Το ερώτημα που τίθεται, λιγότερο ή περισσότερο επισήμως, από τις 15 Αυγούστου, ήρθε ακόμη περισσότερο στο επίκεντρο των συζητήσεων καθώς η διεθνής κοινότητα αναρωτιέται αν θα ήταν σωστό να αναγνωρίσει το καθεστώς των Ταλιμπάν στο Αφγανιστάν.
Πρέπει να γίνουν δεκτοί στους μεγάλους, διεθνείς οργανισμούς ώστε να αναγκαστούν να εξελιχθούν πολιτικά; Είναι καλύτερο να διαπραγματευτεί η διεθνής κοινότητα μια σταδιακή εξομάλυνση των σχέσεων και την αποδέσμευση των πόρων του Αφγανιστάν με αντάλλαγμα ισχυρές πολιτικές ενέργειες;
Η συζήτηση ήρθε έντονα στο προσκήνιο στη διάρκεια της Γενικής Συνέλευσης του ΟΗΕ που διεξάγεται στη Νέα Υόρκη. Οι Ταλιμπάν ζήτησαν να μιλήσουν εκ μέρους του Αφγανιστάν, όμως ο πρεσβευτής της έκπτωτης κυβέρνησης διεκδίκησε να εκπροσωπήσει τη χώρα.
Ένα «σόου» των Ταλιμπάν «δεν θα προσέφερε τίποτα», δήλωσε χθες Τετάρτη ο Γερμανός υπουργός Εξωτερικών Χάικο Μάας. «Η Γενική Συνέλευση του ΟΗΕ δεν είναι το κατάλληλο πλαίσιο για αυτό», εκτίμησε. «Πρέπει να συνομιλήσουμε με τους Ταλιμπάν. Για τον λόγο αυτό υπάρχουν πολλοί δίαυλοι που δημιουργήθηκαν τις τελευταίες εβδομάδες».
«Σε μια δεδομένη στιγμή, οι Ταλιμπάν θα πρέπει να επιλέξουν μεταξύ των χρημάτων και της εξομάλυνσης ή της πλήρους απομόνωσης», σχολίασε την προηγούμενη εβδομάδα ένας Ευρωπαίος διπλωμάτης που θέλησε να διατηρήσει την ανωνυμία του.
«Κανείς δεν βιάζεται»
Ακόμη και οι πιο στενοί σύμμαχοι των Ταλιμπάν καθυστερούν να αντιδράσουν. «Κανείς δεν βιάζεται να αναγνωρίσει» τους Ταλιμπάν, εκτίμησε ο Πακιστανός υπουργός Εξωτερικών Σαχ Μαχμούντ Κουρέσι. «Πρέπει να είναι πιο ευαίσθητοι και πιο δεκτικοί στη διεθνή κοινή γνώμη», τόνισε.
Το Κατάρ, ο βασικότερος μεσολαβητής μεταξύ των Ταλιμπάν και της Δύσης, τηρεί αντίστοιχη στάση. Η Κίνα από την πλευρά της εμφανίζεται συνετή, αλλά έχει συμφέρον να αποκτήσει νόμιμους και επίσημους συνομιλητές στην Καμπούλ.
«Ακόμη κι αν το Πεκίνο δεν θεωρεί ότι μπορεί να εμπιστευθεί τους Ταλιμπάν, δεν θα πρέπει να περιμένει πολύ ακόμη προτού τους αναγνωρίσει επισήμως», έγραψε στις αρχές Σεπτεμβρίου ο ο Ντέρεκ Γκρόσμαν ειδικός σε θέματα ασφαλείας του Rand Corporation στην Ουάσινγκτον, εκτιμώντας ότι αυτό «θα συμβάλει κυρίως στην ιδέα ότι το Πεκίνο και όχι η Ουάσινγκτον είναι αυτό (…) που ορίζει τη μελλοντική τάξη πραγμάτων στην περιοχή».
Κανείς δεν κάνει το πρώτο βήμα
Στο μεταξύ κανείς δεν κάνει το πρώτο βήμα. Ο Μάρκους Κάιμ του γερμανικού Ινστιτούτου Διεθνών Σχέσεων και Ασφαλείας (SWP) υπενθύμισε ότι η Δύση δεν έχει παρά μία επιλογή αφού στο Αφγανιστάν απώλεσε το καθεστώς της της ηγεμονικής ισχύος έπειτα από μια καταστροφική αποχώρηση.
«Σε μια τέτοια κατάσταση οι πολιτικές συνθήκες δεν μπορούν να υπαγορευθούν», εκτίμησε ο αναλυτής. Οι δηλώσεις των κυβερνήσεων για τις επιλογές που έχουν στη διάθεσή τους «κρύβουν την έλλειψη εξουσίας τους και διαιωνίζουν την αυτοκρατορική ύβρη που αποτελεί μέρος του προβλήματος στο Αφγανιστάν». Ωστόσο η Δύση διαθέτει κάποια όπλα για να ασκήσει πίεση στην Καμπούλ.
Μεγάλος αριθμός αφγανικών τραπεζικών λογαριασμών στο εξωτερικό έχουν παγώσει. Και από τις 18 Αυγούστου το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο ανέστειλε την παροχή βοήθειας στο Αφγανιστάν «μέχρι να ξεκαθαρίσει η διεθνής κοινότητα αν θα αναγνωρίσει την κυβέρνησή του».
«Στοχευμένα μέτρα»
Το ερώτημα είναι ακόμη πιο έντονο καθώς έρχεται ο χειμώνας που κινδυνεύει να επιδεινώσει την ανθρωπιστική κατάσταση στο Αφγανιστάν. Οι ίδιοι οι Ταλιμπάν δεν είχαν φανταστεί ότι θα καταλάβουν τόσο γρήγορα την εξουσία και κάποιες κεντρικές υπηρεσίες του κράτους δεν έχουν ξεκινήσει ακόμη να λειτουργούν κανονικά.
Εξ ου και η μέση λύση που προωθεί ο ΟΗΕ: Στις 10 Σεπτεμβρίου ο γενικός γραμματέας του ΟΗΕ Αντόνιο Γκουτέρες αναφέρθηκε στο ενδεχόμενο να δοθούν στην Καμπούλ «οικονομικά μέσα», ανεξαρτήτως των κυρώσεων του ΟΗΕ και των ΗΠΑ. «Δεν μιλώ για άρση των κυρώσεων ή για αναγνώριση, μιλώ για στοχευμένα μέτρα ώστε η αφγανική οικονομία να μπορέσει να αναπνεύσει», εξήγησε.
Πιο πρόσφατα ο Ύπατος Αρμοστής του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες Φίλιπο Γκράντι έκρινε απαραίτητο να υπάρξει διάλογος με τους Ταλιμπάν. «Μέσω αυτού του διαλόγου μπορούμε να διασφαλίσουμε την αποτελεσματικότητα των παραδόσεων» ανθρωπιστικής βοήθειας στο Αφγανιστάν, δήλωσε στο BBC. «Μπορούμε επίσης να δημιουργήσουμε ένα χώρο όπου θα συζητάμε πιο περίπλοκα ζητήματα –τα δικαιώματα, οι μειονότητες, οι γυναίκες, η παιδεία».
Από την πλευρά τους οι Ταλιμπάν προσπαθούν να προσελκύσουν τους γείτονές τους, με τους οποίους έχουν τα ίδια στρατηγικά συμφέροντα, σε ό,τι αφορά κυρίως τις εμπορικές οδούς, τις υποδομές και την ενεργειακή πολιτική. Οι χώρες αυτές «υιοθετούν ένα περιφερικό όραμα που βασίζεται στο Αφγανιστάν», εκτίμησε η Αμίνα Χαν του Ινστιτούτο Στρατηγικών Μελετών του Ισλαμαμπάντ (ISSI).
«Η περιοχή θέλει να διαδραματίσει πιο σημαντικό ρόλο και να συνομιλήσει με τους Ταλιμπάν», πρόσθεσε. Το ισλαμιστικό κίνημα από την πλευρά του θα πρέπει να τηρήσει τις υποσχέσεις του, κυρίως να εμποδίσει τρομοκρατικές οργανώσεις να επιτεθούν στο Πακιστάν, τη Ρωσία, την Κίνα. Στην οποία περίπτωση «θα δούμε σίγουρα τις χώρες της περιοχή να διαδραματίζουν έναν πολύ πιο αποφασιστικό ρόλο», κατέληξε η Χαν.