουσιαστικά διαφωνία επί της φιλοσοφίας του, εργαλειοποιώντας προς τούτο, έναν ανεξάρτητο αξιωματούχο του κράτους.
Αυτό που επιθυμώ είναι την αποκατάσταση στην αντίληψη των πολιτών της πραγματικής εικόνας και των προβλημάτων που δημιουργήθηκαν κατά την εφαρμογή του Επενδυτικού Προγράμματος. Ενός προγράμματος το οποίο το σύνολο των πολιτικών ηγεσιών είχε υιοθετήσει από το 2007 και μέχρι την κατάργηση του, δεν είχε αμφισβητήσει».
O κος Αναστασιάδης υπενθύμισε ότι μετά τα πρώτα δημοσιεύματα, διορίστηκε από το Υπουργικό Συμβούλιο, Επιτροπή υπό την κα Δήμητρα Καλογήρου, η έρευνα της οποίας οδήγησε στον εντοπισμό αδυναμιών, ενδεχόμενων ποινικών αδικημάτων ή και άλλων ευθυνών από συγκεκριμένα πρόσωπα, τα οποία σήμερα διερευνώνται για τις πράξεις τους, ενώ το πρόγραμμα τερματίστηκε.
Επεσήμανε ότι στις αρχές Σεπτεμβρίου, υπήρξε παρέμβαση του Ευρωπαίου Επιτρόπου για θέματα Δικαιοσύνης, ο οποίος διεμήνυσε ότι ανέμενε από την Κυπριακή Δημοκρατία, τον διορισμό Ερευνητικής Επιτροπής με διευρυμένες και οιονεί δικαστικές εξουσίες.
«Το επαναλαμβάνω για να γίνει απολύτως σαφές: Η Κυβέρνηση ουδεμία ένσταση έφερε ή φέρει, όπως ο Γενικός Ελεγκτής παραλάβει τους φακέλους των πολιτογραφήσεων ευθύς μετά την ολοκλήρωση του έργου της Διερευνητικής Επιτροπής, προκειμένου και ο ίδιος να προβεί στους ελέγχους σύμφωνα με τις συνταγματικές του αρμοδιότητες», ανέφερε χαρακτηριστικά σε ό,τι αφορά την παράδοση των φακέλων πολιτογραφήσεων στον Γενικό Ελεγκτή της Κυπριακής Δημοκρατίας.
Συνέχισε λέγοντας: «Φτάσαμε στο κατάντημα, δημοσιογράφος που παραδέχεται ότι δεν κατέχει τα οποιαδήποτε στοιχεία, να ισχυρίζεται δημόσια, στηριζόμενος σε φήμες, ότι ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας μετέφερε δήθεν εκτός Κύπρου εκατοντάδες εκατομμύρια κέρδη από το επενδυτικό πρόγραμμα και γι' αυτό, μη συμβάλλοντας στη λύση του Κυπριακού, ως ισχυρίζεται, χάσαμε την Αμμόχωστο και τη Μόρφου. Το εξίσου απαράδεκτο, αντί να απολογηθεί για την ύβρη που εκστόμισε, αφού όλες οι πηγές που επικαλέστηκε τον διέψευσαν, είχε το θράσος να καλεί εμένα να αποδείξω ότι δεν είναι κακοήθη ψεύδη και λάσπη τα όσα ισχυρίστηκε. Την ίδια ώρα, κάποιοι άλλοι, χωρίς να ντρέπονται, προβάλλουν τον ισχυρισμό πως το επενδυτικό πρόγραμμα υιοθετήθηκε χάριν του δικηγορικού γραφείου που φέρει το όνομά μου ή μελών της οικογένειας μου. Αγνοώντας τα οφέλη που είχαν εκατοντάδες επιχειρήσεις, χιλιάδες εργαζόμενοι, εκατοντάδες δικηγόροι, ελεγκτές και άλλα συναφή επαγγέλματα, από τους οποίους μόνο μία ελάχιστη μερίδα καταχράστηκαν και εκμεταλλεύτηκαν τα κενά και τις αδυναμίες του προγράμματος. Αγνοώντας ακόμη, πως κάποιοι εξ' αυτών που εκστομούν ανάλογες ύβρεις, ήσαν μεταξύ εκείνων που επωφελήθηκαν από το πρόγραμμα», τόνισε χαρακτηριστικά.
Ο Πρόεδρος επανέλαβε ότι δεν αποποιείται των όποιων πολιτικών ευθυνών φέρει η Κυβέρνηση για την εποπτεία και έλεγχο του προγράμματος. «Ωστόσο, δεν πρέπει να διαφεύγει της προσοχής πως οι σημερινοί επικριτές, δεν ήσαν μόνο γνώστες των προνοιών των προγραμμάτων κατ' εξαίρεση πολιτογραφήσεων, αλλά ήσαν και απολύτως ενήμεροι τόσο για τις εκάστοτε αποφάσεις, όσο και για τα στοιχεία των επενδυτών, που αποκτούσαν την κυπριακή υπηκοότητα από την υιοθέτηση του προγράμματος το 2007», συμπλήρωσε για να διευκρινίσει ότι το εξίσου σημαντικό είναι πως ο θεσμικός έλεγχος της ορθότητας των αποφάσεων της εκτελεστικής εξουσίας, συνταγματικά ανήκει στην Βουλή, ενώ του δημοσιονομικού ελέγχου στην Ελεγκτική Υπηρεσία.
Ενδεικτικά, δε, ανάμεσα σε άλλα ανέφερε την τελευταία έκθεση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για το Κράτος Δικαίου, η οποία εκδόθηκε τον Οκτώβριο του 2020 και επί λέξει καταγράφεται «...πως για πρώτη φορά έχουν καταδικαστεί 37 πρόσωπα σε 26 υποθέσεις», επισημαίνοντας πως υπάρχει «βελτίωση στους δείκτες καταπολέμησης της διαφθοράς», σε σχέση με το παρελθόν, ενώ μίλησε και για την επίσκεψη τον Απρίλιο του 2019 του υφυπουργού οικονομικών των ΗΠΑ και εκ των πολιτικών προϊσταμένων του Δικτύου Καταπολέμησης Οικονομικού Εγκλήματος (FinCEN) των ΗΠΑ, στην Κύπρο, ο οποίος σε δηλώσεις του ανέφερε πως: «Η Κύπρος έχει επιτελέσει τεράστια πρόοδο και βελτιώσεις στο νομικό πλαίσιο καθώς και στην επιβολή του νόμου».
Ο Πρόεδρος επανέλαβε ότι ουδέποτε αρνήθηκε την όποια καλόπιστη ή και κακόπιστη κριτική για τις όποιες θέσεις υιοθετούσε ή για τυχόν λάθη και παραλείψεις του. «Αυτό όμως που ως άνθρωπος και όχι ως πολιτικός δεν μπορώ να αποδεχτώ, είναι την όποια συστηματική και ενορχηστρωμένη προσπάθεια, μέσα από ψεύδη και φήμες, να τρωθεί το ήθος, το κύρος και η αξιοπρέπεια μου», διευκρίνισε για να τονίσει ότι «επί μήνες ανέχομαι και υπομένω μία χωρίς προηγούμενο προσπάθεια διασυρμού, με υποτιμητικά υπονοούμενα, προσβολές και αήθεις ισχυρισμούς που υπερβαίνουν κάθε όριο πολιτικού πολιτισμού και δεοντολογίας. Ανέχτηκα και υπέμενα, γιατί γνωρίζω καλά πως οι απαιτήσεις σας από τον όποιο Πρόεδρο της Δημοκρατίας, δεν είναι να αναλώνεται σε διαμάχες αλληλο επίρριψης ευθυνών, αλλά την ώρα της κρίσης, με την τόλμη και τις αποφάσεις του, να αντιμετωπίζει αποτελεσματικά τα μεγάλα προβλήματα της χώρας. Είναι για τούτο που αντιπαρέρχομαι προσωπικά αισθήματα πικρίας που είναι φυσικό να μου δημιουργούνται. Γι' αυτό και δεν προτίθεμαι να επανέλθω στο κεφάλαιο αυτό, μέχρι την ολοκλήρωση των εργασιών της Διερευνητικής Επιτροπής».