Πρόστιμο 230.150 ευρώ επιβάλλεται, με απόφαση του υπουργού Ανάπτυξης Κώστα Σκρέκα στην εταιρεία «BIC ΒΙΟΛΕΞ Μ.Α.Ε.», επειδή διέθεσε σχολικά είδη παραβιάζοντας το πλαφόν στο μεικτό περιθώριο κέρδους.
Συγκεκριμένα, όπως ανακοινώθηκε από το υπουργείο Ανάπτυξης, σε ελέγχους που διενήργησαν ελεγκτές της Διϋπηρεσιακής Μονάδας Ελέγχου της Αγοράς (ΔΙΜΕΑ) διαπίστωσαν ότι η «BIC ΒΙΟΛΕΞ Μ.Α.Ε.» διέθεσε 73 κωδικούς προϊόντων (στυλό, μολύβια, μαρκαδόρους, γόμες και ξύστρες) με υψηλότερο μεικτό περιθώριο κέρδους του επιτρεπομένου.
Ως εκ τούτου επιβάλλεται στην εταιρεία πρόστιμο 230.150 ευρώ, δηλαδή, το διπλάσιο από το όφελος που αποκόμισε από την πώληση αυτών των προϊόντων, κατά παράβαση της νομοθεσίας για το μεικτό περιθώριο κέρδους.
Σε δήλωσή του ο υπ. Ανάπτυξης, Κώστας Σκρέκας επισήμανε:
«Όταν επεκτείναμε την διάταξη με την οποία κλειδώνουμε το μεικτό περιθώριο κέρδους στα επίπεδα του 2021 σε περισσότερα προϊόντα, εντάσσοντας σ' αυτά και τα σχολικά είδη, δεσμευτήκαμε για τη διενέργεια αυστηρών ελέγχων στο σύνολο της εφοδιαστικής αλυσίδας. Καταστήσαμε σαφές τότε ότι καμία εταιρεία, όσο μεγάλη κι αν είναι, δεν πρόκειται να ξεφύγει από τους ελέγχους μας και βεβαίως τις κυρώσεις σε περίπτωση που εντοπισθεί να παραβιάζει τη νομοθεσία.
Οι ελεγκτικοί μηχανισμοί του υπουργείου Ανάπτυξης ανταποκρίθηκαν με επάρκεια στην αποστολή τους και πλέον το συνολικό ύψος των προστίμων που έχουν επιβληθεί το 2023 προσεγγίζει τα 5,5 εκατ. ευρώ, έχουν διενεργηθεί περισσότεροι από 15.000 έλεγχοι, ενώ αυτήν την περίοδο ελέγχονται πάνω από 5.000 προϊόντα.
Θέλω να τονίσω για ακόμη μια φορά ότι όποιοι παραβιάζουν το νόμο, ιδιαίτερα σε αυτή τη δύσκολη συγκυρία, και κερδοσκοπούν σε βάρος των καταναλωτών θα το πληρώσουν πανάκριβα, καθώς τα πρόστιμα υπερβαίνουν κατά πολύ το αθέμιτο επιδιωκόμενο κέρδος. Το υπουργείο Ανάπτυξης με όλους τους ελεγκτικούς μηχανισμούς που διαθέτει και αξιοποιώντας την τεχνολογία θα συνεχίσει με αμείωτη ένταση τους ελέγχους και την επιβολή του νόμου, έτσι ώστε να καταστεί σαφές και να γίνει συνείδηση πως η απληστία κοστίζει και δεν γίνεται ανεκτή. Η τήρηση της νομιμότητας και των κανόνων του υγιούς ανταγωνισμού δεν συνιστά χάρη αλλά αδιαπραγμάτευτη υποχρέωση».