Ένας 47χρονος Ιταλός, σε βάρος του οποίου εκκρεμούσε ένταλμα σύλληψης για συμμετοχή σε διεθνή σπείρα λαθρεμπορίας πετρελαιοειδών, συνελήφθη στη Βάρκιζα, από την Υποδιεύθυνση Αναζητήσεων Αρχείου και Ταυτοτήτων της Διεύθυνσης Ασφάλειας Αττικής.
Σύμφωνα με την ΕΛΑΣ, σε βάρος του αλλοδαπού είχε εκδοθεί ερυθρά αγγελία από την INTERPOL. Ο Ιταλός ήταν ηγετικό μέλος της εγκληματικής οργάνωσης, η οποία είχε ως έδρα τη Λατινική Αμερική.
Η οργάνωση, ως ιδιοκτήτρια δεξαμενοπλοίων, υπό την κάλυψη νομιμοφανών ναυτιλιακών εταιριών, φόρτωνε προϊόντα πετρελαίου από λιμάνια της Λατινικής Αμερικής και πετύχαινε την ιδιοποίησή τους κατά τη μεταφορά τους, χρησιμοποιώντας διάφορα τεχνάσματα. Ειδικότερα, προμηθευόταν συσκευές δορυφορικής αναμετάδοσης και αναγνώρισης από ακινητοποιημένα πλοία, που βρίσκονταν σε λιμάνια της Ασίας, στη συνέχεια τις τοποθετούσε σε δεξαμενόπλοιά της και κατά τη διάρκεια της μεταφοράς τις απενεργοποιούσε, καταφέρνοντας να εξαπατήσει τους ναυλωτές. Σημειώνεται ότι το παράνομο οικονομικό όφελος της σπείρας ξεπερνάει τα 21 δισεκατομμύρια δολάρια Η.Π.Α, ζημιώνοντας τόσο τους ναυλωτές όσο και το κράτος τους.
Η βίλα στη Βάρη, τα πολυτελή αυτοκίνητα και οι βόλτες με σκάφη
Επίσης, όπως αναφέρουν πληροφορίες της ΕΛΑΣ, ο Ιταλός έκανε πολυτελή ζωή στην Ελλάδα. Διέμενε με την οικογένειά του σε βίλα στην Βάρη, ενώ κινούνταν με πλήθος υπερπολυτελών αυτοκινήτων, ενώ σε αναρτήσεις του στα social media έχει και φωτογραφίες με σκάφη.
Ο συλληφθείς οδηγείται σήμερα στην Εισαγγελία Πρωτοδικών Αθηνών.
Για τη σύλληψη η ΕΛΑΣ εξέδωσε και σχετική ανακοίνωση :
Από την Υποδιεύθυνση Αναζητήσεων Αρχείου και Ταυτοτήτων της Διεύθυνσης Ασφάλειας Αττικής, συνελήφθη χθες, Παρασκευή 29 Μαρτίου 2024, κατόπιν ενδελεχών ερευνών, σε περιοχή της Βάρκιζας, αλλοδαπός, σε βάρος του οποίου εκκρεμούσε ένταλμα σύλληψης για συμμετοχή σε εγκληματική οργάνωση, διεθνικού χαρακτήρα, με έδρα χώρα της Λατινικής Αμερικής.
Ειδικότερα, σύμφωνα με την εκδοθείσα ερυθρά αγγελία από την INTERPOL και με πληροφορίες από Αρχές του εξωτερικού, ο αλλοδαπός ήταν ηγετικό μέλος της οργάνωσης, η οποία δραστηριοποιούνταν στο λαθρεμπόριο πετρελαιοειδών διεθνώς.
Η εν λόγω οργάνωση, ως ιδιοκτήτρια δεξαμενόπλοιων, υπό την κάλυψη νομιμοφανών ναυτιλιακών εταιριών, φόρτωνε προϊόντα πετρελαίου από λιμάνια της Λατινικής Αμερικής και επετύγχανε την ιδιοποίησή τους κατά τη μεταφορά τους, χρησιμοποιώντας τεχνάσματα.
Ειδικότερα, προμηθεύονταν συσκευές δορυφορικής αναμετάδοσης και αναγνώρισης από ακινητοποιημένα πλοία που βρίσκονταν σε λιμάνια της Ασίας, τις τοποθετούσαν στα δεξαμενόπλοιά τους, και κατά τη διάρκεια της μεταφοράς τις απενεργοποιούσαν, καταφέρνοντας να εξαπατήσουν τους ναυλωτές.
Το παράνομο οικονομικό όφελος της οργάνωσης εκτιμάται ότι ξεπερνάει τα 21 δισεκατομμύρια δολάρια Η.Π.Α., ζημιώνοντας τόσο τους ναυλωτές όσο και το κράτος τους.