Η υγεία της Γης αποτυγχάνει σε ζωτικούς τομείς λένε επιστήμονες.
Η ανθρώπινη δραστηριότητα έχει ωθήσει τον κόσμο στην επικίνδυνη ζώνη σε επτά από τους οκτώ πρόσφατα οριοθετημένους δείκτες πλανητικής ασφάλειας και δικαιοσύνης, σύμφωνα με μια πρωτοποριακή επιστημονική ανάλυση, μεταδίδει ο Guardian.
Η κλιματική αλλαγή, το βάρος της ανθρώπινης δραστηριότητας έχουν αναδείξει τις επιπτωσεις στη ζωή του πλανήτη. Οι πυρκαγιές στον Καναδά και οι σχεδόν μεταποκαλυπτικές εικόνες με τις μάζες καπνού που κατέκλυσαν την ανατολική ακτή των ΗΠΑ είναι ένα τέτοιο ανησυχητικό παράδειγμα.
Πέρα από την κλιματική διαταραχή, η έκθεση της ομάδας επιστημόνων της Επιτροπής για τη Γη, μια έκθεση που εκπονήθηκε και δημοσιεύτηκε προτού δούμε τις απίστευτες εικόνες στις ΗΠΑ παρουσιάζει ανησυχητικά στοιχεία ότι ο πλανήτης μας αντιμετωπίζει αυξανόμενες κρίσεις όσον αφορά τη διαθεσιμότητα του νερού, την επάρκεια σε θρεπτικά συστατικά, τη διατήρηση των οικοσυστημάτων και τη ρύπανση από αερολύματα. Αυτά θέτουν σε κίνδυνο τη σταθερότητα των συστημάτων υποστήριξης της ζωής και επιδεινώνουν την κοινωνική ισότητα.
Ο πλανήτης έχει φτάσει σε σημείο κορεσμού
Η μελέτη, η οποία δημοσιεύθηκε στο περιοδικό Nature, είναι η πιο φιλόδοξη προσπάθεια να συνδυαστούν μέχρι σήμερα ζωτικά σημεία της πλανητικής υγείας με δείκτες της ανθρώπινης ευημερίας.
Ο καθηγητής Γιόχαν Ρόκστρομ, ένας από τους κύριους συντάκτες, δήλωσε: «Πρόκειται για μια προσπάθεια διεπιστημονικής επιστημονικής αξιολόγησης ολόκληρου του συστήματος άνθρωπος-πλανήτης, κάτι που πρέπει να κάνουμε δεδομένων των κινδύνων που αντιμετωπίζουμε».
«Έχουμε φτάσει σε αυτό που ονομάζω σημείο κορεσμού, όπου χτυπάμε το ανώτατο όριο της βιοφυσικής ικανότητας του συστήματος της Γης να παραμείνει σε σταθερή κατάσταση. Πλησιάζουμε σε σημεία καμπής, βλέπουμε όλο και περισσότερες μόνιμες βλάβες των συστημάτων υποστήριξης της ζωής σε παγκόσμια κλίμακα»,σημείωσε ο καθηγητής.
Η Earth Commssion, η οποία συστάθηκε από δεκάδες κορυφαία ερευνητικά ιδρύματα του κόσμου, θέλει η ανάλυση να αποτελέσει την επιστημονική βάση της επόμενης γενιάς στόχων και πρακτικών βιωσιμότητας, οι οποίες θα επεκταθούν πέρα από την τρέχουσα εστίαση στο κλίμα και θα συμπεριλάβουν άλλους δείκτες και την περιβαλλοντική δικαιοσύνη. Ελπίζει ότι οι πόλεις και οι επιχειρήσεις θα υιοθετήσουν τους στόχους ως τρόπο μέτρησης του αντίκτυπου των δραστηριοτήτων τους.
Ζωτικά σημεία της γης όπως οι ζωτικές λειτουργίες του ανθρώπινου οργανισμού
Η μελέτη καθορίζει μια σειρά από «ασφαλή και δίκαια» σημεία αναφοράς για τον πλανήτη, τα οποία μπορούν να συγκριθούν με τα ζωτικά σημεία του ανθρώπινου σώματος. Αντί για τους σφυγμούς, τη θερμοκρασία και την αρτηριακή πίεση, εξετάζει δείκτες όπως η ροή του νερού, η χρήση φωσφόρου και η μετατροπή της γης.
Τα όρια βασίζονται σε μια σύνθεση προηγούμενων μελετών από πανεπιστήμια και επιστημονικές ομάδες του ΟΗΕ, όπως η Διακυβερνητική Επιτροπή για την Κλιματική Αλλαγή και η Διακυβερνητική Πλατφόρμα Επιστήμης-Πολιτικής για τη Βιοποικιλότητα και τις Υπηρεσίες Οικοσυστημάτων.
Κλίμα
Η κατάσταση είναι σοβαρή σχεδόν σε κάθε κατηγορία. Ο καθορισμός παγκόσμιων σημείων αναφοράς αποτελεί πρόκληση. Όσον αφορά το κλίμα, ο κόσμος έχει ήδη υιοθετήσει έναν στόχο για τη διατήρηση της παγκόσμιας θέρμανσης σε όσο το δυνατόν χαμηλότερα επίπεδα μεταξύ 1,5C και 2C πάνω από τα προβιομηχανικά επίπεδα.
Η Earth Commission σημειώνει ότι αυτό είναι ένα επικίνδυνο επίπεδο, επειδή πολλοί άνθρωποι πλήττονται ήδη σοβαρά από την ακραία ζέστη, τις ξηρασίες και τις πλημμύρες που έρχονται με το σημερινό επίπεδο του περίπου 1,2C. Λένε ότι ένας ασφαλής και δίκαιος κλιματικός στόχος είναι ο 1C, ο οποίος θα απαιτούσε μια τεράστια προσπάθεια για την απομάκρυνση του διοξειδίου του άνθρακα από την ατμόσφαιρα. Σημειώνουν ότι είναι αδύνατο να σταθεροποιηθεί το κλίμα χωρίς την προστασία των οικοσυστημάτων.
Για να επιτευχθεί αυτό, το «ασφαλές και δίκαιο» όριο είναι το 50 έως 60% του πλανήτη να φιλοξενεί κυρίως φυσικά οικοσυστήματα. Η πραγματικότητα, ωστόσο, είναι ότι μόνο το 45 έως 50% του πλανήτη διαθέτει ένα άθικτο οικοσύστημα. Σε περιοχές που έχουν αλλοιωθεί από τον άνθρωπο, όπως τα αγροκτήματα, οι πόλεις και τα βιομηχανικά πάρκα, η Επιτροπή για τη Γη αναφέρει ότι τουλάχιστον το 20 έως 25% της γης πρέπει να αφιερωθεί σε ημιφυσικούς οικοτόπους, όπως πάρκα, αγροτεμάχια και συστάδες δέντρων, προκειμένου να διατηρηθούν οι υπηρεσίες του οικοσυστήματος, όπως η επικονίαση, η ρύθμιση της ποιότητας του νερού, ο έλεγχος των παρασίτων και των ασθενειών, καθώς και τα οφέλη για την υγεία και την ψυχική υγεία που παρέχει η πρόσβαση στη φύση.
Ωστόσο, περίπου τα δύο τρίτα των τροποποιημένων τοπίων αποτυγχάνουν να επιτύχουν αυτόν τον στόχο.
Ρύπανση
Ένας άλλος στόχος αφορά τη ρύπανση από αερολύματα, η οποία συσσωρεύεται από τις εξατμίσεις των αυτοκινήτων, τα εργοστάσια και τους σταθμούς ηλεκτροπαραγωγής με άνθρακα, πετρέλαιο και φυσικό αέριο. Σε παγκόσμιο επίπεδο, η έκθεση επικεντρώθηκε στην ελαχιστοποίηση της ανισορροπίας των συγκεντρώσεων αερολυμάτων μεταξύ του βόρειου και του νότιου ημισφαιρίου, η οποία μπορεί να διαταράξει την εποχή των μουσώνων και άλλα καιρικά φαινόμενα.
Σε τοπικό επίπεδο, π.χ. στις πόλεις, ακολουθεί τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας, ο οποίος καθόρισε ως όριο τα 15 μικρογραμμάρια ανά κυβικό μέτρο μέση ετήσια έκθεση σε μικρά αιωρούμενα σωματίδια, γνωστά ως PM2,5, τα οποία μπορούν να βλάψουν τους πνεύμονες και την καρδιά. Πρόκειται για ένα ζήτημα κοινωνικής δικαιοσύνης, διότι οι φτωχότερες, κοινότητες τείνουν να υφίστανται τα χειρότερα αποτελέσματα, καθώς πολλές από αυτές βρίσκονται σε ευάλωτες περιοχές.
Τα ύδατα
Το κριτήριο αναφοράς για τα επιφανειακά ύδατα είναι ότι δεν πρέπει να εμποδίζεται περισσότερο από το 20% της ροής των ποταμών και των ρεμάτων σε οποιαδήποτε λεκάνη απορροής, διότι αυτό οδηγεί σε μείωση της ποιότητας των υδάτων και προκαλεί πρόβλημα στα είδη που ζουν στο γλυκό νερό. Αυτό το «ασφαλές όριο» έχει ήδη ξεπεραστεί στο ένα τρίτο της σε παγκόσμιο επίπεδο, από τα υδροηλεκτρικά φράγματα, τα συστήματα αποχέτευσης και άλλες κατασκευές.
Η ιστορία είναι παρόμοια κακή για τα συστήματα υπόγειων υδάτων, όπου το ασφαλές όριο είναι να μην εξαντλούνται οι υδροφορείς ταχύτερα από ό,τι μπορούν να αναπληρωθούν. Ωστόσο, το 47% των λεκανών απορροής ποταμών στον κόσμο εξαντλείται με ανησυχητικό ρυθμό. Αυτό αποτελεί μεγάλο πρόβλημα σε πληθυσμιακά κέντρα όπως η Πόλη του Μεξικού και σε περιοχές με εντατική γεωργία όπως η πεδιάδα της Βόρειας Κίνας.
Θρεπτικά συστατικά
Τα θρεπτικά συστατικά είναι ένας άλλος τομέας ανησυχίας, επειδή οι αγρότες στις πλουσιότερες χώρες ψεκάζουν περισσότερο άζωτο και φώσφορο από ό,τι μπορούν να απορροφήσουν τα φυτά και η γη. Αυτό αυξάνει προσωρινά τις αποδόσεις, αλλά οδηγεί σε απορροές στα υδάτινα συστήματα που ασφυκτιούν από την άνθιση των φυκών και είναι ανθυγιεινά για τον άνθρωπο. Η παγκόσμια ισότητα είναι το κλειδί εδώ, λέει η έκθεση.
Τα φτωχότερα έθνη χρειάζονται περισσότερα λιπάσματα, ενώ τα πλούσια έθνη πρέπει να μειώσουν το πλεόνασμα. Με την εξισορρόπηση, το «ασφαλές και δίκαιο όριο» σε αυτή την περίπτωση είναι ένα παγκόσμιο πλεόνασμα 61 εκατ. τόνων αζώτου και περίπου 6 εκατ. τόνων φωσφόρου.
Υπάρχει ελπίδα αλλά λίγος χρόνος
Οι συγγραφείς λένε ότι η πλανητική διάγνωση είναι ζοφερή, αλλά όχι ακόμη πέρα από κάθε ελπίδα, αν και ο χρόνος για την αντιμετώπιση του προβλήματος εξαντλείται.
Η Τζογιέτα Γκούπτα, συμπρόεδρος της Επιτροπής για τη Γη και καθηγήτρια περιβάλλοντος και ανάπτυξης στον παγκόσμιο Νότο στο Πανεπιστήμιο του Άμστερνταμ, δήλωσε: «Ο γιατρός μας θα έλεγε ότι η Γη είναι πραγματικά αρκετά άρρωστη αυτή τη στιγμή σε πολλούς τομείς. Και αυτό επηρεάζει τους ανθρώπους που ζουν στη Γη. Δεν πρέπει να αντιμετωπίσουμε μόνο τα συμπτώματα, αλλά και τις αιτίες».
Ο Ντέιβιντ Ομπούρα, ένα άλλο μέλος της Εarth Commssion και διευθυντής της έρευνας και ανάπτυξης παράκτιων ωκεανών , δήλωσε ότι το πλαίσιο πολιτικής υπάρχει ήδη για την επιστροφή σε ασφαλή όρια μέσω των στόχων των υφιστάμενων συμφωνιών του ΟΗΕ για το κλίμα και τη βιοποικιλότητα. Τόνισε όμως ότι οι καταναλωτικές επιλογές πρέπει επίσης να διαδραματίσουν σημαντικό ρόλο.
«Υπάρχουν ορισμένα φάρμακα που μπορούμε να πάρουμε, αλλά χρειαζόμαστε επίσης αλλαγές στον τρόπο ζωής - λιγότερο κρέας, περισσότερο νερό και μια πιο ισορροπημένη διατροφή», είπε. «Είναι δυνατόν να τα καταφέρουμε. Οι αναγεννητικές δυνάμεις της φύσης είναι ισχυρές … αλλά χρειαζόμαστε πολύ περισσότερη δέσμευση», τόνισε.