Δύο στους τρεις Αμερικανούς θέλουν να δουν τα φορολογικά στοιχεία του προέδρου Ντόναλντ Τραμπ και σχεδόν οι μισοί θεωρούν ότι τα αποκρύπτει για λόγους που θα τον έπλητταν πολιτικά, σύμφωνα με μια δημοσκόπηση των Reuters/Ipsos.
Η δημοσκόπηση, που διενεργήθηκε στις 13-14 Ιουλίου, δείχνει ότι πολλοί Αμερικανοί εξακολουθούν να ενδιαφέρονται για τα φορολογικά στοιχεία του Τραμπ και για το αν υπάρχει σύγκρουση συμφέροντος με τις οικογενειακές του επιχειρήσεις.
Η δημοσκόπηση διενεργήθηκε έπειτα από την απόφαση του Ανώτατου Δικαστηρίου των ΗΠΑ, την περασμένη εβδομάδα, που έκρινε ότι εισαγγελείς της Νέας Υόρκης έχουν το δικαίωμα να ζητήσουν να τους παραδοθεί μια σειρά οικονομικών εγγράφων του προέδρου, συμπεριλαμβανομένων και των φορολογικών δηλώσεών του, αλλά όχι πριν από τις εκλογές της 3ης Νοεμβρίου.
Γιατί δεν δίνει στη δημοσιότητα τα φορολογικά του στοιχεία ο Ντόναλντ Τραμπ;
Σε αντίθεση με άλλους προέδρους, ο Τραμπ έχει αρνηθεί να δώσει στη δημοσιότητα τις φορολογικές δηλώσεις του και άλλα στοιχεία που θα παρείχαν πληροφορίες για την περιουσία του και την επιχειρηματική δραστηριότητα της οικογενειακής επιχείρησης, του Trump Organization.
Ο πρώην επιχειρηματίας έχει συστηματικά αμφισβητήσει το δημόσιο συμφέρον σε σχέση με τα φορολογικά του στοιχεία, λέγοντας ότι δεν τα δίνει στη δημοσιότητα γιατί βρίσκονται υπό έλεγχο.
Από τη δημοσκόπηση προκύπτει ότι το 66% των ενηλίκων συμφωνεί πως ο Τραμπ «θα πρέπει να δώσει στη δημοσιότητα τις φορολογικές του δηλώσεις από προηγούμενα έτη» και το 68% κρίνει ότι «οι Αμερικανοί έχουν δικαίωμα να βλέπουν τα φορολογικά στοιχεία κάθε υποψήφιου προέδρου πριν από τις εκλογές».
Το 26% των Αμερικανών πιστεύει ότι τα φορολογικά του στοιχεία περιλαμβάνουν ενοχοποιητικά στοιχεία εις βάρος του
Ερωτηθέντες γιατί ο ρεπουμπλικανός πρόεδρος δεν έχει δώσει στη δημοσιότητα τα φορολογικά του στοιχεία, σχεδόν οι μισοί απάντησαν ότι συνέβη για λόγους που θα καθιστούσαν δυσκολότερη την επανεκλογή του.
Σύμφωνα με τη δημοσκόπηση, το 26% απάντησε ότι θεωρεί πως τα φορολογικά στοιχεία του Τραμπ περιλαμβάνουν «ενοχοποιητικά στοιχεία εις βάρος του» και το 10% ότι ο Τραμπ «προσπαθεί να αποκρύψει σημαντικές οικονομικές ζημίες». Ένα 16% απάντησε ότι κατά τη γνώμη του ο Τραμπ δεν θέλει να τα αποκαλύψει γιατί «φοροδιαφεύγει». Το 3% εκτιμά ότι ο Τραμπ δεν δίνει στη δημοσιότητα τα φορολογικά του στοιχεία γιατί είναι πολύ απασχολημένος με τη διαχείριση του κορωνοϊού. Μόλις το 7% απάντησε ότι ο Τραμπ τα αποκρύπτει επειδή διενεργείται έλεγχος.
«Αυτό είναι ένα ζήτημα που είχε πάει στα δικαστήρια πριν οι ψηφοφόροι και ο αμερικανικός λαός εκλέξουν τον Ντόναλντ Τραμπ για πρόεδρο των ΗΠΑ το 2016», δήλωσε ο εκπρόσωπος της προεδρικής εκστρατείας, Τιμ Μέρταφ.
«Έδωσε στη δημοσιότητα περισσότερες από 100 σελίδες από φορολογικά έγγραφα σε εκείνες τις εκλογές. Δεν είναι μυστικό ότι ο πρόεδρος Τραμπ είναι ένας πλούσιος άνθρωπος, ο οποίος πέτυχε στις επιχειρήσεις προτού τις εγκαταλείψει για να υπηρετήσει τον αμερικανικό λαό».
Ο Τζο Μπάιντεν, ο υποψήφιος των Δημοκρατικών για την προεδρία, έχει δημοσιοποιήσει μέσω της ιστοσελίδας της προεκλογικής του εκστρατείας φορολογικά του στοιχεία, περιλαμβανομένων επιστροφών φόρων, που αφορούν πολλά χρόνια.
Έπεται στη δημοσκόπηση για την πρόθεση ψήφου ο Ντόναλντ Τραμπ
Με λιγότερο από τέσσερις μήνες να απομένουν μέχρι τις εκλογές, ο Τραμπ έπεται κατά δέκα ποσοστιαίες μονάδες του Μπάιντεν στην πρόθεση ψήφου, σύμφωνα με την τελευταία δημοσκόπηση.
Περίπου το 40% των ερωτηθέντων απάντησε ότι εγκρίνει τις συνολικές επιδόσεις του Τραμπ, ένα ποσοστό το οποίο παραμένει σταθερό τον τελευταίο χρόνο, ακόμη και εν μέσω της συζήτησης για καθαίρεσή του και παρά τη φονική πανδημία και την οικονομική ύφεση.
Το ποσοστό αποδοχής του προέδρου συγκρίνεται με εκείνο του προκατόχου του, του Δημοκρατικού Μπαράκ Ομπάμα, περίπου στην ίδια φάση της θητείας του. Σε αντίθεση με τον Τραμπ, ο Ομπάμα συγκέντρωνε συστηματικά υψηλότερα ποσοστά αποδοχής μεταξύ των εγγεγραμμένων ψηφοφόρων σε σχέση με τον Ρεπουμπλικανό αντίπαλό του, Μιτ Ρόμνεϊ.
Η δημοσκόπηση των Reuters/Ipsos διενεργήθηκε διαδικτυακά σε ολόκληρη την αμερικανική επικράτεια και σε δείγμα 1.115 ενήλικων Αμερικανών και έχει περιθώριο σφάλματος περίπου τρεις ποσοστιαίες μονάδες.