Σε φορτισμένο συγκινησιακά κλίμα συνεχίζεται η δίκη στο Τριμελές Πλημμελειοδικείο για τη φονική πυρκαγιά στο Μάτι τον Ιούλιο του 2018, η οποία άφησε πίσω της 104 νεκρούς και δεκάδες εγκαυματίες.
Η μάρτυρας Μαγδαληνή Τσέκου, ξεσπώντας συνεχώς σε λυγμούς, περιέγραψε στο δικαστήριο τον εφιάλτη που κόστισε τη ζωή στον πατέρα της. Ξεκίνησε να περιγράφει το χρονικό εκείνης της ημέρας που έμελλε να αλλάξει για πάντα τη ζωή της οικογένειάς της.
Συγκλονίζει γυναίκα που έχασε τον πατέρα της στο Μάτι
Όπως είπε, το σπίτι της βρίσκεται 200 μέτρα από τη Λεωφόρο Μαραθώνος. Το απόγευμα της 23ης Ιουλίου 2018 βρισκόταν με τους γονείς της στο σπίτι. Είδε καπνούς και τον ουρανό να μαυρίζει.
«Ο αέρας ήταν πολύ δυνατός. Έμοιαζε να πηγαίνει Νέα Μάκρη. Η φωτιά δεν περνάει ποτέ τη Μαραθώνος, λέγαμε. Η φωτιά δυναμώνει. Ένα κουκουνάρι περνάει τη Μαραθώνος, ο πατέρας μου φωνάζει "φεύγουμε τώρα!". Μαζέψαμε χαρτιά. Είχε κοπεί το ρεύμα. Κάποια στιγμή οι φλόγες έρχονται πιο κοντά. "Μπροστά εσύ με τη μαμά κι εγώ από πίσω σας με το αμάξι" μου λέει. Έχουμε δώσει ραντεβού στη Ραφήνα», κατέθεσε η μάρτυρας.
Στη συνέχεια, η κυρία Τσέκου άρχισε να περιγράφει πώς η ίδια και η μητέρα της κατάφεραν να σωθούν. Έφυγαν με το αυτοκίνητο και έβλεπαν παντού φωτιά. Έπαιρνε τηλέφωνο τον πατέρα της, αλλά δεν απαντούσε.
«Ο κόσμος φωνάζει "η φωτιά θα σας κάψει, τρέξτε, μη μένετε εδώ". Σε όλη τη διαδρομή δεν έχω δει κανέναν υπεύθυνο. Καμία σειρήνα, καμπάνα, κάτι… Μόνο άνθρωποι φώναζαν. Στη διασταύρωση με τη Ραφήνα παίρνω ξανά τον πατέρα μου. Δεν το σηκώνει. Συναντιέμαι με την αδελφή μου και λέμε να γυρίσουμε στο λιμάνι της Ραφήνας γιατί ο μπαμπάς μπορεί να πέρασε τον δρόμο με τη φωτιά. Φτάσαμε στο λιμάνι και ρωτούσαμε για τον πατέρα μας. Κανείς δεν τον έχει δει», είπε στο δικαστήριο.
Κάποια στιγμή προς το βράδυ η μάρτυρας πληροφορήθηκε ότι ο πατέρας της έχει διακομιστεί στον «Ευαγγελισμό». Πήγε στο νοσοκομείο και είδε τον εγκαυματία πατέρα της να οδηγείται στην Εντατική με 85% εξωτερικά εγκαύματα και 35% εσωτερικά.
Ξέσπασε σε λυγμούς, περιγράφοντας τη φρίκη στο Μάτι
«Ο πατέρας μου έφυγε στις 27 Ιουλίου. Από εκείνο το απόγευμα που φύγαμε από το σπίτι δεν κατάφερα να του ξαναμιλήσω ποτέ. Ο πατέρας μου προσπάθησε να βοηθήσει μια οικογένεια που είχαν ένα ανάπηρο άνθρωπο. Εγκλωβίστηκαν μέσα στο αμάξι, που είχε πάρει φωτιά. Ο πατέρας μου σύρθηκε στο έδαφος. Αυτό συνέβη στις 19.30 και μέχρι τις 21.00 κείτονταν κάτω. Τα ξέρω αυτά γιατί η γειτόνισσα κατάφερε να επιβιώσει και έδωσε συνέντευξη και τα έμαθα. Ο ανάπηρος σύζυγός της απανθρακώθηκε μαζί με την τετραμελή οικογένεια στης οποίας το αμάξι βρισκόταν. Αργότερα πέθανε και εκείνη από επιπλοκές», κατέθεσε κλαίγοντας η μάρτυρας.
Κατάσταση Πομπηίας στο Μάτι
«Είδα πτώματα σε κατάσταση Πομπηίας», κατέθεσε η Ευανθία Σιδέρη, που έχασε τον σύζυγο και τη μητέρα της στη φωτιά.
Σε έντονη συγκινησιακή φόρτιση, ξεκίνησε να περιγράφει στο δικαστήριο πώς με την οικογένειά της άφησαν το σπίτι τους και άρχισαν να τρέχουν στους δρόμους του Ματιού για να γλιτώσουν από τις φλόγες. Όπως είπε, λίγο μετά τις πεντέμισι το απόγευμα άρχισε να βλέπει καπνούς, το ρεύμα να έχει κοπεί και τότε η κόρη της αρχίζει να παθαίνει κρίσεις πανικού.
«Βγαίνουμε έξω. Αυτοκίνητα παντού και κάποιοι παγωμένοι. Έτρεχε μπροστά η κόρη μου, πίσω εγώ και η μητέρα μου και πιο πίσω ο άντρας μου. Κάποια στιγμή τον χάσαμε. Μπήκαμε στο μονοπάτι. Η μαμά μου εκείνη την ώρα μού λέει "δεν θα τα καταφέρω, άφησε με…". Της λέω, πάμε. Φτάνουμε στα σκαλοπατάκια και ξαφνικά η κόρη μου φωνάζει "μαμά καίγεσαι!". Πετάω ρούχα και πέφτω στη θάλασσα, βλέπω δευτερόλεπτα πριν την κόρη μου να αρπάζει τη μάνα μου και να την τραβάει στη θάλασσα. Τις έχασα. Έπεσε μαύρο πέπλο παντού. Βρήκα μια ξέρα και κάθισα. Ούρλιαζα για ώρες. Και που σώθηκα, είναι σαν να έχω πεθάνει…», κατέθεσε η μάρτυρας και συνέχισε να περιγράφει τις τραγικές εικόνες.
«Καμένα μωρά, καμένες μανάδες. Καίγανε τα πάντα. Ήταν ένα πράγμα ασύλληπτο. Ήμασταν μόνοι μας τελείως. Μετά από ώρες ήρθε ένα μεγάλο καΐκι. Να γίνεται χαμός. "Τους καμένους πρώτα", να φωνάζουν. Ήρθε ο άντρας μου κατάμαυρος, μου λέει "αγάπη μου" και λιποθύμησε. Παίρνω την κόρη μου τηλέφωνο, μου λέει "δεν βρίσκω τη γιαγιά". Άρχισαν να ψάχνω σε ξέρες, μέσα στη θάλασσα. Τα είδα όλα. Πτώματα σε κατάσταση Πομπηίας. Τη χάσαμε τη μητέρα μου και ο άντρας μου μερικούς μήνες μετά κατέρρευσε από αυτό και πέθανε στο νοσοκομείο. Δικαίωση για τη μνήμη της μητέρας μου, του αντρούλη μου, της Χρύσας Σπηλιώτη που ήταν φίλη μου, για όλους όσους χάθηκαν άδικα…», είπε κλαίγοντας.
Κατά την έναρξη της διαδικασίας, από την πλευρά της υπεράσπισης τέθηκε ζήτημα μεροληψίας του δικαστηρίου, λόγω της χθεσινής κίνησης των συγγενών των θυμάτων να τοποθετήσουν τις φωτογραφίες των αγαπημένων τους προσώπων που χάθηκαν στις θέσεις του ακροατηρίου.
Ο συνήγορος υπεράσπισης Θρασύβουλος Κονταξής έκανε λόγο για «δικονομική εκτροπή», λέγοντας στην πρόεδρο του δικαστηρίου ότι «κλονίζεται η αμεροληψία σας έναντι των κατηγορουμένων. Δημιουργείται απόλυτη ακυρότητα της διαδικασίας. Το δικαστήριο δεν ήταν ψύχραιμο και απαθές. Θα ενημερώσω την πρόεδρο του Αρείου Πάγου και τα αρμόδια όργανα. Ζήτω να δηλώσετε αυτοεξαίρεση. Έχετε εγγράψει υποθήκη για αγωγή κακοδικίας. Δεν είμαστε στα λαϊκά δικαστήρια της Τεχεράνης. Να δηλώσει το δικαστήριο αποχή και αυτοεξαίρεση».
- Πρόεδρος: Δεν καταλαβαίνω γιατί γίνεται όλο αυτό. Αυτό έγινε εχθές. Σήμερα δεν έγινε κάτι.
- Θ. Κονταξής: Και τι με αυτό; Δεν καταλαβαίνω γιατί έγινε όλο αυτό χθες.
- Πρόεδρος: Δόθηκε η αίσθηση ότι μεροληπτεί το δικαστήριο;
- Θ. Κονταξής: Ο ορισμός της αίσθησης αυτής.
Έπειτα από ολιγόλεπτη διακοπή το δικαστήριο επανήλθε, με την πρόεδρο να ανακοινώνει ότι «δεν τίθεται για κανένα μέλος της σύνθεσης ζήτημα αποχής ή αυτοεξαίρεσης. Ο καθένας από εμάς μπορεί να ασκήσει αμερόληπτα τα καθήκοντά του».