«Υπό έλεγχο» είναι ή επιδημία του κορωνοϊού στην Ελλάδα.
Αυτό τόνισε χθες ο Σωτήρης Τσιόδρας κατά την διάρκεια της καθημερινής ενημέρωσης για τα κρούσματα του κορωνοϊού, μια φράση που έρχεται την ίδια ημέρα με το πρώτο στάδιο άρσης των μέτρων. Ο λοιμωξιολόγος ανέφερε πως ο αριθμός των νοσηλευομένων συνεχίζει να μειώνεται, όπως και αυτών που είναι διασωληνωμένοι. Ωστόσο, συνεχίζει να τονίζει πως χρειάζεται από όλους προσοχή, ώστε να μην υπάρξει νέος κύκλος αύξησης των κρουσμάτων.
«Σχετικά με την προσπάθεια όλων μας αυτή την στιγμή που είμαστε σε μια καλή φάση και η επιδημία είναι υπό έλεγχο στην πατρίδα μας, με χαμηλό αριθμό νοσηλευομένων, χαμηλό αριθμό ανθρώπων οι οποίοι είναι στις μονάδες διασωληνωμένοι, έχει μεγάλη σημασία το να καταλάβουμε ότι όλοι είμαστε πολύτιμοι», ήταν η ατάκα του, τονίζοντας πως πρέπει να συνεχιστεί από όλους η προσπάθεια προφύλαξης των ευπαθών ομάδων.
«Όλοι ανήκουμε σε μια κοινή προσπάθεια, η οποία προστατεύει μεν περισσότερο τις ευπαθείς ομάδες, τις ομάδες αυξημένου κινδύνου αλλά αφορά όλους μας, οι οποίοι με σύνεση και αίσθημα ευθύνης πρέπει να καταλάβουν ότι αυτή η φάση είναι πάρα πολύ σημαντική, ιδιαίτερα τις επόμενες δεκαπέντε μέρες», ήταν τα λόγια του.
Κορωνοϊός: Εξι νέα κρούσματα, εκτός ΜΕΘ 81 πολίτες
Στην χθεσινή ενημέρωση, ο κ. Τσιόδρας ανακοίνωσε πως τα νέα κρούσματα του κορωνοϊού ήταν έξι, με το σύνολο να φτάνει τα 2.632, εκ των οποίων το 55,4% αφορά άνδρες. Το 22,6% των κρουσμάτων θεωρούνται σχετιζόμενα με ταξίδι από το εξωτερικό και το 50% με ήδη γνωστό κρούσμα. Συνολικά,3 5 συμπολίτες μας νοσηλεύονται διασωληνωμένοι με την διάμεση ηλικία τους να είναι τα 67 έτη. Το 23% είναι γυναίκες και οι υπόλοιποι άνδρες. Το 91,4% έχει υποκείμενο νόσημα ή είναι ηλικιωμένοι 70 ετών και άνω. Επίσης, από τις ΜΕΘ έχουν εξέλθει 81 ασθενείς.
Οσον αφορά τους θανάτους, ο κ. Τσιόδρας ανακοίνωσε δύο ακόμη ανθρώπινες απώλειες, με το σύνολο να φτάνει τις 146. Οι 39, δηλαδή το 26,7%, αφορά γυναίκες και οι υπόλοιποι ήταν άνδρες. Η διάμεση ηλικία των θανόντων συμπολιτών μας ήταν τα 75 έτη και το 93,2% είχε κάποιο υποκείμενο νόσημα ή/και ηλικία 70 ετών και άνω. Έως σήμερα έχουν συνολικά ελεγχθεί 80.951 κλινικά δείγματα.