«Αυτά που είδα στον δρόμο δεν περιγράφονται», δηλώνει ο ελληνικής υπηκοότητας Μάκης Ουανής, μαιευτήρας-γυναικολόγος στη χώρα μας για 40 χρόνια, μεταφέροντας την εικόνα του σκληρού πολέμου στο Σουδάν.
«Ξυπνάω στον ύπνο μου ιδρωμένος. Σκυλιά να τρώνε πτώματα, δεν υπήρχε κάποιος να τους σκεπάσει», δηλώνει μιλώντας στο Πρώτο Πρόγραμμα.
Ο κ. Ουανής, χριστιανός ο ίδιος, εξήγησε ότι βρέθηκε στο Σουδάν τη Μ. Παρασκευή για να γιορτάσει το Πάσχα στη γενέτειρά του μαζί με τη μητέρα και τα αδέλφια του. Έχοντας δίπλα του τον Θεό, τόνισε, μετά από μια περιπετειώδη διαδρομή, κατάφερε να γυρίσει πίσω στην Αθήνα χθες, Τρίτη, φιλώντας την ελληνική γη.
Βρέθηκε στο Σουδάν μία ημέρα προτού ξεσπάσουν οι συγκρούσεις
Ευρισκόμενος τη Μ. Παρασκευή στην πόλη Γουάντ Μαντάνι, σε απόσταση δύο ωρών από το Χαρτούμ, πήγε στη Λειτουργία του Επιταφίου και την άλλη μέρα άρχισε ο πόλεμος, γεγονός που έμαθε από τις ειδήσεις στην τηλεόραση.
Όπως ανέφερε, είχε προγραμματίσει χειρουργεία τις ημέρες εκείνες στην περιοχή και έβλεπε να συνεχίζονται οι εχθροπραξίες και να κόβεται σταδιακά η παροχή του νερού και του ρεύματος στο Χαρτούμ, να εξαντλούνται τα τρόφιμα και είδη πρώτης ανάγκης, αλλά και τα πρατήρια βενζίνης να βγαίνουν εκτός λειτουργίας εξαιτίας της διακοπής παροχής ηλεκτρικού ρεύματος, με συνέπεια τελικά να έχει επικρατήσει το «απόλυτο χάος».
«Το πρώτο πράγμα που έκαναν οι αντάρτες ήταν να καταστρέψουν το αεροδρόμιο»
«Οι αντάρτες, το πρώτο που έκαναν, χάλασαν το αεροδρόμιο, δεν υπάρχει πύργος ελέγχου, διάδρομος προσγείωσης, με σκοπό να μην μπορεί να έρθει από έξω καμία βοήθεια για την κυβέρνηση. Είχα μια επικοινωνία και θέλω να ευχαριστήσω δημόσια τον γραμματέα της ελληνικής πρεσβείας στην Αίγυπτο, Γιώργο Οικονόμου, ο οποίος ήρθε σε επαφή μαζί μας, 150 Έλληνες που ήμασταν στο Χαρτούμ, αλλά δεν μπορεί να κάνει κάτι. Ήμασταν σκορπισμένοι, δεν μπορούσε να μας μαζέψει, γιατί οι αντάρτες είναι στον δρόμο και όποιος βγαίνει έξω ήταν τελειωμένος. Στον δρόμο βλέπεις διαμελισμένα πτώματα. Τα τανκς, τα αυτοκίνητα είναι καμένα, σφαίρες, και οι αντάρτες μπαίνουν και στα σπίτια. Έχουν σκοπό να κλέψουν... λεφτά, αυτοκίνητα, σταυρούς, ρολόγια» περιέγραψε ο κ. Ουανής.
Πώς κατάφερε να φτάσει ζωντανός από το Σουδάν στην Ελλάδα
Στη συνέχεια, εξήγησε πώς κατάφερε να φτάσει ζωντανός πίσω στην Ελλάδα.
«Έμαθα ότι μπορούσα να πάω οδικώς στα σύνορα με την Αίγυπτο, είναι πολύ επικίνδυνος και μακρύς δρόμος, αλλά δεν είχα άλλον τρόπο. Άρχισα να διαπραγματεύομαι με άλλα 40 άτομα να νοικιάσουμε ένα λεωφορείο που διανύει αυτή την απόσταση. Ο δρόμος είναι πολύ χάλια, δεν μπορείς να πας πάνω από 40, υπάρχει ο κίνδυνος να συναντήσεις και αντάρτες στον δρόμο, αλλά είναι πιο εύκολο να πας με λεωφορείο παρά με ΙΧ, γιατί μπορεί να σε σταματήσουν, να σου πάρουν τα λεφτά, το αυτοκίνητο και να σε αφήσουν εκεί», περιέγραψε.
«Είδαν ότι στο λεωφορείο είχε γυναίκες και μικρά παιδιά και δεν έκαναν τίποτα»
Και συνέχισε: «Το νοικιάσαμε. Μάθαμε ότι αυτά τα λεωφορεία ξεκίνησαν με 200 σουδανικές λίρες και σήμερα το πρωί μάθαμε ότι είχε φτάσει 7.000 λίρες το άτομο, που αντιστοιχεί σε μισθούς ενός χρόνου. Δεν σε παίρνουν αν πάρεις βαλίτσα μαζί σου, το πολύ ένα μικρό σακβουαγιάζ με 2-3 πουκάμισα και ένα τσαντάκι με νερά και σάντουιτς, γιατί στον δρόμο δεν θα βρεις τίποτα, είναι η Σαχάρα και η θερμοκρασία είναι 45 βαθμοί. Από το Χαρτούμ μέχρι τα σύνορα του Σουδάν είναι 15 ώρες, 200 χλμ. Από τα σύνορα του Σουδάν μέχρι την Αίγυπτο είναι άλλες 17 ώρες. Φτάσαμε εκεί και μείναμε μια ολόκληρη ημέρα για τον έλεγχο των διαβατηρίων, διότι φτάσαμε μαζί γύρω στα 20 λεωφορεία. Μας σταμάτησαν μία φορά μόνο στη διαδρομή. Είμαστε τυχεροί γιατί ξεκινήσαμε βράδυ. Είδαν ότι στο λεωφορείο είχε γυναίκες και μικρά παιδιά και δεν έκαναν τίποτα, αλλά μας έπιασε τρέμουλο με τα όπλα στην πλάτη».
Οι επιβάτες του λεωφορείου, μαζί τους και ο κ. Ουανής, κατόρθωσαν να φτάσουν στο Ασουάν της Αιγύπτου, όπου τα πράγματα πλέον ήταν πιο εύκολα, καθώς εκεί υπάρχουν λεωφορεία, τρένα και αεροπλάνα ως επιλογές για μεταβεί κανείς στο Κάιρο. Από εκεί, ο κ. Ουανής επέστρεψε τελικώς στην Αθήνα. «Αν μου έλεγες να ξανακάνω αυτή τη διαδρομή, δεν θα το έκανα» είπε, καταλήγοντας.