Οι ευρωβουλευτές ζητούν την ενίσχυση των υφιστάμενων κανόνων της ΕΕ σχετικά με τη νομική ευθύνη των εταιρειών με στόχο τη μείωση και την πρόληψη περιβαλλοντικών βλαβών.
Προκειμένου να ενισχυθεί η εφαρμογή των κανόνων της ΕΕ και να αυξηθεί η εμπιστοσύνη των πολιτών σε αυτούς, αλλά και για να προλαμβάνονται και να αποκαθίστανται αποτελεσματικότερα οι περιβαλλοντικές ζημίες, το Κοινοβούλιο ζητεί να βελτιωθούν η οδηγία για την περιβαλλοντική ευθύνη και η οδηγία για το περιβαλλοντικό έγκλημα.
Οι συστάσεις του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου:
- Αναθεώρηση και μετατροπή της οδηγίας για την περιβαλλοντική ευθύνη σε πλήρως εναρμονισμένο κανονισμό που θα ισχύει για όλες τις εταιρείες που δραστηριοποιούνται στην ΕΕ.
- Ευθυγράμμιση της οδηγίας για την περιβαλλοντική ευθύνη με άλλες νομοθετικές πράξεις της ΕΕ για την προστασία του περιβάλλοντος, συμπεριλαμβανομένης της οδηγίας για το περιβαλλοντικό έγκλημα και της Συμφωνίας του Παρισιού για το Κλίμα· αύξηση των προσπαθειών εναρμόνισης της εφαρμογής της στα κράτη μέλη.
- Επικαιροποίηση της οδηγίας για το περιβαλλοντικό έγκλημα μετά από ενδελεχή εκτίμηση επιπτώσεων προκειμένου να ληφθούν υπόψη νέοι τύποι περιβαλλοντικών εγκλημάτων.
- Διερεύνηση του τρόπου με τον οποίο μπορεί να αναγνωριστεί η «οικοκτονία» ως έγκλημα βάσει του δικαίου και της διπλωματίας της ΕΕ· αποσαφήνιση βασικών νομικών όρων στο πλαίσιο των δύο οδηγιών και ανάπτυξη εναρμονισμένης ταξινόμησης των περιβαλλοντικών εγκλημάτων.
- Δημιουργία ειδικής ομάδας της ΕΕ για την οδηγία για την περιβαλλοντική ευθύνη (η οποία θα αποτελείται από εμπειρογνώμονες και υπαλλήλους της Επιτροπής) που θα βοηθά στην εφαρμογή της στα κράτη μέλη και θα παρέχει στήριξη και συμβουλές στα θύματα περιβαλλοντικής ζημίας σχετικά με τη νομική προσφυγή στα όργανα ΕΕ.
- Αξιολόγηση του κατά πόσον θα μπορούσε να θεσπιστεί υποχρεωτικό σύστημα χρηματοοικονομικής ασφάλειας (π.χ. κάλυψη ασφαλειών, τραπεζικών εγγυήσεων, ομολόγων ή κεφαλαίων), ώστε οι φορολογούμενοι να μην είναι υποχρεωμένοι να επωμιστούν το κόστος της περιβαλλοντικής ζημίας.
Περιβαλλοντικά εγκλήματα
Οι ευρωβουλευτές εκφράζουν τη λύπη τους για τα χαμηλά ποσοστά εντοπισμού, διερεύνησης και καταδίκης για περιβαλλοντικά εγκλήματα, τα οποία εκτιμάται ότι αποτελούν το τέταρτο πιο διαδεδομένο είδος εγκληματικής δραστηριότητας στον κόσμο, και ζητούν οι εμπλεκόμενες αρχές (π.χ. εισαγγελείς και δικαστές) να εκπαιδευτούν προκειμένου να βελτιωθεί η δίωξη και η επιβολή κυρώσεων για τα εγκλήματα αυτά. Το πεδίο δράσης της Ευρωπαϊκής Εισαγγελίας (EPPO) θα πρέπει επίσης να επεκταθεί ώστε να καλύπτει περιβαλλοντικά αδικήματα.
Επιπλέον, το Κοινοβούλιο καταδικάζει απερίφραστα κάθε μορφή βίας, παρενόχλησης ή εκφοβισμού εις βάρος υπερασπιστών των περιβαλλοντικών ανθρωπίνων δικαιωμάτων και καλεί τα κράτη μέλη να διερευνήσουν αποτελεσματικά και να κινηθούν νομικά εναντίον τέτοιου είδους πράξεων. Κατά τη διάρκεια της ίδιας συνόδου ολομέλειας, οι ευρωβουλευτές ενέκριναν μία ακόμη έκθεση ζητώντας την ισχυρή στήριξη και προστασία των υπερασπιστών των περιβαλλοντικών δικαιωμάτων από την ΕΕ και την αναγνώριση της «οικοκτονίας» ως διεθνούς εγκλήματος σύμφωνα με το Καταστατικό της Ρώμης.
Η έκθεση σχετικά με την ευθύνη των εταιρειών για περιβαλλοντικές ζημίες εγκρίνεται με 536 ψήφους υπέρ, 121 κατά και 36 αποχές.
Ο εισηγητής Antonius Manders (ΕΛΚ, Ολλανδία) δήλωσε: «Μετά από σχεδόν 20 χρόνια, είναι καιρός να εκσυγχρονιστεί η οδηγία για την περιβαλλοντική ευθύνη παίρνοντας τη μορφή κανονισμού που αποσκοπεί στην πρόληψη και τη μείωση των κινδύνων. Εξίσου σημαντικά είναι τα μέτρα που διασφαλίζουν ότι, σε περίπτωση ζημίας, οι φορολογούμενοι δεν θα πληρώνουν στο τέλος τον λογαριασμό. Τέλος, για να εξασφαλιστούν ίσοι όροι ανταγωνισμού, προτείνουμε τη σύσταση ειδικής ομάδας της ΕΕ στην Επιτροπή, η οποία θα βοηθήσει τα κράτη μέλη να εναρμονίσουν την επιβολή της νομοθεσίας σε ολόκληρη την εσωτερική αγορά.»
Η Επιτροπή ανακοίνωσε κατά τη διάρκεια της συζήτησης στην ολομέλεια της Τετάρτης ότι προετοιμάζει αναθεώρηση της οδηγίας για το περιβαλλοντικό έγκλημα και σύντομα θα δρομολογήσει την αξιολόγηση της οδηγίας για την περιβαλλοντική ευθύνη, σύμφωνα με την προσέγγισή της για την «καλή νομοθέτηση», προτού εξετάσει το ενδεχόμενο αναθεώρησης.