«Η πρώτη νύχτα, ήταν η πιο τρομερή», θυμάται ο Ρόι Χάρλεϊ, ένας από τους 16 επιζώντες της συντριβής αεροσκάφους, που συνέβη πριν από 50 χρόνια στις Άνδεις, αφηγούμενος τον φόβο, το τσουχτερό κρύο και τις φωνές των τραυματιών.
Το βράδυ της 13ης Οκτωβρίου 1972, ένα στρατιωτικό αεροπλάνο που ναυλώθηκε για να μεταφέρει στο Σαντιάγο της Χιλής, μια πανεπιστημιακή ομάδα ράγκμπι από το Μοντεβιδέο, τους διοικούντες και μερικούς φιλάθλους, εξαφανίσθηκε από τα ραντάρ.
Και 72 ημέρες αργότερα, έγινε γνωστό ότι ο πιλότος του αεροσκάφους, παρά την ομίχλη και τα έντονα ρεύματα αέρα, κατάφερε να το προσγειώσει σε μια χιονισμένη περιοχή, στα 3.500 μέτρα πάνω από την επιφάνεια της θάλασσας.
Από τους 45 επιβαίνοντες, οι περισσότεροι από τους οποίους δεν ήταν ακόμη 20 ετών, περίπου δέκα πέθαναν ακαριαία, ενώ άλλοι υπέκυψαν τις επόμενες ημέρες. Αυτή η τραγική ιστορία «ζωντάνεψε» στον κινηματογράφο, μέσω της επιτυχημένης ταινίας «The Survivors», που κυκλοφόρησε το 1993.
«Εκείνο το βράδυ, πέρασα από την κόλαση», θυμάται ο Ρόι Χάρλεϊ, ο οποίος σήμερα, είναι 70 ετών και συνταξιούχος μηχανικός και συνεχίζει αφηγούμενος στο Γαλλικό Πρακτορείο Ειδήσεων: «Στα πόδια μου ήταν ένα αγόρι που του έλειπε μέρος του προσώπου του και… πνιγόταν στο αίμα του. Δεν είχα το θάρρος να του απλώσω το χέρι, να του κρατήσω το χέρι, να το παρηγορήσω. Φοβήθηκα πολύ».
Το επόμενο πρωί, άλλοι τέσσερις άνθρωποι ήταν νεκροί. «Ημασταν τόσο κρύοι, ήταν τόσο σκληρά», θυμάται από την πλευρά του, ο 69χρονος σήμερα, Κάρλος Πάεζ, τονίζοντας πως πίστεψε πολλές φορές, ότι έφθασε η τελευταία του ημέρα στην ζωή.
Αλλά αυτό που ήταν, ίσως, ακόμη πιο δύσκολο, συνέβη την δέκατη ημέρα παραμονής τους σ' εκείνο το σημείο με τις εξαιρετικά δυσμενείς συνθήκες, όταν άκουσαν από το ραδιόφωνο, ότι οι έρευνες για τον εντοπισμό τους, διεκόπησαν.
«Ενα από τα πιο οδυνηρά πράγματα, ήταν η συνειδητοποίηση ότι ο κόσμος συνεχιζόταν χωρίς εμάς», επισημαίνει ο Πάεζ, ο οποίος έχει εξειδικευθεί στην κινητοποίηση του ατόμου. Ωστόσο, αυτό το γεγονός, τούς έκανε να συνειδητοποιήσουν ότι μπορούσαν να βασίζονται μόνο στον εαυτό τους για να σωθούν. Και ότι πρέπει να κάνουν υπομονή.
Δύο από τους επιζώντες, βρήκαν την δύναμη να περπατήσουν για δέκα ημέρες στο κρύο και στο χιόνι για να βρουν σημεία ζωής, ενώ οι υπόλοιποι προσπάθησαν αρχικά να επιβιώσουν και εντέλει το κατάφεραν, τρώγοντας τις παγωμένες σάρκες των νεκρών συντρόφων τους.
Προσοχή ακολουθεί σκληρή εικόνα:
Η πλειοψηφία από εμάς ψηφίσαμε «ναι», λέει ο Χάρλεϊ, εξηγώντας ότι πριν από αυτό, είχαν προσπαθήσει να καταπιούν ό,τι μπορούσε να τους ταΐσει, όπως δερμάτινες σόλες παπουτσιών, τσιγάρα ή ακόμα και οδοντόκρεμα.
«Πεθαίναμε. Όταν έχεις την επιλογή να πεθάνεις ή να χρησιμοποιήσεις το μόνο πράγμα που μένει… Κάναμε ό,τι κάναμε για να ζήσουμε», απολογείται ο 70χρονος συνταξιούχος, ανακαλώντας από την μνήμη του εκείνες τις τραγικές στιγμές.
Κι όμως, αυτό δεν ήταν το μόνο που είχαν ν' αντιμετωπίσουν, καθώς μια χιονοστιβάδα έθαψε την άτρακτο του αεροπλάνου, που τους χρησίμευε ως καταφύγιο ενώ κοιμόντουσαν. Οκτώ από αυτούς πέθαναν τότε. Από τους 32 που είχαν επιζήσει από την συντριβή, ήταν τώρα μόνο 19 οι επιζώντες. Τελικά, άλλοι τρεις πέθαναν τις επόμενες ημέρες.
«Η χιονοστιβάδα ήταν σαν να μας είχε μαχαιρώσει ο Θεός στην πλάτη», τονίζει ο Πάες, ο οποίος μαζί με τους άλλους επιζώντες, κλήθηκαν να επιδείξουν απίστευτη επιμονή για να επιβιώσουν, χρησιμοποιώντας τα συντρίμμια του αεροπλάνου για να φτιάξουν καπέλα, γάντια, χιονοπέδιλα, παπλώματα και ακόμη σκούρα γυαλιά κατά της χιονοτύφλωσης.
Τελικά, χάρη στα δύο μέλη της ομάδας, Ρομπέρτο Κανέσα και Φερνάντο Παράδο, οι οποίοι πήγαν να αναζητήσουν βοήθεια με γνώμονα το ένστικτό τους και μόνο, η βοήθεια που όλοι περίμεναν, έφθασε. Οι δύο άνδρες περπατούσαν ατελείωτα και λίγο πριν χάσουν την ικμάδα τους, βρέθηκαν σε ένα ποτάμι και συνάντησαν έναν έφιππο, ο οποίος και ειδοποίησε τις αρμόδιες αρχές για το δυστύχημα.
Οταν ταξίδευε με το αεροπλάνο, ο Ρόι Χάρλεϊ ζύγιζε 84 κιλά. Και όταν διασώθηκε, ζύγιζε μόλις 37 κιλά!. Κατά μέσο όρο, οι επιζώντες έχασαν 29 κιλά, σύμφωνα με τα αρχεία του ιδιωτικού μουσείου του Μοντεβιδέο που αποτίει φόρο τιμής στους 29 νεκτούς και στους 16 επιζώντες του «Θαύματος των Άνδεων».
«Είναι μια εξαιρετική ιστορία που παρουσιάζει απλούς ανθρώπους», επισημαίνει ο Πάες και προσθέτει ως σύγχρονος φιλόσοφος: «Στο τέλος θριάμβευσε η ζωή»…