«Στη χειρότερη περίπτωση το εκλογικό αποτέλεσμα αποτέλεσμα στις ΗΠΑ θα διαμορφωθεί ως εξής: Ο Τζο Μπάιντεν θα διασφαλίσει σχεδόν 5 εκατομμύρια περισσότερες ψήφους από τον αντίπαλό του, αλλά δεν θα γίνει πρόεδρος διότι ο πρόεδρος Τραμπ θα έχει κερδίσει στο νήμα τη νίκη σε μια ή δύο κρίσιμες πολιτείες», αναφέρει η Süddeutsche Zeitung για τις Αμερικανικές Εκλογές 2020.
Τα παραπάνω σχολιάζει η Süddeutsche Zeitung με τίτλο «Παλιομοδίτικο, αλλά δίκαιο». Η γερμανική εφημερίδα σημειώνει: «Θα ήταν η δεύτερη φορά που ο Ντόναλντ Τραμπ κερδίζει τις εκλογές κι ας ηττήθηκε σε παναμερικανικό επίπεδο. Κάτι παρόμοιο δεν έχει ξαναγίνει.
Μια τέτοια έκβαση σχετίζεται με το αμερικανικό εκλογικό σύστημα, το οποίο προβλέπει ότι ο πρόεδρος δεν εκλέγεται απευθείας από το λαό, αλλά από μια επιτροπή 538 εκλεκτόρων, οι οποίοι προέρχονται από τις 50 αμερικανικές πολιτείες και δίνουν συνήθως την ψήφο τους στον υποψήφιο που νίκησε στις εκλογές στη πολιτεία τους. Δίνοντας καθοριστικό ρόλο στο Κολέγιο των Εκλεκτόρων οι «πατέρες» του αμερικανικού έθνους ήθελαν να αποτρέψουν την εκλογή ενός λαοπλάνου ή ενός βλάκα στο Λευκό Οίκο. Η εκλογή του Ντόναλντ Τραμπ το 2016 δείχνει ότι ο μηχανισμός αυτός δεν λειτουργεί πάντα. Από τότε εντάθηκε η κριτική στο θεσμό του Κολεγίου των Εκλεκτόρων, που θεωρείται αντιδημοκρατικό και απαρχαιωμένο.
Όσο όμως κι αν είναι κατανοητές κάποιες επιφυλάξεις, τίθεται το ερώτημα κατά πόσο μια απευθείας εκλογή του προέδρου θα ήταν πράγματι καλύτερη για τον αμερικανικό λαό. Διότι στην τεράστια αυτή χώρα οι άνθρωποι είναι εντελώς διαφορετικοί ανάμεσα στη Νέα Υόρκη, το Γουαϊόμινγκ, την Καλιφόρνια και τη Νεμπράσκα. Για τον αγρότη στη Μοντάνα οι κυβερνώντες στη Ουάσιγκτον είναι πολύ μακριά. Χωρίς την προσήλωση στο ομοσπονδιακό σύστημα, στη λήψη αποφάσεων σε τοπικό επίπεδο, δεν θα μπορούσαν να υπάρξουν οι ΗΠΑ. Το γεγονός αυτό πρέπει υποχρεωτικά να αντικατοπτρίζεται στο εκλογικό σύστημα της χώρας. Το Κολέγιο των Εκλεκτόρων έχει επιζήσει κομμάτων, του εμφυλίου και της μετάβασης των ΗΠΑ από μια αποικία σε παγκόσμια υπερδύναμη. Μπορεί να είναι απαρχαιωμένο και να χρήζει μεταρρύθμισης. Μια ενδεχόμενη κατάργησή του ωστόσο θα πρέπει να είναι αποτέλεσμα πολύ προσεκτικής εξέτασης».
Πηγή: Deutsche Welle