Την ανησυχία του για την πορεία της πανδημίας του κορωνοϊού στην Ελλάδα εξέφρασε ο Δημοσθένης Σαρηγιάννης, καθηγητής Περιβαλλοντικής και Υγειονομικής Μηχανικής.
Μιλώντας στον ΣΚΑΪ, ο καθηγητής υποστήριξε αρχικά ότι σε αυτή τη φάση καταγράφεται ένα «ρεκόρ πανδημίας» σε ό,τι αφορά τη διασπορά, ενώ εκτίμησε ότι τόσο τα κρούσματα όσο και οι θάνατοι θα έχουν ανοδική πορεία.
«Μέσα στον Νοέμβριο περιμένουμε να συνεχιστεί αυτή η αυξητική πορεία και να φτάσουμε σίγουρα στα 5.000 κρούσματα μέχρι τα μέσα του μήνα. Αυτή τη στιγμή ο εβδομαδιαίος μέσος όρος είναι 3.600. Αν δεν πάρουμε μέτρα αναχαίτισης της διασποράς αυτή τη στιγμή, η τάση του αριθμού των θανάτων θα είναι αυξητική», δήλωσε χαρακτηριστικά.
Στο πλαίσιο αυτό, σημείωσε ότι πρέπει να γίνουν υποχρεωτικά τα τεστ σε όλους τους εργαζομένους, ακόμα και στους εμβολιασμένους. «Ο ανεμβολίαστος χρειάζεται δύο ή τρία τεστ την εβδομάδα και ο εμβολιασμένος ένα. Πρέπει να σταματάμε την αλυσίδα μετάδοσης, γιατί οι εμβολιασμένοι μπορεί να μην έχουν καθόλου συμπτώματα ή πολύ ήπια και να μπερδεύονται», σχολίασε.
«Στερεύουν» οι ΜΕΘ στη Θεσσαλονίκη -Πανελλαδικό πρόβλημα προς τα Χριστούγεννα
Σε ό,τι αφορά στον αριθμό των διασωληνωμένων, ο κ. Σαρηγιάννης επισήμανε ότι θα συνεχίσουν να αυξάνονται και ειδικά στη Θεσσαλονίκη που από τα μέσα Νοεμβρίου μπορεί να μην έχει καν ελεύθερη ΜΕΘ. «Πανελλαδικά θα έχουμε πρόβλημα όχι πριν τις 10 Δεκεμβρίου. Όμως μέχρι τέλος Νοεμβρίου μπορεί να φτάσουμε σε επίπεδα που η Θεσσαλονίκη, για παράδειγμα, δε θα μπορεί να καλύψει το συνολικό της δυναμικό ΜΕΘ. Με το να μην υπάρχουν κλίνες ΜΕΘ για Covid, οι γιατροί θα πρέπει να πάρουν από γενικές κλινικές ΜΕΘ», ανέφερε και υπογράμμισε ότι η πίεση στα νοσοκομεία θα είναι σαν του 2020 αλλά με διαφορετικά χαρακτηριστικά.
Ο ίδιος χαρακτήρισε το μέτρο των SMS σε ανεμβολίαστους αδύναμο και πρόσθεσε ότι θα πρέπει να γίνουν δύο πράγματα. Το πρώτο θα είναι να μπουν στο «παιχνίδι» και οι προσωπικοί γιατροί, ώστε σε συντονισμό με τον οικείο ιατρικό σύλλογο θα εξηγούν στους ασθενείς τους τα θετικά του εμβολιασμού. Το δεύτερο, τόνισε, είναι να διαδοθεί περαιτέρω αυτό που γίνεται με τις κινητές μονάδες εμβολιασμού, ιδίως στις πιο μικρές περιοχές, όπως τα χωριά.