Σεφ, Ιδιοκτήτρια του Μεσπιλέα, τηλεοπτική σταρ, η Ιωάννα Τσολομίτη μιλάει στην iefimerida για την ζωή της και τον αγώνα της να επιβιώσει σε έναν ανδροκρατούμενο κόσμο και σε ένα ακόμα πιο ανδροκρατούμενο επάγγελμα.
Πώς ήταν τα παιδικά σας χρόνια;
Η ζωή μου ήταν πολύ δύσκολη και πολύπλευρη. Είναι από αυτές που βλέπεις καμιά φορά στη τηλεόραση, ξέρεις σήριαλ, και λες αχ και αυτό το έχω ζήσει, αχ και το άλλο... Έχω ζήσει συνταρακτικά πράγματα και σκέφτομαι κάποια στιγμή να τα γράψω όλα αυτά...
Είχατε δύσκολα παιδικά χρόνια;
Όχι ακριβώς. Μεγάλωσα στην Ηλιούπολη σε μια ευκατάστατη οικογένεια, με πολύ αγάπη μεταξύ των γονιών μου, αλλά η μητέρα μου ήταν πολύ αυταρχική, επειδή και η δική της η μητέρα ήταν πολύ αυταρχική μαζί της. Και μας μεγάλωσε με πολλά «μη» και «πρέπει», στρατιωτικός νόμος! Φαντάσου ότι με λογοδόσανε 13 χρονών και ο σύζυγός μου ήταν 15 χρόνια μεγαλύτερος μου. Αυτός με είχε δει, του άρεσα, με ζήτησε, τα βρήκανε στα οικονομικά με προφορικό προικοσύμφωνο. Εγώ δεν ήξερα τίποτα. Μου το ανακοίνωσαν μια μέρα που θα πήγαινα σε μια ροκ συναυλία με τον αδελφό μου. Θυμάμαι μου είπαν «εσύ δεν θα πας πουθενά». Μάλιστα έτρωγα ένα πορτοκάλι εκείνη την ώρα. Φυσικά όταν το άκουσα μου έφυγε το πορτοκάλι από το στόμα και έκλαψα πάρα-πάρα πολύ. Τους παρακάλεσα να μην μου το κάνουν αυτό, αλλά η μητέρα μου ήταν ανένδοτη. Ο πατέρας μου ήταν ένας καλοπροαίρετος άνθρωπος αλλά δεν είχε λόγο στο μεγάλωμα των παιδιών. Είχαν έτσι μοιράσει τους ρόλους με την μητέρα μου.
Και πότε παντρευτήκατε;
Όταν ήμουν 16 χρονών, πήγαινα ακόμη σχολείο. Φορούσα σοσόνι! Θυμάμαι ότι ξύρισα για πρώτη φορά τα πόδια μου την ημέρα του γάμου μου. Εκείνη την ημέρα μου φόρεσαν ένα καπέλο και εγώ είπα κλαίγοντας στην μητέρα μου να το σταματήσει όλο αυτό. Αλλά μου απάντησε: «Εγώ δεν θέλω τέτοια ρεζιλίκια» Και έτσι παντρεύτηκα. Και σύντομα, μόλις τελείωσα το Λύκειο και πήγα στην Καλών Τεχνών, απέκτησα και δύο παιδιά.
Πώς και προέκυψε η Καλών Τεχνών; Δεν ήταν λίγο δύσκολο, λίγο ταμπού, εκείνη την εποχή, μια παντρεμένη γυναίκα με δύο παιδιά να σπουδάζει;
Όλα αυτά που μου είχαν συμβεί μου έδωσαν τη δύναμη να παλέψω, να δημιουργήσω πράγματα και να βρω τον τρόπο να κερδίσω την ελευθερία μου. Ο άνθρωπος μπορεί να κάνει τα πάντα. Μπορεί να σηκώσει τον κόσμο στις πλάτες του. Εγώ όταν ακούω άνθρωπος σκέφτομαι τον Άτλαντα! Έτσι έδωσα κρυφά εξετάσεις για την Καλών Τεχνών. Με προέτρεψε και μια καθηγήτρια μου που μου έκανε επίσης κρυφά σχέδιο στο κατηχητικό.
Και το δέχτηκαν οι δικοί σας;
Τους το είπα όταν πια είχα περάσει και αναγκάστηκαν να το δεχτούν. Βέβαια στην αρχή μου έκαναν πόλεμο. Μέχρι και τα φώτα μου έσβηναν τα βράδια για να μην κάνω τα σχέδιά μου για τη σχολή. Η σχολή και τα παιδιά μου ήταν αυτά που μου έδωσαν δύναμη, ήταν η απόλυτη ευτυχία μου, η λύτρωσή μου. Πίσω δεν υπήρχε πια! Έτσι προχώρησα. Και πάλι με στήριξαν πολύ οι καθηγητές μου, ειδικά η κα Σταθοπούλου. Με αγαπούσε πολύ. Οι δικοί μου, πάλι, θεωρούσαν ότι αυτό είναι μια φάση που θα μου περάσει. Δεν το θεωρούσαν επάγγελμα. Ο μπαμπάς μου έλεγε: «Τι θα κάνεις; Κοκόνες;» (γέλια). Όμως εγώ μετά τη σχολή και πάλι κρυφά έστησα το εργαστήριο κεραμικής μου. Βέβαια, τότε ο άντρας μου είχε την ιδέα να ανοίξουμε ένα εστιατόριο. Ο Έλληνας αυτό έχει στο μυαλό του: να ανοίξει ένα εστιατόριο!
Αυτό δεν έχει αλλάξει μέχρι και σήμερα...
Αυτό είναι αλήθεια! Ο Έλληνας, αν έχει λεφτά και αν δεν έχει, πάντα ένα εστιατόριο θέλει να ανοίξει! (γέλια)... Τέλος πάντων, εγώ δεν ήθελα να ασχοληθώ με αυτό αλλά επειδή ήθελα να κρατήσω το εργαστήριό μου, δέχτηκα να δουλέψω και εκεί. Έτσι ήταν όλη μου η ζωή: εξαγόραζα πάντα κάτι. Αφού θα κάνω αυτό θα με αφήσεις να κάνω το άλλο. Πάντως δεν μετανιώνω για τίποτα. Γιατί τελικά όλα γίνονται για κάποιο λόγο. Τι θα έκανα σήμερα αν δεν είχα μάθει τη μαγειρική; Το εργαστήριό μου, το έφεραν έτσι οι συνθήκες, και το έκλεισα 15 χρόνια μετά!
Και πότε ακριβώς ξεκινήσατε να ασχολείστε με τη μαγειρική;
Το 1975. Είχα την τύχη ο πρώτος μου άντρας να συνεργάζεται με υψηλά ιστάμενα πρόσωπα της εποχής και δεν βίωσα στην αρχή τη σκληρότητα αυτής της δουλειάς, γιατί ξεκίνησα ως μια μαγειρισούλα, συμπαθητική, που μαγείρευε για τις συζύγους όλων αυτών των γνωστών προσώπων, οι οποίες δεν ήξεραν τίποτε από μαγειρική, αλλά εμπιστεύονταν τα ακόμα άπειρα τότε χεράκια μου. Και εγώ, μικρή κοπέλα, έμπαινα στις κουζίνες αυτών των σπιτιών και προσπαθούσα με τα βιβλία μαγειρικής και με τη φαντασία μου να δημιουργήσω κάτι καλό, που για αυτούς ήταν κάτι πάρα πολύ καλό. Γιατί αν δεν ξέρεις τίποτα από μαγειρική και φασολάκια, που λέει ο λόγος, να σου φτιάξει ο άλλος, θα σου φανεί φανταστικό. Όμως όλο αυτό εμένα μου δημιούργησε το αίσθημα ευθύνης, ότι πρέπει να εξελιχθώ, να κάνω κάτι πραγματικά καλό. Γι’ αυτό και πήγα και σε σχολή μαγειρικής για κάποια χρόνια, χωρίς ποτέ να φαντάζομαι ότι αυτό θα ήταν το μέλλον μου. Τότε το έβλεπα ως ένα οικονομικό στήριγμα. Εξάλλου εγώ είχα το εργαστηριάκι μου. Η ζωή όμως τα έφερε έτσι... Όλα αυτά που σου είπα με έκαναν απίστευτα δυνατή. Δεν κολλάω πουθενά, ούτε κολλάω να μιλήσω με τον οποιοδήποτε. Με φωνάζανε «Σιδηρά Κυρία», ήταν και η εποχή της Θάτσερ... Θυμάμαι ότι τότε που δούλευα για τον Ανδρέα Παπανδρέου, του έφτιαχνα το πρωϊνό και ενώ ήμουν μια κοπελίτσα, τολμούσα όταν με φώναζε και καθόμουν μαζί του στην κουνιστή πολυθρόνα και μιλούσα μαζί του για τα πάντα: και για ανάλαφρα θέματα με την δροσιά της ηλικίας μου, αλλά και για σοβαρά πράγματα, για πράγματα με βαρύτητα, και θυμάμαι με φώναζε Γιαννάκι! Ήταν πολύ γλυκός άνθρωπος!
Σήμερα μια γυναίκα σε μια επαγγελματική κουζίνα πόσο κόντρα ρόλος μπορεί να είναι;
Οι άντρες συνάδελφοί μου με θεωρούσαν μια γυναίκα στην κουζίνα του σπιτιού. Δεν θέλω να πω ονόματα. Θυμάσαι τι συνέβη με το Χριστό που πήγε με το γαϊδούρι στη Γαλιλαία και όλοι του έλεγαν Ωσαννά και μετά τον σταυρώσανε; Ε, εμένα αυτό μου συνέβη ανάποδα. Αυτοί οι συνάδελφοι που πρώτα δεν με ήθελαν και με σταυρώσανε, οι ίδιοι άνθρωποι με αποθεώσανε, μου έκαναν γιορτή, με βγάλανε την καλύτερη γυναίκα ελληνίδα chef... Πρόσεξε, chef όχι μαγείρισσα.
Ποιά η διαφορά μεταξύ ενός chef και ενός μάγειρα;
Chef σημαίνει οργάνωση, εκπαίδευση, κοστολόγηση... και πάνω από όλα σημαίνει δούλα. Το ψευτιλίκι που πουλάνε κάποιοι παρά έξω είναι επειδή αυτοί έχουν τη μύτη ψηλά και βλέπουν μόνο το καπέλο τους! Για μένα chef είναι αυτός που δουλεύει πιο σκληρά από όλους, που είναι ταπεινός, που αγαπάει πολύ αυτό που κάνει και αγαπάει και τους ανθρώπους. Γιατί στη δουλειά αυτή θα βρεις ΤΑ στραβάδια! Εσύ κάνεις στον άλλο ψυχοθεραπεία κανονικά στην κουζίνα σου. Έρχεται ο άλλος να δουλέψει και πρέπει μέσα σε μισή ώρα να δεις αν το έχει ή δεν το έχει, πού να τον αξιοποιήσεις, και να τον βοηθήσεις, ακόμα και στα προσωπικά του, ή αν τον βλέπεις να ζορίζεται κάποια στιγμή, να τον χαλαρώσεις
Αυτό όμως δεν το κάνει και όλος ο κόσμος! Να ασχολείται δηλαδή με τα προσωπικά των υπαλλήλων του. Οι περισσότεροι πιστεύουν πως η σχέση εργοδότη-υπαλλήλου σταματά στον χώρο της δουλειάς και στο αντικείμενό της.
Αν ο κόσμος γύρω μας έβλεπε πρώτα τον άνθρωπο και μετά τη δουλειά, αυτή τη στιγμή δεν θα ήμασταν η χώρα που είμαστε. Μια χώρα βουτηγμένη στην κρίση. Ο άνθρωποι θέλουν κίνητρα: κοινωνικά, επαγγελματικά, οικονομικά... Δεν μπορείς τον άλλο να τον πάρεις, να τον κουρδίσεις και να περιμένεις να δουλέψει . Κάποια στιγμή ο οποιοσδήποτε θα τσατιστεί και θα κάνει μια γκριμάτσα δυσαρέσκειας. Αν εγώ θέλω να διατηρήσω το αρχηγιλίκι μου ως επιχειρηματίας ή ως chef κάποιου άλλου επιχειρηματία παλιότερα -που τότε ήμουν και πιο αυστηρή- αυτή τη γκριμάτσα πρέπει να τη δω και να την αντιμετωπίσω, να τη διαβάσω.
Ήσασταν πιο αυστηρή σαν chef παρά σαν επιχειρηματίας;
Ναι, γιατί τότε είχα να λογοδοτήσω σε κάποιον πάνω από εμένα που με κατακρεουργούσε. Αυτή τη στιγμή εγώ λογοδοτώ στον εαυτό μου και έχω την ευχέρεια να είμαι πιο ευέλικτη με τους ανθρώπους. Γιατί είναι σκληρή αυτή η δουλειά. Δουλεύεις νύχτα, όρθιος, με τόσο βάρος πάνω στη σπονδυλική σου στήλη, με τόσο άγχος και αγώνα και ιδρώτα όταν έχει πολύ κόσμο... Πρέπει να τον απαλύνεις τον άλλο. Υπάρχουν βέβαια και αυτοί που το εκμεταλλεύονται. Γιατί μην ξεχνάς ότι αυτή η δουλειά δεν έχει και τις διάνοιες...
Αληθεύει δηλαδή αυτό που ισχυρίζονται μερικοί ότι οι μάγειρες είναι επί το πλείστον αμόρφωτοι; Γιατί αυτό ακούγεται λίγο σκληρό, ρατσιστικό σχεδόν...
Ακούγεται σκληρό, αλλά έτσι είναι εν μέρει. Είναι τέτοιο το σύστημα στην Ελλάδα που σχεδόν όλοι οι γονείς θέλουν τα παιδιά τους να σπουδάσουν και να μορφωθούν. Αλλά δεν γίνεται να μορφωθούν όλοι, ούτε υπάρχουν δουλειές για να απορροφηθούν όσοι σπουδάζουν. Σε αυτήν τη δουλειά λοιπόν έρχονται κυρίως αυτοί που έκαναν μια δυο απόπειρες να σπουδάσουν, δεν τα κατάφεραν και οι γονείς τους απελπισμένοι τους έβαλαν να γίνουν μάγειρες για να κάνουν κάτι πρακτικό. Αλλά δεν είναι όλοι ικανοί. Τους στέλνουν στις σχολές μαγειρικής και μετά το 90% των μαθητών δεν ακολουθεί αυτή τη δουλειά... Χαμένα λεφτά. Αλλά αν το πεις στους γονείς, δεν θέλουν να το ακούσουν. Το έζησα και εγώ γιατί δίδασκα σε σχολή.
Και για τους καταξιωμένους συναδέλφους σας ποιο θεωρείτε ότι είναι το επίπεδό τους;
Οι συνάδελφοί μου είναι όπως όλοι οι άνθρωποι. Υπάρχουν και καλοί και κακοί. Καλοί επαγγελματίες και κακοί, μορφωμένοι και αμόρφωτοι, μορφωμένοι κοινωνικά, αλλά και σπουδαγμένοι που είναι αμόρφωτοι κοινωνικά.
Θεωρείτε ότι ίσως έχουν μπει στον χώρο και άνθρωποι που δεν θα έπρεπε να μπουν, μόνο και μόνο γιατί η γεύση και η μαγειρική έχουν γίνει μόδα;
Εμένα με ενοχλεί όλο αυτό που έχει γίνει, γιατί πλέον δεν αφήνουν τον κόσμο να έχει τη φαντασία του φαγητού. Το φαγητό είναι μια απόλαυση. Αν ανακαλύψεις στο έπακρο τις απολαύσεις παύουν να είναι απολαύσεις. Και σε αυτό φταίει και η τηλεόραση και μέσα σε αυτή είμαι και εγώ. Η τηλεόραση έχει θεοποιήσει ανθρώπους που δεν είναι καν επαγγελματίες. Πιστεύω πως μόνο ένα 20% από αυτούς που βλέπουμε είναι επαγγελματίες και ας με πείτε τρελή. Αλλά εγώ ξέρω το ιστορικό τους και για αυτούς που δεν το ξέρω, πάλι φαίνεται η άγνοιά τους. Αυτό είναι το κακό που κάνει η τηλεόραση, παραπλανεί τον κόσμο και αυτός που είναι ψηλά κάποια στιγμή ξεφουσκώνει, γιατί η τηλεόραση χρησιμοποιεί τους ανθρώπους και εσύ την χρησιμοποιείς βέβαια για δικά σου οφέλη. Και εγώ είμαι ένα πιόνι. Είμαι εκεί γιατί τους κάνω νούμερα. Όταν θα σταματήσω να κάνω νούμερα, το ξέρω ότι θα με πετάξουν.
Πώς είναι οι σχέσεις σας με την υπόλοιπη τηλεοπτική σας παρέα στο «Μες Την Kαλή Χαρά»; Γιατί εμείς, ως κοινό, εισπράττουμε κάτι πολύ θετικό.
Με συμπαθούν τα τρία αγόρια πάρα πολύ: ο Δημήτρης, ο Βασίλης και ο Θέμης . Με τη δε Ναταλία αισθάνομαι πως έχω μια πολύ καρμική σχέση. Με τη Σίσσυ πάλι και με τα παιδιά στο πλατό δεν έχω κανένα παράπονο, με έχουν βασίλισσα εκεί μέσα. Αγαπώ τα παιδιά στην εκπομπή, μου αρέσει που είμαι σε αυτή και δεν θα ήθελα να σταματήσει. Μου έχουν κάνει προτάσεις και από άλλα κανάλια και με καλά χρήματα αλλά εγώ δεν θέλω να φύγω.
Πόσο δύσκολο είναι να κάνει κανείς μαγειρική εκπομπή μέσα στον αυστηρό τηλεοπτικό χρόνο;
Είναι πάρα πολύ δύσκολο! Και εκεί χρειάζεται ταλέντο και πολλή δουλειά. Για να βγει μια πεντάλεπτη εκπομπή θα πρέπει να έχεις δουλέψει για δύο μέρες πριν. Και έχεις δουλέψει και μήνες πριν την αρχή της σεζόν για να βρεις συνταγές καλά ψαγμένες, που να είναι κατανοητές από τον κόσμο. Δεν μπορείς να βγεις να φτιάχνεις αφρούς...
Τους κάνουνε όμως κάποιοι...
Κακώς τους κάνουν. Για μένα κάποιος που θα βγει να τα κάνει αυτά στην τηλεόραση δεν σημαίνει πως είναι καλός μάγειρας. Υπάρχουν κάποιοι που τα κάνουν αυτά και δεν ξέρουν να φτιάξουν ένα κοκκινιστό κρέας! Τους έχω δει και στο μαγαζί μου. Έρχονται εδώ κατά καιρούς για δουλειά μάγειρες με περγαμηνές, με σπουδές στη Λωζάνη κ.λπ. και ξαφνικά εκπλήσσονται που βλέπουν τόσες προεκτάσεις της ελληνικής κουζίνας. Ή του κρέατος! Μου λένε ότι μέχρι τότε νόμιζαν ότι κρέας σε εστιατόριο είναι μόνο το ψαρονέφρι, το φιλέτο και το κοτόπουλο! Εγώ είμαι της παλιάς σχολής. Είμαι νταμαχιάρα. Όλα αυτά τα τυποποιημένα προϊόντα: σκόνες, μείγματα, μπαχαρικά που βγήκαν σήμερα δεν υπήρχαν κάποτε και όλα περνούσαν από τα χέρια σου. Τα χέρια μου ήταν κομμένα παντού. Δεν υπήρχε, φερ’ ειπείν, το βαζάκι της σάλτσας πιπεριάς που τώρα το παίρνεις έτοιμο και κάνει κάποιους μαγείρους «μάγκες», συγνώμη για την έκφραση!
Δηλαδή όντως μπορεί να είναι κάποιος ακόμα και chef και να μην ξέρει να μαγειρεύει;
Ναι! Λυπάμαι που το λέω, αλλά ναι! Και μάλιστα έχουν και καλά πόστα. Και έχουν κατακρεουργήσει επιχειρηματίες και έχουν κλείσει μαγαζιά και εδώ στο Γκάζι ακόμα. Αλλά φταίνε και οι επιχειρηματίες που αφήνουν τους chef ελεύθερους να κάνουν ό,τι θέλουν. Μαζί πρέπει να βγάζουν τα μενού και κυρίως πρέπει να σκέφτονται τι θέλει ο άλλος, και ο άλλος είναι ο κόσμος.
Υπάρχει πάντως μια στροφή τα τελευταία χρόνια στην ελληνική κουζίνα...
Γιατί να μην στηρίξουμε την ελληνική κουζίνα; Έχουμε μια εξαιρετικά πλούσια κουζίνα, με πολύ καλά υλικά. Εξάλλου gourmet σημαίνει καλό φαγητό. Για μένα το κακό έγινε επειδή κάποιοι επιχειρηματίες έφεραν πολλούς ξενόφερτους chef και άραξαν στην Ελλάδα. Και δεν υποψιαζόμαστε: γιατί αυτοί οι chef δεν εργάζονται στις πατρίδες τους αφού είναι τόσο μεγάλοι; Γιατί εμείς τους αποθεώνουμε και στηρίζουμε το κουβέρ των €200. Και φυσικά αυτοί δεν κάνουν ελληνική κουζίνα, θα κάνουν αυτή του τόπου τους, την οποία φυσικά έχουν εξελίξει. Εγώ αν είχα gourmet εστιατόριο έξω θα έφτιαχνα παπάδες!
Άρα εσείς δεν αυτοχαρακτηρίζεστε gourmet;
Gourmet είμαι γιατί κάνω καλό και νόστιμο, υγιεινό και σπιτικό φαγάκι. Σαν αυτό που θα έτρωγες στο σπίτι σου. Εδώ τσακώνομαι με το προσωπικό για να τους μάθω να βάζουν ψωμάκι στους κεφτέδες και όχι φρυγανιά. Δεν φτιάχνουμε meat balls. Στην Ελλάδα το κεφτεδάκι φτιάχνεται με ψωμάκι!
Και για το υπερτιμημένο φαγητό που γίνεται πολλή κουβέντα...
Χαίρομαι που έγινε αυτή η κρίση για να βάλουνε όλοι την ουρά στα σκέλια. Υπάρχουν πολύ καλά προϊόντα που είναι και οικονομικά για να βγάλουν καλά και οικονομικά πιάτα. Και εγώ εδώ gourmet κουζίνα δεν κάνω; Εγώ γιατί βρίσκω τον προμηθευτή και κάνω συμφωνία για να πάρω το black angus σε καλή τιμή, μόλις στα €8! Γιατί αυτοί δεν το ψάχνουν;
Ίσως γιατί επικρατεί η νοοτροπία ότι ακριβό φαγητό σημαίνει καλό φαγητό.
Αυτό είναι Ελλάδα! Υπάρχουν κακοί μάγειροι που φτιάχνουν καλά πιάτα που δεν ξέρουν να τα κοστολογήσουν. Κάποιοι βγάζουν τιμή από μνήμης. Ακόμα και το αλάτι σου πρέπει να μετράς. Να υπάρχει συνταγολόγιο. Από την άλλη, οι επιχειρηματίες θέλουν από το ένα να βγάζουν δέκα! Γι’ αυτό θα κλείσουν, και να κλείσουν. Κρίμα μόνο για τον κόσμο που χάνει τις δουλειές του.
Πρόσφατα βγάλατε και ένα βιβλίο μαγειρικής. Μιλήστε μου για αυτό.
Ήταν μια πρώτη δειλή προσέγγιση του κόσμου. Τα περισσότερα έπονται. Έκανα μια μικρή εγκυκλοπαίδεια μαγειρικής με συνταγές που τις δοκίμασα παρέα με συγγενείς και φίλους. Και είναι συνταγές που, πίστεψέ με, βγαίνουν, ειδικά αν διαβάσεις τα tips. Δεν είναι όλα όσα ξέρω. Και μοριακή γαστρονομία ξέρω, αλλά θα βγάλω ένα βιβλίο κάποια στιγμή μόνο για μαγείρους. Έχω πολλά να πω ακόμα και ειδικά για το κρέας στο οποίο έχω ειδικευτεί. Πάντως στον κόσμο αρέσει. Έγινε και καλή γραφιστική δουλειά.
Τώρα στο μαγαζί εν όψει καλοκαιριού, αλλά και Μεγάλης Εβδομάδας τι φαγητά θα υπάρχουν;
Σκέφτομαι μετά το Πάσχα να βγάλω το μενού μου και να παίζω με πιάτα ημέρας. Για όλους αυτούς που έρχονται και αναζητούν το κάτι διαφορετικό που φτιάχνω. Θα υπάρχει λοιπόν μια κάρτα με τα ορεκτικά και τα πιάτα ημέρας. Και είμαι ευτυχισμένη γιατί επιτέλους το μαγαζί μου έχει αποκτήσει ταυτότητα. Θα είναι δικά μου πιάτα στη λογική της προέκτασης της ελληνικής κουζίνας, μάλιστα τώρα θα πάρω και πιστοποίησης ελληνικής κουζίνας. Κανείς δεν μπορεί να με κατηγορήσει ότι κάνω ευρωπαϊκό φαγητό. Όλα μου τα υλικά είναι ελληνικά, άντε να βάλω και κάποιο regatto. Και αυτά τα δικά μου πιο ιδιαίτερα πιάτα θέλει ο κόσμος, όχι τα απλά. Π.χ. φτιάχνω ένα πιάτο με εσπεριδοειδή, μήλα και κοτόπουλο που έχει γίνει το απόλυτο hit... καθιερώθηκε. Τώρα, για τη Μεγάλη Εβδομάδα υπάρχουν πάντα νηστήσιμα, χορτόπιτες, πολλά θαλασσινά, καλαμάρια, θράψαλα, στρείδια, χταπόδια. Από τώρα έχουμε νηστίσιμα. Το Μεγάλο Σάββατο και την Κυριακή του Πάσχα θα είμαστε κλειστά. Δεν μπορώ να έχω τον κόσμο να δουλεύει. Μετά από 30 χρόνια που το έκανα εγώ, δεν θέλω να το ζήσει κανείς άλλος να δουλεύει το Πάσχα.
Μελλοντικά σχέδια;
Πολλά. Εκθέσεις ζωγραφικής, κοσμημάτων... Τα έχω όλα στο μυαλό μου αλλά δεν έχω χρόνο. Ίσως κάποια σεμινάρια μαγειρικής εδώ στο Μεσπιλέα από τον Σεπτέμβρη. Θα δούμε.
Επίσης
- Η Ιωάννα Τσολομίτη είναι μέλος του Chef Club
- Το βιβλίο της έχει τον τίτλο «Πρόσκληση Μαγειρικής» και κυκλοφορεί από τις εκδόσεις GEMA.
- Πληροφορίες για το εστιατόριό της το Μεσπιλέα στο Γκάζι θα βρείτε εδώ