Πολλές φορές έχει ειπωθεί και γραφτεί ότι ο Ντιέγκο Μαραντόνα έγινε αντικείμενο εκμετάλλευσης από το περιβάλλον του.
Λίγες ημέρες μετά τον θάνατό του, διάφορα μέλη της οικογένειάς του αλληλοκατηγορούνται, όπως έκανε μια από τις αδελφές του, η Άννα, η οποία με παρέμβασή της σε τηλεοπτική εκπομπή κατηγόρησε τις δύο μεγαλύτερες θυγατέρες του Ντιέγκο Μαραντόνα, Ντάλμα και Τζιανίνα.
Η Άννα παρενέβη ενοχλημένη από σχόλια για «αυτούς που συντηρούσε ο Μαραντόνα», με τον παρουσιαστή μάλιστα να παρουσιάζει ένα γενεαλογικό δέντρο με όσους «έτρωγαν» από τον Ντιεγκίτο.
«Λένε ότι εγώ έπαιρνα χρήματα για να είμαι με τον αδελφό μου... Από πού προκύπτει αυτό; Να το αποδείξει. Τα παιδιά και τα παιδιά των αδελφών μου, κανείς δεν ζούσε από τον Ντιέγκο, κανείς. Ναι, ήταν πολύ γενναιόδωρος, κάποιες φορές μας χάριζε κάτι, αλλά μέχρι εκεί. Εμείς δεν ζούσαμε από εκείνον, ποτέ», υποστήριξε η Άννα, βάζοντας στη συνέχεια κατά των δύο μεγαλύτερων θυγατέρων του Μαραντόνα, Ντάλμα και Τζιανίνα.
«Να κλείσουν το στόμα τους»
«Όπως έζησαν εκείνες, χωρίς εκείνον δεν θα ήταν τίποτα. Να κλείσουν το στόμα τους. Να μη μας θάβουν και εμάς, πέρα από τον πόνο που έχουμε, γιατί εμείς όντως πονάμε. Η διαθήκη δεν μας ενδιέφερε ποτέ» συνέχισε σχετικά, επισημαίνοντας ότι «όταν πήγαμε να τον δούμε, είναι γιατί μας το ζήτησε εκείνος, για να δουν ότι είχε οικογένεια, γιατί τον είχαν εγκαταλείψει οι κόρες του. Πότε πήγαν οι κόρες να τον δουν; Ποτέ και αυτό αποδεικνύεται».
Και, στο φινάλε, επιβεβαίωσε με τα λόγια της τον διχασμό που υπάρχει στις τάξεις της ευρύτερης οικογένειας: «Εμείς δεν είμαστε εναντίον τους, αυτές είναι εναντίον μας, δεν ξέρω γιατί. Αν ήταν κόρες του Χουάν Πέρες (σ.σ. ενός άγνωστου, δηλαδή), ποιος θα τις είχε εκεί που είναι; Ρωτήστε τις κόρες πότε τον έβλεπαν. Ποτέ δεν τις συναντήσαμε».
Η Άννα εξήγησε ότι είχε να δει τον Ντιέγκο Μαραντόνα από τον Μάρτιο, εξαιτίας της πανδημίας, αλλά μιλούσαν τακτικά στο τηλέφωνο. «Αφήστε μας ήσυχους, εμείς δεν ενοχλούμε κανέναν και δεν θέλουμε τίποτα από εκείνον. Να μιλάτε για την αγάπη και τον σεβασμό που του είχαμε. Γιατί εμείς τον σεβόμασταν» κατέληξε.