Τελικά, μας άρεσε στ' αλήθεια το σόου του Dior ή μας άρεσε περισσότερο που ο Dior έκανε, επιτέλους, σόου στην Ελλάδα;
Κατ' αρχάς, μου άρεσε που ένα διεθνές σόου έγινε στη χώρα μας. Γιατί η πικρή αλήθεια είναι ότι δεν συμβαίνουν συχνά τέτοια γεγονότα στην Αθήνα. Μου άρεσε που η Ελλάδα χθες ταξίδεψε σε όλο τον κόσμο, που έγινε viral αυτή τη φορά όχι ως η απασφαλισμένη, πτωχευμένη χώρα του Grexit της περασμένης δεκαετίας, αλλά ως μια χώρα που κοιτάζει μπροστά και ξέρει στρατηγικά πώς να κεφαλαιοποιεί τα ατού της, δηλαδή τη μακραίωνη ιστορία και τον πολιτισμό της. Δεν έχουμε σκληρή βιομηχανία, έχουμε τον τουρισμό και την Τέχνη, συνεπώς η βαριά κληρονομιά της Αρχαίας Ελλάδας είναι το μοναδικό μας όπλο για να βγούμε από τον φαύλο κύκλο ενός έθνους που από τη σύστασή του πτωχεύει και δανείζεται, που φοβάται και κοιτά καχύποπτα τους ξένους στους οποίους βασίζεται.
Μου άρεσε, λοιπόν, που αυτή τη φορά δεν φοβηθήκαμε την κριτική, δεν απορρίψαμε την πρόταση του Dior, όπως συνέβη με εκείνη του Οίκου Gucci το 2017.
Εδώ και πολλά χρόνια πάσχουμε ως χώρα από μια έντονη εσωστρέφεια, ένα διαρκές άγχος ότι θα βεβηλώσουμε την αρχαιοελληνική μας ταυτότητα, ότι θα τραυματίσουμε τον πολιτισμό μας. Είναι πολύ αισιόδοξο λοιπόν ότι κάναμε ένα βήμα μπροστά και, όπως έχουν κάνει πολλές δυτικές χώρες πριν από εμάς, γίναμε λίγο πιο δημιουργικοί με τα μνημεία μας και τα αξιοποιήσαμε υπέρ μας.
Ανοίξαμε την Ακρόπολη σε ένα μεγάλο brand μόδας για φωτογράφιση και παραχωρήσαμε το Καλλιμάρμαρο, σπάζοντας ένα ταμπού χρόνων και χρόνων. Και να που τελικά μια χούφτα μοντέλα και ένας μεγάλος διεθνής οίκος δεν μαγάρισαν τα ιερά και τα όσια των προγόνων μας. Ποιος βγήκε κερδισμένος; Φυσικά ο τουρισμός μας, αφού όλο αυτό το project λειτούργησε ως μία μεγάλη διεθνής καμπάνια για την Ελλάδα, άρα για την αληθινή πηγή σοβαρού εσόδου αυτής της χώρας.
Παρ' όλα αυτά, το σόου του Dior σε γενικές γραμμές δεν μου άρεσε. Ήταν πολύ σκοτεινό, του έλειπε το φως. Το ελληνικό φως. Υπήρξαν στιγμές που ένιωσα αμήχανα, σαν να παρακολουθώ ένα άνισο σίκουελ της τελετής έναρξης των Ολυμπιακών Αγώνων. Ένα μεγάλο άδειο στάδιο που κατάπινε τα ρούχα, τα μοντέλα, μια λίμνη από σκοτεινό μάρμαρο μέσα στην οποία η μοναδική στιγμή φωτός ήταν ένας λευκός κύκνος, μόνος και έρμος, του οποίου τα φτερά ήταν πεσμένα, αφού ως δημιουργία το έχουμε δει ξανά στην Björk με όχι και τόσο καλές κριτικές.
Η cruise collection του Dior είναι πολύ μουντή για τις χειμερινές διακοπές λίγο μετά τα Χριστούγεννα σε καλοκαιρινούς προορισμούς, resorts και κρουαζιέρες, για τις οποίες εξ ορισμού σχεδιάζεται. Πιο εύκολα θα μπορούσα να φανταστώ όλα αυτά τα σχέδια σε μια φθινοπωρινή κολεξιόν. Φυσικά, μεμονωμένες δημιουργίες, όπως τα φορέματα με τις πτυχώσεις που θύμιζαν μαρμάρινα αρχαία γλυπτά, ή εκείνα με το λεπτό, διάφανο, αέρινο λευκό ύφασμα που έμοιαζε σαν βρεγμένο, ήταν brilliant, αποδεικνύοντας ότι η Maria Grazia Chiuri είναι μια δημιουργός αξιώσεων.
Ωστόσο, προσωπικά, έχοντας εργαστεί 15 ολόκληρα χρόνια σε έντυπα μόδας, παρακολουθώντας άπειρες συλλογές και αντίστοιχα live streaming, θεωρώ ότι η Cruise Collection 2022 του Dior είχε ένα ζήτημα στον τρόπο με τον οποίο τελικά όλα αυτά τα ρούχα -τα αρχαιοελληνικά, τα sporty, τα navy- έδεναν μεταξύ τους σε ένα ενιαίο μήνυμα.
Η σκηνοθεσία, από την άλλη, για ένα event που σε εποχές Covid-19 έπρεπε να λειτουργεί με τηλεοπτικούς όρους ήταν μια ψυχρή, άψυχη καταγραφή με κάμερα ενός live δρώμενου, που θα μπορούσε να βρίσκεται οπουδήποτε στον κόσμο, αφού τίποτα τελικά δεν είχε μέσα του το φως της Ελλάδας (ένα μοναδικό φως, για παράδειγμα όπως αυτό στο βίντεο που είδαμε λίγες ημέρες πριν από τους Δελφούς και την ορχήστρα musicAeterna που ερμήνευσε την 7η Συμφωνία του Μπετόβεν, υπό τη διεύθυνση του Θεόδωρου Κουρεντζή).
Το σόου του Dior θα έπρεπε να έχει γίνει δύο ώρες νωρίτερα, την ώρα της δύσης, όταν ο ουρανός παίρνει αυτό το ιδιαίτερο ελληνικό μπλε της νύχτας που έρχεται. Τα πλάνα ήταν πολύ μακρινά και άδεια και κοντινά σε ρούχα που δεν γέμιζαν το κάδρο σαν γλυπτά.
Η μουσική ήταν υποτονική και δεν τόνιζε το δραματικό στοιχείο του αρχικού concept που είχα διαβάσει για τις αρχαίες μητέρες θεές. Η ιδέα να δεθούν οι αρχαιοελληνικοί χιτώνες με sneakers ήταν ομολογουμένως εμπνευσμένη και ήταν από τις πολύ δυνατές στιγμές της κολεξιόν.
Όμως το σύνολο δεν είχε αρχή, μέση και τέλος, όπως άλλα fashion show. Η μουσική δεν έδενε με τον βηματισμό των μοντέλων ούτε με τους κυματισμούς των υφασμάτων μέσα στη νύχτα. Η εικόνα που είχε ο θεατής ήταν ελλιπής, σαν να μην υπήρχε κορύφωση. Εκτός αν κάποιος θεωρεί ότι μερικά πυροτεχνήματα είναι κάτι παραπάνω από πυροτεχνήματα.
Mου θύμισε κάτι φωτογραφίες που τραβάμε με το κινητό μας στην Πανσέληνο, νομίζοντας πως έχουμε αποτυπώσει σε μια εικόνα ολόκληρη τη μαγεία μιας φωταγωγημένης νύχτας και τελικά το φεγγάρι βγαίνει σαν μια θολή κουκκίδα μέσα σε μια θολή βραδινή λάσπη.