«Οι δυνάμεις της Αστυνομίας και της Τροχαίας είχαν τη δυνατότητα να προχωρήσουν στην απομάκρυνση των πολιτών από τις φλεγόμενες περιοχές στο Μάτι και στο Νέο Βουτζά, όμως δεν υπήρξε η απαιτούμενη εισήγηση από τους επιτελείς της Πυροσβεστικής».
Αυτό υποστήριξαν κατηγορούμενοι και μάρτυρες από το αστυνομικό σώμα και την τοπική αυτοδιοίκηση ενώπιον του 6ου τακτικού ανακριτή Αθ. Μαρνέρη, ο οποίος διερευνά τις ευθύνες για τον θάνατο 102 ανθρώπων από τη φονική πυρκαγιά.
Στην απολογία του, στέλεχος της Τροχαίας που αντιμετωπίζει κατηγορίες σε βαθμό πλημμελήματος για ανθρωποκτονία από αμέλεια, υποστήριξε ότι οι δυνάμεις επαρκούσαν ώστε να εκκενωθεί η περιοχή.
«Είχαμε και τη δυνατότητα και επαρκείς δυνάμεις και μέσα προκειμένου να ενημερώσουμε και να απομακρύνουμε τους πολίτες σε ασφαλές μέρος. Εάν το αργότερο μέχρι τις 17:45 δινόταν η εισήγηση από την Πυροσβεστική προς τον αρμόδιο φορέα και εν συνεχεία ενημερωνόταν η ΕΛ.ΑΣ. και η Τροχαία, ακολούθως δε δινόταν εντολή από το Κέντρο Επιχειρήσεων προς εμάς να συνδράμουμε σε μία τέτοια επιχείρηση απομάκρυνσης των πολιτών, είναι βέβαιο ότι θα μπορούσε να επιτευχθεί επιτυχώς, και αυτό το λέω με βεβαιότητα και με βάση τα 30 χρόνια που υπηρετώ στο Σώμα», ανέφερε στην απολογία του.
Το στέλεχος της Τροχαίας υποστήριξε ότι οι δυνάμεις του ήταν σε πλήρη ετοιμότητα και ότι ακόμα και στις 18:30, όταν η πύρινη λαίλαπα πέρασε τη Λεωφόρο Μαραθώνος, κατάφερε με τις εντολές του να διασώσει οδηγούς. «Εφόσον μπορούσαμε να προβούμε σε διάσωση ακόμα και στις 18:30, πόσο, δε, αν μας είχε δοθεί η εντολή να προβούμε στην απομάκρυνση πολιτών 45 λεπτά με 1 ώρα πριν. Σκεφτείτε ότι από τη Λ. Μαραθώνος μέχρι τη θάλασσα είναι 500-600 μέτρα, που σημαίνει ότι ο μέσος κάτοικος της περιοχής θα μπορούσε το αργότερο μέσα σε 15 λεπτά να βρίσκεται σε ασφαλές σημείο κοντά στη θάλασσα. Συνεπώς, υπήρχε και χρόνος και επαρκείς δυνάμεις προκειμένου να γινόταν η εκκένωση και μάλιστα με ασφαλή τρόπο. Εμείς ήμασταν πανέτοιμοι, ωστόσο δεν δόθηκε εισήγηση από την Πυροσβεστική», υποστήριξε ενώπιον του ανακριτή.
Σε ό,τι αφορά στο μποτιλιάρισμα στους δρόμους του Ματιού, που έγινε η αιτία να εγκλωβιστούν δεκάδες θύματα και να χάσουν τη ζωή τους, ο κατηγορούμενος αρνήθηκε ότι υπήρξε ευθύνη από την πλευρά της Τροχαίας και επανέλαβε πως εάν η Πυροσβεστική Υπηρεσία είχε δώσει από νωρίς εντολή για εκκένωση και υπό τον συντονισμό του ελικοπτέρου που πετούσε πάνω από τη φλεγόμενη περιοχή, οι πολίτες θα είχαν απομακρυνθεί με ασφάλεια. Μεταξύ άλλων, απάντησε:
«Οι κάτοικοι αιφνιδιάστηκαν, πανικοβλήθηκαν καθόσον είδαν ξαφνικά τη φωτιά μπροστά τους. Έφυγαν όλοι μαζικά προς τα αυτοκίνητά τους και κατευθύνθηκαν προς τη θάλασσα, που θεωρείτο ασφαλής τόπος. Ωστόσο, και εφόσον τους κυνηγούσε η φωτιά και δεν υπήρχε η δυνατότητα να ανέβουν προς τη Λ. Μαραθώνος, αφού η φωτιά τους κυνηγούσε από τη Λ. Μαραθώνος προς τα κάτω, ήτοι προς τη θάλασσα, επέλεξαν υποχρεωτικά να κατευθυνθούν προς τη θάλασσα. Αυτό είχε συνέπεια να δημιουργηθεί μεγάλο μποτιλιάρισμα, να τους προλάβει η φωτιά και άλλοι να αφήνουν τα αυτοκίνητά τους και να κατευθύνονται πεζή προς τη θάλασσα και άλλοι να εγκλωβίζονται από τη φωτιά. Επαναλαμβάνω πως αν είχε δοθεί εισήγηση από τον επίγειο επικεφαλής της Πυροσβεστικής που είχε τη δυνατότητα και τον χρόνο να το κάνει, κυρίως όμως από τον συντονιστή του ελικοπτέρου που βρισκόταν στην περιοχή και είχε πλήρη εικόνα της επικινδυνότητας της κατάστασης, είναι βέβαιο ότι θα είχαν ενημερωθεί όλοι οι πολίτες στον Βουτζά και το Μάτι και έτσι θα είχαν χρόνο οι συμπολίτες μας να μετακινηθούν και με τα οχήματά τους με ασφάλεια».
Έτερος κατηγορούμενος από την ΕΛ.ΑΣ. επέμεινε στην αναγκαιότητα εκ του νόμου να υπάρξει εισήγηση από την Πυροσβεστική Υπηρεσία για την απομάκρυνση των πολιτών, κάτι που έγινε στη φωτιά της Κινέτας, αλλά όχι στο μέτωπο της Βορειοανατολικής Αττικής, λέγοντας χαρακτηριστικά:
«Κατά πρώτον, οι δυνάμεις της ΕΛ.ΑΣ. και τη Τροχαίας από τις 17:30 και μετά ήταν υπερ-επαρκείς προκειμένου να λάβουν μέρος σε μία ασφαλή επιχείρηση απομάκρυνσης των πολιτών στον Βουτζά και το Μάτι. Ωστόσο, για να προβούν σε μία τέτοια ενέργεια, σύμφωνα με το νόμο, έπρεπε να γίνει εισήγηση από τον επικεφαλής της Πυροσβεστικής προς το Δήμο ή την Περιφέρεια και εν συνεχεία εμείς, αφού παίρναμε εντολή από τον Δήμο ή την Περιφέρεια, θα βοηθήσουμε στην απομάκρυνση των πολιτών, όπως γίνεται πάντα σε τέτοιες περιπτώσεις. Έτσι ακριβώς έγινε επιτυχώς και στην Κινέτα με πολύ λιγότερες δυνάμεις. Επίσης, ήθελα να σας επισημάνω ότι μέχρι τις 18:10 που από την ενημέρωση που είχαμε από τον επικεφαλής αξιωματικό η πυρκαγιά ήταν ιδιαίτερα επικίνδυνη και η ταχύτητά της ήταν μεγάλη, χωρίς να έχουμε κάποιο αίτημα είτε από τον επικεφαλής της αστυνομίας Βορειοανατολικής Αττικής είτε από τον επικεφαλής της Τροχαίας είτε από τον σύνδεσμο της Τροχαίας, που είναι στο κέντρο επιχειρήσεων της ΓΑΔΑ για ενίσχυση των δυνάμεών τους, εμείς στείλαμε επιπλέον δυνάμεις, κλιμακωτά συνέχεια».
Στο ίδιο μήκος κύματος κινήθηκαν και μάρτυρες που εξετάστηκαν από τον χώρο της Τοπικής Αυτοδιοίκησης. Ένας εξ αυτών ανέφερε χαρακτηριστικά στον ανακριτή:
«Ο Δήμος Μαραθώνα έχει στη διάθεσή του πυροσβεστικά οχήματα. Γνωρίζω ότι δύο από αυτά μπορούν να χρησιμοποιηθούν στην κατάσβεση και τα άλλα δύο είναι ανοιχτά, με καρότσα. Τα δύο τα είχαν στην κατοχή τους οι εθελοντές δασοπυροσβέστες . Επίσης, έχουμε τουλάχιστον άλλα τέσσερα αστικά οχήματα τα οποία και αυτά μπορούν να συνδράμουν τόσο σε μία επιχείρηση διάσωσης όσο και στην απομάκρυνση των πολιτών μας. Εμείς ήμασταν σε ετοιμότητα, ωστόσο δεν μας δόθηκε ποτέ εντολή ή εισήγηση από την Πυροσβεστική προκειμένου να προβούμε σε απομάκρυνση των πολιτών. Εμείς ήμασταν έτοιμοι να το κάνουμε αφού είχαμε όλο το έμψυχο και άψυχο δυναμικό για την υλοποίηση μίας τέτοιας επιχείρησης και μάλιστα από την πρώτη στιγμή, ήτοι από τις 16:41 και μετά. Μάλιστα, τέτοια επιχείρηση απομάκρυνσης πολιτών θα μπορούσαμε να την είχαμε κάνει, αφού σε κάτι τέτοιο προβήκαμε περίπου στις 20:00, κατόπιν του ΣΟΠΠ, αφού στείλαμε λεωφορείο μας στην Αγία Μαρίνα προκειμένου να περισυλλέξουμε συμπολίτες μας. Χωρίς εισήγηση, δεν μπορούσαμε, σύμφωνα με τη νομοθεσία, να προβούμε σε τέτοια επιχείρηση. Άλλωστε για την υλοποίησή της χρειάζεται να παίρνουμε κατευθύνσεις από την Πυροσβεστική, διότι αυτή είναι που γνωρίζει την κατεύθυνση της πυρκαγιάς».