Σχεδόν όλοι είμαστε εξοικειωμένοι με το φωτογραφικό έργο του Araki, ωστόσο οι αληθινοί λάτρεις της ιαπωνικής φωτογραφίας αγαπούν εξίσου τον ασπρόμαυρο φωτογραφικό αισθησιασμό του Daido Moriyama, ενός από τους πιο ερμητικούς καλλιτέχνες της αβανγκάρντ σκηνής του Τόκιο.
Οι φωτογραφίες δρόμου του Moriyama είναι η δουλειά ενός αληθινού μαιτρ εικονοκλαστικού αυτοσχεδιασμού κι ευαίσθητης εστίασης. Ο Moriyama θεωρείται πλέον ένας cult καλλιτέχνης και η εμμονή του για τη σύλληψη φωτογραφικών στιγμιότυπων δρόμου (που χρονολογείται ήδη από τη δεκαετία του ’60) εξακολουθεί να ασκεί τεράστια επιρροή στη σύγχρονη φωτογραφία.
Από τη δεκαετία του ’60, έχετε αφοσιωθεί στη φωτογραφία του «στιγμιότυπου».
Πολλά πράγματα έχουν αλλάξει από τη δεκαετία του ’60 ώς τις μέρες μας, όχι όμως το στυλ μου στα φωτογραφικά στιγμιότυπα δρόμου. Λατρεύω τους δρόμους. Μου φαίνονται πολύ ενδιαφέροντες. Ουσιαστικά, είναι το μόνο θέμα που μ’ ενδιαφέρει. Γι’ αυτό και διατηρώ την ίδια πάντα στάση στη φωτογράφηση ενός στιγμιότυπου είτε βρίσκομαι στη Νέα Υόρκη ή στη Χαβάη είτε στο Μπουένος Άιρες. Πιστεύω πως η φωτογραφία υφίσταται στο δρόμο, στον έξω κόσμο. Ίσως αυτή να είναι μια εσφαλμένη αντίληψη, αλλά εκφράζει σχεδόν απόλυτα τη δική μου πεποίθηση. Οι δρόμοι με συνεπαίρνουν. Είναι τόσο δραματικοί! Κι εμπεριέχουν ταυτοχρόνως στοιχεία λαϊκής τέχνης κι εννοιολογικής τέχνης, όλα τα είδη των πρωτοποριών στην τέχνη. Γι’ αυτό και κουβαλώ πάντα μαζί μου μια φωτογραφική μηχανή, οπουδήποτε κι αν πηγαίνω.
Τι σας ωθεί να φωτογραφίσετε κάτι;
Εξαρτάται από τις περιστάσεις. Ίσως σας βοηθήσει κάπως η ατάκα του Kishin Shinoyama στο διαφημιστικό σποτ της Minolta: «Όταν ασθμαίνεις, φωτογράφισε». Τα φωτογραφικά στιγμιότυπα του δρόμου είναι φυσιολογικές στιγμές με μιαν αισθητική αξία. Προκύπτουν από τις συνθήκες μιας απόκρισης. Συλλαμβάνω τη στιγμή αναγνώρισης – ή ανάμνησης– ενός αισθητικού νοήματος. Οι μαντικές δυνάμεις της πρόβλεψης μού το αποκαλύπτουν. Η στιγμή που φωτογραφίζω είναι ουσιαστικά ασύνειδη. Υπάρχει κάτι πέραν του συνειδητού που μου διαφεύγει. Δεν μπορώ να κάνω καμιά εικασία ως προς το τι με ωθεί να τραβήξω μια φωτογραφία.
Υπάρχει κάποια άμεση εμπειρία σας που εντείνει την έλξη σας για τη ζωή στους δρόμους;
Όταν ήμουν μαθητής απεχθανόμουν τις σχολικές αίθουσες. Κατέφευγα λοιπόν στη βιβλιοθήκη για να διαβάσω κάποιο βιβλίο ή απλώς τριγυρνούσα στους δρόμους. Ασυνείδητα, διατηρώ ακόμη την ανάμνηση κάποιων σκηνών του δρόμου. Όταν φωτογραφίζω αισθάνομαι πως ανακαλώ κάτι από κείνη την περίοδο της ζωής μου. Δεν πρόκειται για νοσταλγία. Οφείλεται, κυρίως, στο γεγονός ότι έχω δει τόσο πολλά πράγματα που μπορώ πλέον να τα ανασύρω μέσω της φωτογραφίας.
Γεννηθήκατε το 1938, που σημαίνει πως είδατε –ως παιδί– τα συντρίμμια που άφησε ο πόλεμος στην Ιαπωνία.
Πήγα στο σχολείο ακριβώς τη χρονιά που έληξε ο πόλεμος. Τότε δεν είχα επίγνωση της δριμύτητας, τα έβλεπα όλα με τα μάτια ενός μικρού παιδιού. Η φύση της δουλειάς του πατέρα μου, επέβαλε στην οικογένεια να μετακινείται διαρκώς από τη μια πόλη στην άλλη. Έτσι, σε σχέση με τα περισσότερα παιδιά, μπόρεσα να δω πολλά διαφορετικά πράγματα. Νομίζω πως αυτή η εμπειρία συνδέεται, κατά κάποιον τρόπο, με την αποφασιστική στιγμή της λήψης μιας φωτογραφίας. Αν κι εύχομαι να είχα καταφέρει να αποτυπώσω εκείνες τις εικόνες σ’ ένα φιλμ. Μετανιώνω κυρίως που δεν τράβηξα καθόλου φωτογραφίες από εκείνη την περίοδο. Μακάρι να ήμουν τότε 30 χρονών και να είχα μια δική μου φωτογραφική μηχανή το 1947 ή ’48.
Ποια είναι η πιο έντονη ανάμνησή σας;
Ένα πλήθος ανθρώπων συγκεντρωμένο γύρω από μια εορταστική πυρά στα χαλάσματα πίσω από τον σιδηροδρομικό σταθμό της Οσάκα, τέλη του 1946. Υπήρχαν ατέλειωτες ουρές ανθρώπων που περίμεναν το τρένο κι αλήτες που περιφέρονταν άσκοπα. Θυμάμαι επίσης πως όταν ήμουν μαθητής στην Πέμπτη τάξη, το σχολείο μου ήταν πλάι σε μια αμερικάνικη Βάση. Η Αμερική είχε κηρύξει τον πόλεμο ενάντια στην Κορέα και κατά τη διάρκεια των μαθημάτων ακούγαμε τα βομβαρδιστικά που απογειώνονταν. Όταν τέλειωναν τα μαθήματα, μου άρεσε να περιπλανιέμαι στη συνοικία με τα μπαρ γύρω από την Βάση. Με έθελγε η αμαρτωλή ατμόσφαιρα της περιοχής, οι λάμπες νέον που σπινθήριζαν. Γι’ αυτό κι ενθουσιάζομαι όποτε επισκέπτομαι την Yokosuka ή κάποια άλλη αμερικανική Βάση.
Πότε ξεκίνησε το ενδιαφέρον σας για τη φωτογραφία;
Όταν ήμουν 17 χρονών. Είχα δανειστεί από ένα φίλο μου το βιβλίο του Robert Capa, Slightly Out of Focus. Ήταν η πρώτη μου επαφή με κάποιον φωτογράφο. Έως τότε, αγνοούσα ακόμη και την ύπαρξη τέτοιων ανθρώπων. Όταν είχα φτάσει 20 χρονών, εργαζόμουν σ’ ένα ατελιέ γραφιστικής, όπου δεν έβρισκα τίποτε το ενδιαφέρον. Μεταπήδησα, λοιπόν, στο φωτογραφικό εργαστήρι του Takeji Iwamiya, στην Οσάκα. Όχι γιατί ήθελα στ’ αλήθεια να γίνω φωτογράφος ή γιατί αγαπούσα την τέχνη της φωτογραφίας, αλλά γιατί απλώς ήθελα ν’ αλλάξω περιβάλλον.
Στραφήκατε από την αρχή στη «φωτογραφία δρόμου»;
Επηρεάστηκα πολύ από τον Seiryū Inoue. Κι έτσι ξεκίνησα να φωτογραφίζω στους δρόμους ολόγυρα στην πόλη. Ο Inoue ήταν πολύ καλός μαζί μου. Ο ίδιος φωτογράφιζε στο Kamagasaki, που ήταν τότε η μεγαλύτερη παραγκούπολη της Ιαπωνίας. Τον ακολουθούσα στα γκέτο όπου εκείνος φωτογράφιζε. Η πρώτη μου εντύπωση για το τι στ’ αλήθεια είναι η «φωτογραφία δρόμου» προήλθε από την κοινή μας εμπειρία στο Kamagasaki. Κι επομένως, οφείλω την τέχνη μου στον Seiryū Inoue. Συνήθιζε να μου λέει: «Θα φωτογραφίσω σ’ αυτήν εδώ την περιοχή. Αν προκύψει κάποιο πρόβλημα, εγώ θα τρέξω από δω κι εσύ απ’ την άλλη μεριά – εντάξει; Για να μη μας πιάσουν και τους δυο μαζί». Τον ακολουθούσα πειθήνια σαν κουτάβι – ήταν ένας ατίθασος φωτογράφος που υπέκλεπτε συναρπαστικές καθημερινές σκηνές απ’ το Kamagasaki. Όταν έγινα 21, είχα ήδη βαρεθεί την Οσάκα κι έτσι μετακόμισα στο Τόκιο, όπου πρωτοείδα την έκδοση New York του William Klein. Αυτή ήταν μια καθοριστική στιγμή. Στην τελευταία σελίδα υπάρχει μια πανοραμική λήψη του Μανχάταν. Μου φάνηκε πραγματικά φίνα! Μια τέτοια φωτογραφία ήθελα να τραβήξω κι εγώ. Κι έτσι βυθίστηκα σιγά-σιγά μες στη φωτογραφική τέχνη.
Τι είναι, για εσάς, η φωτογραφία;
Η φωτογραφία είναι ένα πολύ ερωτικό πράγμα – κι αυτό τα λέει όλα. Σε ό,τι με αφορά, περιορίζομαι στην ασπρόμαυρη φωτογραφία, και μπορώ να πω ότι ο ερωτισμός της μονοχρωμίας δεν έγκειται στο αν είναι όντως ερωτική ή όχι, αλλά μονάχα στους υπαινιγμούς που περικλείονται στο κάδρο. Κι αυτό είναι που την καθιστά σπουδαία. Ο ερωτισμός είναι η πεμπτουσία και η χάρη της φωτογραφικής τέχνης. Ακόμη κι ένα τυχαίο στιγμιότυπο πλανόδιων λαθρεμπόρων είναι, για μένα, πολύ ερωτικό. Έτσι πρέπει να είναι οι φωτογραφίες. Κάθε φωτογραφία είναι σαν μια σκιά. Αν υπάρχει ήλιος ή κάποιο άλλο φως, αναδύεται κι αυτή μπροστά μου.
πηγή: PURPLE FASHION Magazine, Fall Winter 2010/2011 – Συνέντευξη στον Fumihiro Hayashi