Mια τεταρτοετής φοιτήτρια της Ιατρικής, που νοσηλεύεται
επί επτά μήνες σε νοσοκομείο της Ουαλίας για υποκείμενο νόσημα, ενώ προσβλήθηκε και από κορωνοϊό, μοιράζεται τις εμπειρίες της με τον κόσμο, μέσα από τον θάλαμο όπου βρίσκεται.
Οι νοσοκόμες κλαίνε από απελπισία, οι συναγερμοί των μηχανημάτων που υποστηρίζουν τους ασθενείς χτυπάνε όλη μέρα και νύχτα, ενώ στους θαλάμους εξαντλούνται τα ρούχα για τους νέους ασθενείς που έρχονται στο νοσ0κομείο, το οποίο βρίσκεται στα όριά του.
Αυτές είναι μερικές από τις οδυνηρές λεπτομέρειες που έχει βιώσει μία νέα ασθενής με κορωνοϊό σε ένα νοσοκομείο της Ουαλίας, όπως αναφέρει το WalesOnline.
Η Αλεξάνδρα Άνταμς, η οποία είναι τεταρτοετής φοιτήτρια Ιατρικής στο Πανεπιστήμιο του Κάρντιφ, βρίσκεται στο νοσοκομείο επί επτά μήνες, υπό θεραπεία για υποκείμενο νόσημα, και διαγνώστηκε θετική στον κορωνοϊό την ημέρα πριν από την παραμονή της Πρωτοχρονιάς.
Είδε τα χειρότερα που προκάλεσε το peak του δεύτερου κύματος της πανδημίας και μίλησε για την τεράστια πίεση του προσωπικού στο Πανεπιστημιακό Νοσοκομείο της Ουαλίας, καθώς ασχολούνται με ασθενείς που δυσκολεύονται να αναπνεύσουν, ενώ οι συναγερμοί δεν σταματούν να χτυπούν.
Γράφοντας από το νοσοκομειακό της κρεβάτι, η Αλεξάνδρα λέει: «Είναι τρελό εδώ και δεν μιλάω καν για το προσωπικό. Είμαι φοιτήτρια Ιατρικής και είμαι άρρωστη στο νοσοκομείο για επτά μήνες, αλλά τώρα είμαι στην “πτέρυγα Covid” (μετά από θετικό τεστ πριν από την παραμονή της Πρωτοχρονιάς), αν και οι περισσότεροι θάλαμοι στο νοσοκομείο είναι τώρα Covid».
«Αναπνέουμε όλοι με δυσκολία, βήχουμε, γκρινιάζουμε και τα μηχανήματα δεν σταματούν να ειδοποιούν για την κατάστασή μας. Το προσωπικό είναι τόσο απίστευτα ζορισμένο εδώ, είχαμε νοσοκόμες από τη Νοσηλευτική Εταιρεία τις τελευταίες νύχτες επειδή έχουμε έλλειψη. Τα κουδούνια μας μπορούν να χτυπούν για ώρες προτού μας δουν και κανείς δεν μπορεί να έρθει όταν τα μηχανήματά μας ηχούν συνεχώς, επειδή όλα χτυπάνε».
«Εγώ και ένας ασθενής στα 80 του κλαίγαμε μαζί με τον θόρυβο μια νύχτα. Ήταν αφόρητο. Μια νύχτα με άφησαν να κρυώνω σε σεντόνια με εμετό και ούρα, καθώς ο καθετήρας μου είχε διαρροή και έπαθα αναρρόφηση, για τρεις ώρες πριν με αλλάξουν».
«Ο πόνος στα οστά που συνοδεύει τον Covid είναι τρομερός, οπότε πρέπει να με γυρίζουν τακτικά, αλλά μερικές νύχτες υπάρχει μόνο μία νοσοκόμα και ένας βοηθός υγειονομικής περίθαλψης σε έναν ολόκληρο θάλαμο Covid και όλοι πρέπει να περιμένουμε. Είναι εντελώς μη βιώσιμο και δεν φταίει το προσωπικό γι' αυτό. Νιώθω τόσο άσχημα γι' αυτούς και απλώς εύχομαι να μην ήμουν ασθενής που χρειάζεται τόση βοήθεια και φροντίδα. Προσεύχομαι για την ημέρα που θα μπορέσω να επιστρέψω και να βοηθήσω στην πρώτη γραμμή, στην οποία ανήκω ως μέλλουσα γιατρός».
«Μια μέρα, έχυσα ζεστό καφέ πάνω μου και στο κρεβάτι, αλλά δεν μπορούσα να φτάσω στο κουδούνι έκτακτης ανάγκης. Είχε πάει παντού πάνω μου και στο κρεβάτι, κάτω από τον κορμό και τα πόδια μου, και στο παντελόνι μου, αλλά δεν μπορούσα να κινηθώ και δεν μπορούσα να φτάσω στο κουδούνι. Το μόνο που μπορούσα να κάνω ήταν να φωνάξω “Καυτό! Καυτό!”, αλλά κανείς δεν με άκουσε. Πέρασαν 30 λεπτά πριν ένα μέλος του προσωπικού μπορέσει να με βοηθήσει. Η υπεύθυνη νοσοκόμα τελικά ήρθε και ζήτησε συγγνώμη, πριν ξεσπάσει σε κλάματα, λέγοντας ότι αυτό δεν πρέπει να είναι έτσι και ότι δεν είναι αυτό το να είσαι νοσοκόμα. Οι άνθρωποι πεθαίνουν και το προσωπικό υποφέρει», λέει.
Η Αλεξάνδρα, η οποία γιόρτασε τα 27α γενέθλιά της στο νοσοκομείο στα τέλη Ιανουαρίου, γράφει σε blog σχετικά με τις ιατρικές της σπουδές και την παραμονή της στο νοσοκομείο.
«Ένα βράδυ, ο πόνος στα οστά και στους μυς από τον Covid-19 με έκανε να ουρλιάζω τόσο πολύ που έπρεπε να δαγκώσω το μαξιλάρι μου σε μια προσπάθεια να ηρεμήσω», είπε.
«Οι πόρτες σφραγίστηκαν. Οι θυρωροί έρχονταν να τις κλείσουν κάθε φορά που ένας νεκρός ασθενής έπρεπε να μεταφερθεί έξω από τον θάλαμο και στο νεκροτομείο. Στην αρχή, αυτό συνέβαινε μία φορά, ίσως δύο φορές, την εβδομάδα. Τώρα συνεχίζουν να τις κλείνουν μόνιμα. Άκουσα ότι οι αριθμοί είχαν αυξηθεί εκείνη την εβδομάδα που ήμουν εκεί. Επέλεξα να κοιτάζω μακριά από αυτόν τον έρημο διάδρομο, και αντίθετα κοίταζα στο κενό προς τον γκρίζο ουρανό, χωρίς συναισθήματα, μέσα από το παγωμένο παράθυρο».
Η Αλεξάνδρα, της οποίας η μαμά ζει στο Κάρντιφ για να είναι κοντά της, ενώ ο μπαμπάς και η αδελφή της βρίσκονται 200 μίλια μακριά στο Κεντ, λέει ότι ο κορωνοϊός την έχει χτυπήσει «σκληρά» και είναι κάτι που δεν θα ήθελε να συμβεί στους χειρότερους εχθρούς της.
Και σαν να μην έφτανε αυτό, έχει στοχοποιηθεί από αντι-Covid τρολς. Η Αλεξάνδρα λέει ότι ο σκοπός του ιστολογίου της ήταν να ενημερώσει τους ανθρώπους για την πραγματική καταστροφή που συμβαίνει πίσω από τις κλειστές πόρτες των νοσοκομείων και να αναδείξει τη σκληρή δουλειά του προσωπικού του NHS στο επίκεντρο της μάχης κατά του κορωνοϊού.
«Ωστόσο, τα σχόλια κάποιων ανθρώπων στο blog μου με άφησαν σοκαρισμένη και αναστατωμένη. Με βρίζουν και με αποκαλούν “ψεύτρα”, της οποίας η ιστορία δεν είναι παρά “δημιούργημα της φαντασίας” και “μ@@@@@ς”. Με έχουν επίσης αποκαλέσει “επαγγελματία στις προπαγανδιστικές φωτογραφίες” και ότι “κινδυνολογώ και κάνω τον κόσμο να πιστεύει ότι οι νέοι υγιείς άνθρωποι διατρέχουν σοβαρό κίνδυνο όταν στην πραγματικότητα δεν είναι είναι έτσι”».
«Λένε ότι κάνω να ακούγεται ο κορωνοϊός κάτι που δεν είναι, ενώ άλλοι τον παρουσιάζουν ως “ένα συνηθισμένο κρυολόγημα”. Είμαι τόσο θυμωμένη και αναστατωμένη, αλλά είμαι ακόμα αδύναμη στο νοσοκομείο, οπότε δεν έχω την ενέργεια να απαντήσω σε κανένα από αυτά».
«Είναι ένα πολύ δυνατό χαστούκι στο πρόσωπο για όλους μας -αλλά ειδικά για εκείνους που εργάζονται ακούραστα για να μας σώσουν και για εκείνους που έχουν χάσει αγαπημένα άτομα από αυτόν τον ιό, νέους ή ηλικιωμένους. Το πρώτο άτομο που έχασα από τον Covid ήταν ένας φίλος μου, πίσω στο πρώτο lockdown. Και ναι, ήταν νέος, χωρίς υποκείμενα νοσήματα. Έτσι συμβαίνει», περιγράφει η νεαρή κοπέλα.
«Είμαι νέα, στα 20 μου, και αυτός ο ιός με έχει καταστρέψει εντελώς -και όμως με πληγώνει να ακούω όλες τις αντι-Covid διαμαρτυρίες από εκείνους που είναι τόσο τυφλοί εκεί έξω. Σε τι έχει μετατραπεί αυτός ο κόσμος;», αναρωτιέται και συνεχίζει:
«Ο κορωνοϊός με χτύπησε σκληρά. Πραγματικά, πολύ σκληρά. Τα Χριστούγεννα και η Πρωτοχρονιά έγιναν πολύ, πολύ ζοφερά -κάτι που δεν θα ήθελα ποτέ να συμβεί ούτε στους χειρότερους εχθρούς μου. Πέρα από όλα τα άλλα, η πανδημία Covid-19 όχι μόνο με δίδαξε να είμαι ευγνώμων για κάθε μικρό πράγμα που έχω, αλλά και να συγχωρώ, σε μια εποχή που δεν συναντάμε τίποτα άλλο εκτός από απίστευτα απαράδεκτες περιστάσεις».
«Η δέσμευση, η αγάπη και η ανιδιοτέλεια κάθε ατόμου, σε μια εποχή τέτοιου τρόμου, είναι ένα πολύτιμο στοιχείο που έχει δημιουργήσει αυτή η πανδημία. Το πράγμα που πραγματικά εύχομαι τώρα για εσάς, το ευρύ κοινό, είναι να κοιτάξετε, να ακούσετε, να σταματήσετε και να εκτιμήσετε ότι ο Covid-19 είναι πραγματικά αληθινός, είναι πραγματικά φρικτός και μπορεί πραγματικά να σας σκοτώσει, αν δεν αρχίσετε να ακούτε τις ιστορίες μας τώρα και να φερθείτε υπεύθυνα».