Ένας αφροαμερικανός μίλησε για τον τρόμο που βίωσε αφού ξυλοκοπήθηκε από έναν από τους αστυνομικούς που φαίνονται στο βίντεο της σύλληψης του Τζόρτζ Φλόιντ.
Ο Λαμάρ Φέργκιουσον μήνυσε τον Του Τάο, ο οποίος φαίνεται στην κάμερα καθώς ο συνάδελφός του Ντέρεκ Σόβιν είχε ακινητοποιήσει στο έδαφος τον Φλόιντ βάζοντας το γόνατό του στον λαιμό του με αποτέλεσμα να πεθάνει.
Ο Φέργκιουσον μήνυσε τον Τάο το 2017 για υπερβολική χρήση βίας, και δήλωσε στη Sun ότι «τρομοκρατήθηκε» όταν «χτυπήθηκε» από τον αστυνομικό και τον αξιωματικό Ρόμπερτ Θάντερ, καθώς περπατούσε σε ένα δρομάκι με την έγκυο αρραβωνιαστικιά του.
Ο Φέργκιουσον και η σύντροφός του Μπρίτανι, η οποία ήταν οκτώ μηνών έγκυος τότε, περπατούσαν σε ένα στενό τον Οκτώβριο του 2014 μετά από επίσκεψη στο νοσοκομείο. Ήταν μόλις τέσσερα τετράγωνα από το σημείο που πέθανε ο Τζορτζ Φλόιντ στη Μινεάπολη όταν τους σταμάτησαν οι δύο αξιωματικοί.
Ο Φέργκιουσον δήλωσε στη Sun ότι ισχυρίστηκαν ότι έμοιαζε «ύποπτος«και του ζήτησαν να παραδώσει το όπλο του, αλλά εκείνος ήταν άοπλος. «Δεν είχαν κανένα λόγο να με σταματήσουν, άρχισαν να μου κάνουν ένα σωρό ερωτήσεις, που πήγαινα», είπε και συνέχισε: «Δεν βρήκαν ναρκωτικά ούτε όπλα. [Ο Τάο] ήταν ο πιο επιθετικός, ήμουν με χειροπέδες μέσα στα πρώτα λεπτά του συμβάντος. Ήμουν τρομοκρατημένος. Ήμουν ακόμα στο δρομάκι, άρχισαν να με πετούν από εδώ και από εκεί και με έριξαν στο έδαφος».
Ο 33χρονος ισχυρίζεται ότι Θάντερ ανέβηκε πάνω του, ενώ ο Τάο τον γρονθοκόπησε και τον κλώτσησε μπροστά στην τρομοκρατημένη σύντροφό του, η οποία στεκόταν δίπλα τους νιώθοντας αβοήθητη.
Σε κατάθεση, ο Τάο ισχυρίστηκε ότι συνέλαβαν τον Φέργκιουσον λόγω εκκρεμούς εντάλματος σύλληψης και ότι τον γρονθοκόπησε όταν γλίστρησε το χέρι του από τις χειροπέδες. Σύμφωνα με την αγωγή πάντως, στο Εθνικό Κέντρο Πληροφοριών Εγκλήματος, δεν εμφανίστηκε κάποιο ένταλμα.
Οι αξιωματικοί τον πήγαν στο νοσοκομείο για ιατρική περίθαλψη πριν τον συνοδεύσουν στη φυλακή, με τον Φέργκιουσον να φορά μόνο ένα μπλουζάκι και εσώρουχα, αφού απέρριψαν το αίτημα του να ντυθεί, αναφέρεται στην καταγγελία.
Ο Φέργκιουσον υποστηρίζει ότι έφερε πλήθος τραυματισμών, όπως σπασμένα δόντια, ζημιά στο πρόσωπο, την πλάτη και τους ώμους, κάνοντας παράλληλα λόγο για μακροχρόνια συναισθηματικά ζητήματα. Όπως τόνισε νοσηλεύθηκε τέσσερις μέρες.
«Με τρομοκρατούσε να είμαι γύρω από αστυνομικούς, έπρεπε να μιλήσω σε θεραπευτή, δεν μου άρεσε ο ήχος από τις χειροπέδες ή τα κλειδιά, είχε νυχτερινές εφιδρώσεις για πολύ καιρό», τόνισε.
Τελικά, κατηγορήθηκε για επίθεση σε δύο αξιωματικούς, αλλά αργότερα αθωώθηκε και ένας δικηγόρος τον πλησίασε για αστική αγωγή.
Τι λέει για τον θάνατο του Τζορτζ Φλόιντ
Ο Φέργκιουσον, ο οποίος εργάζεται ως διαχειριστής ακινήτων, είδε για πρώτη φορά το τραυματικό βίντεο του Τζορτζ Φλόιντ στο Facebook μετά το θάνατό του. «Όταν είδα για πρώτη φορά τον αξιωματικό, ήταν ένα τρομακτικό συναίσθημα, δεν μου άρεσε. Ελπίζω να λάβει αυτό που του αξίζει, ήταν τόσο επιθετικός [μαζί μου]. Αν αυτός ήταν πολίτης, θα είχε ήδη φυλακιστεί. Πρέπει να πάνε εκεί που θα μας έβαζαν. Λυπάμαι που συνέβη και ελπίζουμε ότι όλοι θα έρθουμε κοντά ως ένας. Πρέπει να μία αστυνομική πολιτική και μία πολιτική εκπαίδευση. Τουλάχιστον οι άνθρωποι να γνωρίζουν ότι δεν ήταν η πρώτη γορά που συνέβη αυτό, και δεν είναι ο πρώτος αξιωματικός που το έκανε», είπε.
Ο Φέργκιουσον διευθέτησε την αστική αγωγή εξωδικαστικά και του δόθηκαν 25.000 δολάρια με τον Τάο να παραδέχεται ότι τον γρονθοκόπησε μόνο αφού «αντιστάθηκε ενεργά στη σύλληψη». Η αποζημίωση δαπανήθηκε για δικαστικά έξοδα, παιδική φροντίδα και έξοδα νοσοκομείου.
Όταν ρωτήθηκε αν οι αξιωματικοί ζήτησαν συγγνώμη για αυτό που του συνέβη, απλώς απάντησε: «Όχι».
Ο Φέργκιουσον λέει ότι η οικογένειά του, συμπεριλαμβανομένης της μητέρας του Σάντρα, 53 ετών, «τρομοκρατήθηκε» μετά το περιστατικό, με τη μητέρα του να λέει στη Sun ότι έκλαιγε παρακολουθώντας τα πλάνα του Φλόιντ.
«Απλώς δεν εμπιστευόμαστε καθόλου την αστυνομία λόγω των πραγμάτων που κάνουν. Είναι λυπηρό που το κάνουν αυτό στους μαύρους, αλλά έτσι είναι. Δεν συμβαίνει μόνο εδώ, συμβαίνει παντού. Είναι σαν να μην είμαστε άνθρωποι ή κάτι τέτοιο, σαν τα αγόρια μας να είναι σκουπίδια ή οτιδήποτε άλλο, τα αντιμετωπίζουν όπως θέλουν να τα αντιμετωπίσουν, είναι λάθος», είπε η 53χρονη.
Σύμφωνα με την Sun, ο Τάο εμπλέκεται σε έξι καταγγελίες από τις οποίες οι πέντε δεν οδήγησαν σε πειθαρχικές ενέργειες και η μία παραμένει ανοιχτή. Τόσο ο Τάο όσο και ο συνάδελφός του Ντέρεκ Σόβιν, μαζί με δύο άλλους αξιωματικούς, απολύθηκαν από το αστυνομικό τμήμα της Μινεάπολης μετά το θάνατο του Floyd.