Η εμφάνιση μολυσματικών νόσων είναι πολύ πιθανότερη σε αποδασωμένες περιοχές ή εκεί όπου υπάρχουν μονοκαλλιέργειες, σύμφωνα με πρόσφατη έρευνα που υποδεικνύει ότι όσο μειώνεται η βιοποικιλότητα τόσο θα αυξάνονται οι επιδημίες.
Η αλλαγή στη χρήση της γης αποτελεί σημαντικό παράγοντα εμφάνισης ζωονοσογόνων ιών όπως ο νέος κορωνοϊός και ασθενειών όπως η ελονοσία, αναφέρει η μελέτη που δημοσιεύθηκε σήμερα στο στο Frontiers in Veterinary Science.
Ακόμη και οι δενδροφυτεύσεις μπορούν να αυξήσουν τους κινδύνους για την υγεία των τοπικών ανθρώπινων πληθυσμών αν φυτεύεται μόνο ένας μικρός αριθμός ειδών, όπως συμβαίνει στις φυτείες για εμπορική εκμετάλλευση, συμπεραίνει η δημοσίευση.
Οι ερευνητές τονίζουν ότι αυτό συμβαίνει επειδή σε ένα υγιές δάσος με βιοποικιλότητα οι ασθένειες φιλτράρονται και τελικά εμποδίζονται χάρη στα διαφορετικά είδη ζώων και βιοτόπων. Όταν το δάσος αντικαθίσταται από φυτείες με φοίνικες, σόγια ή ευκάλυπτους, τα πιο εξειδικευμένα είδη εξαφανίζονται και απομένουν μόνο ζώα όπως ποντίκια και κουνούπια που διασπείρουν παθογόνα μεταξύ ανθρώπινων και μη ανθρώπινων βιότοπων. Το αποτέλεσμα είναι η απώλεια της φυσικής ρύθμισης των ασθενειών.
“Ξαφνιάστηκα διαπιστώνοντας πόσο σαφές είναι το μοτίβο”, δήλωσε στην βρετανική εφημερίδα Guardian ένας από τους συγγραφείς της έρευνας, ο Σερζ Μοράν από το γαλλικό Εθνικό Κέντρο Επιστημονικών Ερευνών. “Θα πρέπει να δώσουμε μεγαλύτερη σημασία στο ρόλο των δασών για την υγεία των ανθρώπων, των ζώων και του περιβάλλοντος. Το μήνυμα της μελέτης αυτής θα μπορούσε να είναι ‘Μην ξεχνάτε το δάσος’”.
Οι ερευνητές μελέτησαν τον συσχετισμό των τάσεων που έχουν να κάνουν με τη δασική κάλυψη, τον πληθυσμό και τις ασθένειες σε όλο τον πλανήτη, χρησιμοποιώντας στατιστικά στοιχεία από διεθνείς οργανισμούς όπως ο ΠΟΥ, η Παγκόσμια Τράπεζα, ο Οργανισμός Τροφίμων και Γεωργίας και η βάση επιδημιολογικών δεδομένων Gideon. Κατά την περίοδο που καλύπτει η μελέτη, από το 1990 έως το 2016, σημειώνονται 3.884 εκδηλώσεις εστιών μόλυνσης από 116 ζωονοσογόνες ασθένειες που μεταπήδησαν στους ανθρώπους και 1.996 εστίες μόλυνσης από 69 μολυσματικές ασθένειες που μεταφέρονται από κουνούπια, τσιμπούρια ή μύγες.
Η μελέτη καταδεικνύει ότι οι εμφανίσεις εστιών μόλυνσης αυξάνονται με το πέρασμα του χρόνου, καθώς επεκτείνονται οι μονοκαλλιέργειες και μειώνεται σταδιακά η δασική κάλυψη. Ο συσχετισμός δεν αρκεί από μόνος του για αν αποδειχθεί η αιτιότητα, καθώς άλλοι παράγοντες, όπως η διαταραχή του κλίματος, ενδέχεται επίσης να επηρεάζουν την κατάσταση. Οι ερευνητές ωστόσο ενισχύουν τα επιχειρήματά τους με πολλαπλές αναφορές σε συγκεκριμένες περιπτώσεις που υπογραμμίζουν τη σχέση μεταξύ επιδημιών και αλλαγής της χρήσης της γης.
Στην Βραζιλία οι επιστήμονες αποδεικνύουν ότι η αποδάσωση αυξάνει τον κίνδυνο ξεσπασμάτων ελονοσίας. Στην νοτιοανατολική Ασία οι μελέτες δείχνουν ότι η αποψίλωση των δασών ευνοεί ένα συγκεκριμένο είδος κουνουπιού που μεταφέρει πολλές ασθένειες. Η απώλεια δασών βρίσκεται επίσης μεταξύ των παραγόντων που συνέβαλαν στην εμφάνιση του ιού Έμπολα στη δυτική Αφρική.
Η νέα αυτή μελέτη προστίθεται στον αυξανόμενο όγκο μελετών που αποδεικνύουν ότι οι ιοί είναι πολύ πιθανότερο να μεταδοθούν σε ανθρώπους ή ζώα όταν ζουν σε οικοσυστήματα που έχουν διαταραχθεί, όπως πρόσφατα αποδασωμένες περιοχές, αποξηραμένους βάλτους που χρησιμοποιούνται για γεωργικές καλλιέργειες, έργα εξορύξεων ή μεγάλη επέκταση του αστικού ιστού.
Ο Μοράν σημειώνει ότι η μελέτη καταδεικνύει ότι η ανάλυση κινδύνων/ωφελειών για κάθε νέο σχέδιο θα πρέπει να περιλαμβάνει και τους κινδύνους ασθενειών. “Όταν εξετάζουμε νέες φυτείες ή ορυχεία θα πρέπει να λαμβάνουμε υπόψη μας και το κόστος που μπορεί να υπάρξει για τη δημόσια υγεία. Οι πρώτοι που κινδυνεύουν είναι οι ντόπιοι, αλλά στη συνέχεια και ολόκληρος ο πλανήτης, μια που έχουμε πόσο γρήγορα ασθένειες όπως η Covid-19 μπορούν να μεταδοθούν”.
Ιδιαίτερη ανησυχία προκαλεί η διαρκώς επιδεινούμενη περιβαλλοντική υγεία του τροπικού δάσους του Αμαζονίου, όπου η αποδάσωση έχει αυξηθεί δραματικά, ενώ εξίσου ανησυχητική είναι η κατάσταση στα τροπικά δάση του Κονγκό και της νοτιοανατολικής Ασίας, αλλά και στη μετατροπή δασών σε μονοκαλλιέργειες στην Κίνα, την Ευρώπη και τις ΗΠΑ.
Ο Μοράν εκπονεί τώρα μία λεπτομερέστερη μελέτη που χρησιμοποιεί δορυφορική ανάλυση της δασικής κάλυψης για να εξετάσει τη σύνδεσή της με ασθένειες. Αν διαθέτει περισσότερες πληροφορίες, εκτιμά ότι θα υπάρχει η δυνατότητα πρόβλεψης μελλοντικών εμφανίσεων ασθενειών, αλλά και έγκαιρης παρέμβασης για τη δημιουργία τοπίων που θα συνδυάζουν την οικονομική παραγωγικότητα με τη βιοποικιλότητα ώστε να μειωθούν οι κίνδυνοι.
Υπογραμμίζει δε, ότι η επόμενη πανδημία είναι απλώς θέμα χρόνου. “Ο κίνδυνος είναι εξαιρετικά υψηλός. Έχουμε μόνο να δούμε πότε και πού θα συμβεί. Πρέπει να είμαστε προετοιμασμένοι”.