«Εάν δεν αλλάξει τίποτα, αναμένεται άνοδος της θερμοκρασίας 4-5 βαθμούς Κελσίου μέχρι το τέλος του αιώνα», δήλωσε ο Γερμανός καθηγητής Χανς Γιόαχιμ Σέλνχούμπερ, ομότιμος διευθυντής του Ινστιτούτου Ερευνών Κλιματολογίας του Πότσνταμ της Γερμανίας, κατά την τιμητική υποδοχή του ως νέο μέλος της Ακαδημίας Αθηνών.
Όπως τόνισε ο διακεκριμένος Γερμανός καθηγητής στην εκδήλωση της υποδοχής του, «τα ακραία καιρικά φαινόμενα είναι η νέα κανονικότητα» και επεσήμανε τις θερμοκρασίες - ρεκόρ που σημειώνονται στην Ευρώπη, αλλά και τις συνέπειες των ακραίων φαινομένων, όπως είναι οι πλημμύρες. Τόνισε δε, την ανάγκη συγκράτησης της αύξησης της θερμοκρασίας, καθώς όπως είπε, οι πάγοι στην Γροιλανδία μπορούν να λιώσουν με αύξηση μόλις 1,6 βαθμών. «Δεν αυξάνεται μόνο η θερμοκρασία, αλλά αλλάζει και η σύσταση της ατμόσφαιρας», συμπλήρωσε, κρούοντας τον κώδωνα του κινδύνου.
Αναφερόμενος στην τελευταία δημοσίευσή του με τίτλο «Climate tipping points too risky to bet against» (σ.σ. «Τα σημεία απόκλισης του κλίματος είναι πολύ ριψοκίνδυνα για να στοιχηματίσεις ενάντιά τους») ο κ. Σέλνχούμπερ ανέφερε χαρακτηριστικά πως «είμαστε πολύ πιο κοντά στην ζώνη κινδύνου απ΄ ό,τι νομίζουμε» και πρόσθεσε ότι πλέον, «η αλλαγή του κλίματος είναι ζήτημα εθνικής ασφάλειας».
Σύμφωνα με τον καθηγητή, η ανθρωπότητα πρέπει να μειώσει τις εκπομπές του διοξειδίου του άνθρακα (CO2) στο μισό μέχρι το 2030 και να τις μηδενίσει μέχρι το 2050. Παράλληλα, χώρες όπως η Ελλάδα πρέπει να επενδύσουν στην ηλιακή ενέργεια και σε φωτοβολταϊκά συστήματα, όπως είπε και πρόσθεσε ότι υπάρχουν περιοχές όπως η Δυτική Μακεδονία, που μπορούν να τεθούν στην πρωτοπορία της απολιγνιτοποίησης σε πανευρωπαϊκό επίπεδο. Μάλιστα, εξήρε τις πολιτικές πρωτοβουλίες και την πολιτική βούληση του πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη σε σχέση με την ενεργειακή και την περιβαλλοντική πολιτική της κυβέρνησης, καθώς νωρίτερα είχε συνάντηση μαζί του.
Ο κ. Σέλνχούμπερ, τόνισε την ανάγκη για αποανθρακοποίηση της βιομηχανίας, χρήση εναλλακτικών υλικών κατασκευών, και ενίσχυση των δασών και των φυσικών τρόπων αντιμετώπισης της κλιματικής αλλαγής όπως είναι οι υγρότοποι. «Αυτό που χρειαζόμαστε είναι τεχνολογία και καινοτομία, η οποία εκφράζει την ομορφιά που θέλουμε να δούμε γύρω μας. Ακόμα έχουμε ευκαιρία να σώσουμε τον πλανήτη», δήλωσε ο κ. Σέλνχούμπερ.
Το δίπλωμα του νέου αντεπιστέλλοντος μέλους της Ακαδημίας Αθηνών απένειμε ο πρόεδρος της Ακαδημίας, καθηγητής Στέφανος Ήμελλος, παρουσία της αντιπροέδρου Άννας Ψαρούδα Μπενάκη. Τον πρωθυπουργό της χώρας εκπροσώπησε ο υφυπουργός Περιβάλλοντος Δημήτρης Οικονόμου, ενώ το παρών έδωσαν στην εκδήλωση μέλη της Ακαδημίας, καθώς επίσης και η αντιπρόεδρος του Ιδρύματος «Κωνσταντίνος Μητσοτάκης», Αλεξάνδρα Μητσοτάκη.
«Ο καθηγητής Γιόαχιμ Σέλνχούμπερ, με το επιστημονικό του έργο έχει συμβάλει καθοριστικά στην κατανόηση των μακροχρόνιων αλλαγών της ατμόσφαιρας», δήλωσε ο κ. Ήμελλος, συγχαίροντας το νέο μέλος της Ακαδημίας. Απ΄ την πλευρά του, ο καθηγητής Κωνσταντίνος Συνολάκης, παρουσίασε το έργο του καθηγητή Σέλνχούμπερ, λέγοντας ότι «ο τιμώμενος καταλαβαίνει τις αλλαγές του κλίματος ίσως καλύτερα από τον κάθε άλλο, αφού ήταν από τους πρώτους που μίλησαν για το φαινόμενο της κλιματικής αλλαγής, ήδη από το 1996».
Όπως εξήγησε ο κ. Συνολάκης, η προσφορά του νέου μέλους της Ακαδημίας, μεταξύ άλλων εστιάζεται στην επιστημονική τεκμηρίωση των σημείων απόκλισης (tipping points), όσον αφορά την αλλαγή του κλίματος, γεγονός που οδήγησε την επιστημονική κοινότητα στο να θεσπίσει τους δύο βαθμούς Κελσίου ως ανώτατο όριο αύξησης της πλανητικής θερμοκρασίας. Σημείο που υιοθετήθηκε από όλους τους διεθνείς οργανισμούς, και θεσμοθετήθηκε παγκοσμίως στη Συμφωνία του ΟΗΕ για το Κλίμα στο Παρίσι το 2016. Μάλιστα, όπως είπε ο κ. Συνολάκης, ο καθηγητής Σέλνχούμπερ, έχει προβλέψει ότι σε περίπτωση που η θερμοκρασία αυξηθεί πάνω από τους 2 βαθμούς μέχρι το τέλος του αιώνα, δυνητικά ο πληθυσμός της γης μπορεί να φθάσει το ένα δισεκατομμύριο.
Σημειώνεται τέλος, ότι μεταξύ των πολλών ακαδημαϊκών διακρίσεών του σε παγκόσμιο επίπεδο, το νέο μέλος της Ακαδημίας Αθηνών τιμήθηκε το 2006 από τη Σουηδική Ακαδημία με το αντίστοιχο βραβείο Νόμπελ για το Περιβάλλον, είναι επιστημονικός σύμβουλος του νυν και του πρώην γενικού γραμματέα του ΟΗΕ, της καγκελαρίου Α. Μέρκελ, καθώς επίσης και του Πάπα Φραγκίσκου, σε θέματα περιβάλλοντος και κλιματικής αλλαγής, ενώ έχει ασχοληθεί εκτενώς και με ζητήματα λειψυδρίας και πλημμυρών.