Χειροπέδες σε αστυνομικό της Βουλής πέρασε η Ελληνική Αστυνομία, ύστερα από καταγγελία της συζύγου του για βιασμό των παιδιών τους.
Κώστας Τασούλας: «Ασύλληπτα αποτρόπαιη υπόθεση»
Μιλώντας στους κοινοβουλευτικούς συντάκτες, ο πρόεδρος της Βουλής γνωστοποίησε πως αστυνομικός που υπηρετούσε στη φρουρά της Βουλής, μετά από καταγγελία της συζύγου του, επίσης αστυνομικού, για ενδοοικογενειακή βία, συνελήφθη τη Δευτέρα 18 Νοεμβρίου το απόγευμα, ενώ εκτελούσε υπηρεσία στη Βουλή, και παραπέμφθηκε στο αυτόφωρο. Εις βάρος του σχηματίστηκε δικογραφία και καταδικάστηκε σε ποινή φυλάκισης ενός έτους με αναστολή.
Μετά τις κατηγορίες, ο αστυνομικός φέρεται να έλεγε σε πρόσωπα του οικογενειακού του περιβάλλοντος ότι έχει τάσεις αυτοκτονίας. Κατόπιν αυτού κινήθηκαν οι προβλεπόμενες διαδικασίες και μεταφέρθηκε σε ψυχιατρικό - στρατιωτικό νοσοκομείο.
Σύμφωνα με πληροφορίες, μετά τον εγκλεισμό του συζύγου της στο ψυχιατρείο, η γυναίκα, η οποία φέρεται να είναι έγκυος στο πέμπτο τους παιδί, προχώρησε σε καταγγελίες εις βάρος του για σεξουαλική κακοποίηση των ανήλικων τέκνων τους.
Ύστερα από αυτή την εξέλιξη ενεργοποιήθηκαν οι προβλεπόμενες από τον νόμο διαδικασίες και πλέον βρίσκεται στη διάθεση των ανακριτικών αρχών.
Οι δύο πλευρές αλληλοκατηγορούνται και τα ανήλικα τέκνα αφαιρέθηκαν από το οικογενειακό περιβάλλον και βρίσκονται υπό την προστασία της Εισαγγελίας Ανηλίκων.
Ο πρόεδρος της Βουλής, Κώστας Τασούλας, έκανε λόγο για μια «ασύλληπτα αποτρόπαιη υπόθεση», ενώ ανέφερε ότι ο αστυνομικός υπηρετούσε στη Βουλή από τις αρχές του 2019, δεν έφερε όπλο για ψυχολογικούς λόγους, και αυτόματα μετά τη σύλληψή του εκδιώχθηκε από την υπηρεσία του. Συγκεκριμένα, από την Τρίτη 19 Νοεμβρίου ο αστυνομικός αποτελεί παρελθόν για τη Βουλή.
Η ανακοίνωση της Ελληνικής Αστυνομίας
Τα μέτρα που έχει λάβει για το συγκεκριμένο περιστατικό περιέγραψε η ΕΛ.ΑΣ. σε ανακοίνωσή της:
«Σε εξέλιξη βρίσκεται έρευνα της Υποδιεύθυνσης Προστασίας Ανηλίκων για τη διερεύνηση αδικημάτων κατά της γενετήσιας ελευθερίας, που φέρεται ότι διέπραξε αστυνομικός σε βάρος μελών της οικογένειάς του.
Προηγήθηκε καταγγελία της συζύγου του, επίσης αστυνομικού, σύμφωνα με την οποία ο ανωτέρω, από το 2016 μέχρι και τα μέσα του τρέχοντος μήνα, διέπραττε ασελγείς πράξεις σε βάρος των παιδιών τους.
Η Ελληνική Αστυνομία, μόλις ενημερώθηκε για την υπόθεση, προχώρησε άμεσα και αποφασιστικά σε όλες τις προβλεπόμενες ενέργειες, με γνώμονα την προστασία των ανήλικων τέκνων και της καταγγέλλουσας, αποδεικνύοντας τη μηδενική ανοχή σε τέτοιου είδους περιστατικά.
Ειδικότερα, ενημερώθηκε αμέσως η αρμόδια εισαγγελική Αρχή, με παραγγελία της οποίας τα ανήλικα μεταφέρθηκαν σε νοσοκομείο για ιατρική εξέταση και φιλοξενία σε κατάλληλο χώρο. Παράλληλα, παραγγέλθηκε η διενέργεια ιατροδικαστικής εξέτασης και η εξέταση των ανηλίκων, παρουσία εξειδικευμένου ψυχολόγου.
Σημειώνεται ότι τον Φεβρουάριο του 2024, καθώς και λίγες μέρες πριν την ανωτέρω καταγγελία, η αστυνομικός είχε μηνύσει τον σύζυγό της για περιστατικά ενδοοικογενειακής βίας (λεκτικής και σωματικής), τα οποία επίσης διερευνήθηκαν αρμοδίως. Στην πρώτη περίπτωση η αστυνομικός ανακάλεσε την κατάθεσή της και ζήτησε ποινική διαμεσολάβηση, ενώ στην τελευταία περίπτωση, της χορηγήθηκε η εφαρμογή «panic button» και επιπλέον της παρασχέθηκε προστασία.
Στο πλαίσιο της άμεσης ανταπόκρισης, οι αρμόδιες υπηρεσίες προχώρησαν σε όλες τις προβλεπόμενες προανακριτικές ενέργειες σε στενή συνεργασία με την Εισαγγελία. Όσον αφορά τον καταγγελλόμενο αστυνομικό, αφαιρέθηκε άμεσα ο οπλισμός του, ενώ, κατόπιν εισαγγελικής εντολής, νοσηλεύεται φυλασσόμενος σε ψυχιατρικό νοσοκομείο.
Το Υπουργείο Προστασίας του Πολίτη και η Ελληνική Αστυνομία αντιμετωπίζουν με τη μέγιστη σοβαρότητα και ευαισθησία τη συγκεκριμένη υπόθεση. Οι ενέργειες των αρμόδιων υπηρεσιών καταδεικνύουν την αμεσότητα, την αποφασιστικότητα και τη διαφάνεια που διέπουν την προσέγγιση της ΕΛ.ΑΣ., με στόχο τη διασφάλιση της προστασίας των θυμάτων και την πλήρη απόδοση δικαιοσύνης».