Στο Τριμελές Εφετείο Κακουργημάτων Θεσσαλονίκης παραπέμπτεται πρώην υποθηκοφύλακας, καθώς κατηγορείται για υπεξαίρεση και ξέπλυμα μαύρου χρήματος.
Σύμφωνα με το voria, η εξέλιξη αυτή είναι αποτέλεσμα εισαγγελικής έρευνας για μία σειρά από άμισθα υποθηκοφυλακεία και τη διαχείριση συγκεκριμένων πόρων και στο συγκεκριμένο πρώην υποθηκοφυλακείο παρακρατήθηκαν από τέλη περισσότερα από 5 εκατομμύρια ευρώ, τα οποία δεν αποδόθηκαν στο διάστημα από το 2001 έως το 2016.
Σύμφωνα με το παραπεμπτικό βούλευμα που στέλνει την υπόθεση να δικαστεί στο Κακουργιοδικείο τον προσεχή Δεκέμβριο, στο συγκεκριμένο υποθηκοφυλακείο παρακρατήθηκαν χρήματα από πράξεις, τα οποία ποτέ δεν διοχετεύτηκαν στο σκοπό για τον οποίο είχαν θεσπιστεί.
Συγκεκριμένα τα άμισθα υποθηκοφυλακεία εισέπρατταν τέλη για την ανάπτυξη της μηχανοργάνωσης, τη βελτίωση των συνθηκών λειτουργίας τους και τη χρηματοδότηση των κτηρίων, τα οποία όμως δεν αποδόθηκαν ποτέ.
Πολλοί άμισθοι υποθηκοφύλακες, που ήταν ιδιώτες, χαρακτήρισαν εισόδημα τις συγκεκριμένες εισπράξεις και ορισμένοι δήλωσαν τα ποσά αυτά ως έσοδα και φορολογήθηκαν.
Ωστόσο όμως ακόμη και αυτό χαρακτηρίστηκε μεμπτό, καθώς οι μισθοί των άμισθων υποθηκοφυλάκων είχαν πλαφόν. Τα χρήματα εισπράττονταν ως υποχρεωτικό ποσοστό από κάθε πράξη που έκαναν οι υποθηκοφύλακες. Για παράδειγμα για τη μηχανοργάνωση εισέπρατταν ποσοστό 0,25 τοις χιλίοις από κάθε πράξη, χωρίς ποτέ όμως ούτε να αποδώσουν τα ποσά ούτε να επενδυθούν σε μηχανοργάνωση.
Θεσσαλονίκη: Δεν αποδόθηκαν πάνω από 5 εκατ. ευρώ - Ένα εκατ. φαίνεται πώς διοχετεύτηκε σε συγγενείς του κατηγορούμενου
Στη συγκεκριμένη περίπτωση στο υποθηκοφυλακείο που λειτουργούσε στον νομό Θεσσαλονίκης παρακρατούνταν όλα αυτά τα ποσά, καταχωρήθηκαν ως εισόδημα, όμως δεν δηλώθηκαν ούτε στις φορολογικές δηλώσεις, όπως αναφέρεται στο βούλευμα που παραπέμπει σε δίκη για τα αδικήματα της υπεξαίρεσης και της νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές πράξεις.
Το ποσό που δεν αποδόθηκε φτάνει τα 5,3 εκατομμύρια ευρώ και αφορά διαφορετικές κατηγορίες τελών που εισπράχθηκαν. Για παράδειγμα, για μία μόνον κατηγορία τέλους το διάστημα 2001 – 2016 εισπράχθηκαν 405.000 ευρώ και δαπανήθηκαν μόνον 36.000 ευρώ, για άλλη κατηγορία εισπράχθηκε μισό εκατομμύριο ευρώ στο ίδιο διάστημα αλλά δαπανήθηκαν μόνον 25.000 ευρώ.
Είναι χαρακτηριστικό ότι στο κατηγορητήριο αναφέρεται πως γίνονταν παρακρατήσεις ποσών που έπρεπε να αποδοθούν στο Εθνικό Κτηματολόγιο, όμως στην περίπτωση του συγκεκριμένου υποθηκοφυλακείου δεν βρέθηκαν ποτέ και όλα αυτά τα ποσά χαρακτηρίστηκαν υπεξαιρεθέντα. Αναφορικά με το ξέπλυμα βρώμικου χρήματος, πληροφορίες αναφέρουν ότι στο βούλευμα σημειώνεται πως ένα ποσό 1 εκατομμυρίου ευρώ διοχετεύτηκαν σε άμεσα συγγενικά πρόσωπα με την αγορά κατοικιών.
Εισαγγελική έρευνα για διαρροή δεκάδων εκατ. ευρώ
Τα άμισθα υποθηκοφυλακεία λειτουργούσαν στην Ελλάδα από το 1950 και είχαν ιδρυθεί για να εξυπηρετούν απομακρυσμένες περιοχές. Με τα χρόνια όμως καθιερώθηκαν και αυξήθηκαν, σε ορισμένες περιπτώσεις ιδρύθηκαν για να εξυπηρετήσουν συμφέροντα, φτάνοντας τον αριθμό 377 εκ των συνολικά 394. Καταργήθηκαν με νόμο του 2018, ο οποίος επικυρώθηκε ως συνταγματικός από την Ολομέλεια του Συμβουλίου της Επικρατείας το 2019. Η λειτουργία τους παύει εφόσον και μόνον ιδρύονται Κτηματολογικά γραφεία που απορροφούν την ύλη τους.
Με νόμο του 1993 θεσπίστηκαν τα ποσοστά υπέρ της μηχανοργάνωσης και της βελτίωσης των συνθηκών και μάλιστα προβλεπόταν σε περίπτωση που δεν δαπανηθούν να επιστρέφονται στο δημόσιο. Σε έρευνα που ξεκίνησε το 2016 από την τότε επιθεωρήτρια δημόσιας διοίκησης, με αφορμή αταξίες στα βιβλία των άμισθων υποθηκοφυλακείων, είχε διαπιστωθεί ότι τα χρήματα αυτά ποτέ δεν δαπανήθηκαν στο σύνολό τους για το σκοπό που εισπράχθηκαν, ενώ δεν επέστρεψαν στο δημόσιο.
Οι διαπιστώσεις οδήγησαν στην παρέμβαση της τότε εισαγγελέα του Αρείου Πάγου που με τη σειρά της παρήγγειλε ποινικές έρευνες σε βάρος των υποθηκοφυλάκων για το αδίκημα της υπεξαίρεσης, καθώς με τα πρώτα στοιχεία που διαβίβασαν οι ελεγκτές του ΣΔΟΕ προέκυπτε διαρροή δεκάδων εκατομμυρίων ευρώ.
Στη Θεσσαλονίκη η υπόθεση του συγκεκριμένου υποθηκοφυλακείου είναι η πρώτη που φτάνει στα δικαστήρια, ενώ πληροφορίες αναφέρουν ότι οι έρευνες δεν έχουν ολοκληρωθεί για τα υπόλοιπα.