Η Θέμις Μπαζάκα είναι μια από τις ηθοποιούς, που όταν τη βλέπουμε δεν μπορούμε παρά να αναφωνήσουμε «αυτή το’χει». Δεν είναι τυχαίο λοιπόν που το πηγαίο της ταλέντο την έχει αναδείξει στις περισσότερες δουλειές, στις οποίες έχει συμμετάσχει. Το Ρεμπέτικο, τα Πέτρινα Χρόνια, η Φανέλα με το 9, αλλά και η τωρινή της ενασχόληση με τη Μητέρα του Σκύλου στο Εθνικό, είναι μόνο μερικά από τα παραδείγματα. Άραγε μια ηθοποιός με τόση εμπειρία πως βλέπει την εποχή μας και από τι δυσκολίες πέρασε για να φτάσει εκεί που είναι;
Υπάρχει ελπίδα, με τη σημερινή κατάσταση που επικρατεί στην Ελλάδα;
Στο κανάλι που έχουμε μπει και παρατηρώντας τα πράγματα, δεν πιστεύω ότι μπορούμε να βγούμε από αυτό πριν περάσουν 15-20 χρόνια. Το αισιόδοξο είναι ότι θα υπάρξει μια βαθιά ύφεση, για 3-5 χρόνια, και, μέσα από αυτό, θα δημιουργηθούν άλλες συνθήκες, άλλα δεδομένα. Ευτυχώς, κάποιοι άνθρωποι δεν θα πάψουν να δημιουργούν, να ελπίζουν, να παλεύουν με ανεμόμυλους, δονκιχωτικά και ηρωικά. Πιστεύω πάρα πολύ στα νέα παιδιά, γιατί θα βρουν το δικό τους τρόπο να δουλεύουν και να παράγουν τέχνη.
Ζήσατε ποτέ με ελάχιστα χρήματα;
Εννοείται! Εγώ μετά τα 29 μου, όταν άρχισα να κάνω τηλεόραση, ξεκίνησα να βγάζω λεφτά. Όσο κι αν σου ακούγεται παράξενο μάλιστα, έχω κάνει από τότε 22 σίριαλ στην τηλεόραση και δεν ήταν όλα επιτυχημένα. Μέχρι τότε, είχα παιδί, δούλευα στο σινεμά, πληρωνόμουν από ελάχιστα έως τίποτα και ζούσα με το τίποτα. Θυ¬μάμαι ότι ο κακομοίρης ο μπαμπάς μου μου έστελνε από το μισθό του κάποια λίγα λεφτά για να έχω να φάω.
Ποια άλλη δουλειά θα μπορούσατε να κάνετε για να ζήσετε;
Ξέρω ότι μια δουλειά που δεν θα μπορούσα να κάνω ποτέ είναι δημόσια ή ιδιωτική υπάλληλος, να πηγαίνω σε ένα γραφείο και να έχω το οκτάωρό μου. Θα μπορούσα να σκοτώσω. Παρόλο που είμαι με οκτάμηνη σύμβαση στο Εθνικό και τέσσερις μήνες το χρόνο μένω άνεργη, το να κλειστώ σε ένα γραφείο δεν θα το άντεχα ποτέ.
Φοβάστε καθόλου όταν περπατάτε μόνη σας στην Ομόνοια;
Όχι. Μπορεί, στην αρχή, να με ξάφνιασε η εικόνα, αλλά θεωρώ ότι οι άνθρωποι δεν είναι επιθετικοί, ούτε όμως κι εγώ τους προκαλώ. Δεν κυκλοφορώ με ακριβά φουστάνια κάνοντας πασαρέλα δίπλα από τους άστεγους, δεν έχω λεφτά μαζί μου, ούτε κάρτες, τις οποίες, έτσι κι αλλιώς, δεν απέκτησα ποτέ. Μέχρι και την ταυτότητά μου την έχω σε φωτοτυπία. Όταν εγώ πήγα το ’85 στη Νέα Υόρκη, έπαθα την πλάκα μου από τον κίνδυνο. Ζούσα σε μία περιοχή hardcore, με όπλα, με ναρκωτικά, με τρομερούς τσαμπουκάδες -έχω δει μπροστά μου ακόμη και να σκοτώνουν άνθρωπο-, οπότε δεν μου είναι άγνωστα αυτά που βλέπω να γίνονται στο Κέντρο. Πιο πολύ με πειράζει αυτή η μεγάλη δυστυχία που έχει εξαπλωθεί στην πόλη, το ότι οι άνθρωποι έχουν χάσει την ανθρωπιά τους, είναι αγενείς, ατομιστές.
Ο έρωτας δεν είναι η ισορροπία σας, με όλα αυτά που συμβαίνουν στην πόλη;
Α, δεν ασχολούμαι μ’ αυτό τώρα. Δεν προλαβαίνω. Άσε που αυτή η συνθήκη της πόλης έχει δημιουργήσει έναν τεράστιο αντιερωτισμό στους ανθρώπους. Έχουν πάψει πια να φλερτάρουν. Σπάνια συναντάς ερωτικούς ανθρώπους στην Αθήνα.
Δεν σας λείπει ο έρωτας;
Εννοείται. Αλλά δεν τον σκέφτομαι και πολύ. Ο έρωτας είναι κάτι που έρχεται ξαφνικά, εκεί που δεν το περιμένεις. Δεν είναι κάτι που το αποζητάς, το επιδιώκεις ή το κυνηγάς. Το βλέμμα μου, εδώ και τρία χρόνια που είμαι μόνη μου, δεν έχει ακουμπήσει σε κάποιον άντρα παραπάνω από ένα δευτερόλεπτο, δεν έχω συναντήσει κάποιον που να με ελκύσει το πνεύμα του, το χιούμορ του, η στάση και η θέση του στη ζωή. Πρέπει να σου πω ότι συναντάω αρκετούς ανθρώπους που μου αρέσει το μυαλό τους, αλλά είναι κυρίως γυναίκες και νέα παιδιά, 25 χρόνων. Κι εγώ δεν είχα ποτέ τάση γι’ αυτή την ηλικία.
Πηγή: Down Town