Προς το τέλος της βαίνει η δικαστική διαδρομή για την υπόθεση της Siemens, η οποία έχει απασχολήσει πάνω από μία δεκαετία τις δικαστικές αρχές και έχει αποτελέσει αντικείμενο πολυετών πολιτικών διεργασιών.
Στη δίκη για την υπόθεση που διεξάγεται από πολύ καιρό η εισαγγελέας της Ελένη Σκεπαρνιά ξεκίνησε σήμερα την ανάπτυξη της πρότασής της αναφερόμενη στους τρόπους παράνομων πληρωμών που είχε ακολουθήσει η γερμανική εταιρεία και στη χώρα μας σχετικά με τις συμβάσεις εκσυγχρονισμού των ελληνικών τηλεπικοινωνιών.
Η εισαγγελέας, η οποία πρότεινε απαλλαγή για πολλούς από τους εμπλεκόμενους χωρίς να ολοκληρώσει το σύνολο της πρότασης της, αναφέρθηκε στο δίκτυο των μαύρων ταμείων της γερμανικής εταιρείας.
Υποστήριξε μεταξύ άλλων ότι τελικώς διατέθηκαν για τις επίμαχες συμβάσεις του ΟΤΕ ( η περίφημη σύμβαση 8002) και για τις επεκτάσεις της συνολικά 69 εκ. γερμανικά μάρκα με διάφορους αποδέκτες.
Στην υπόθεση δεν βρέθηκαν ως αποδέκτες πολιτικοί από την πολυετή έρευνα της δικαιοσύνης, πλην του Θεόδωρου Τσουκάτου, ο οποίος από την πρώτη στιγμή έχει υποστηρίξει ότι τα χρήματα δόθηκαν στο κομματικό ταμείο.
Οι κατηγορούμενοι είναι είτε στελέχη της γερμανικής εταιρείας, μητρικής και της εδώ, είτε στελέχη του ΟΤΕ, καθώς και επιχειρηματίες ή ιδιώτες που διευκόλυναν με τον ένα η τον άλλο τρόπο τις παράνομες πληρωμές.
Η εισαγγελέας αναφέρθηκε αναλυτικά σε όλους τους τρόπους των μαύρων πληρωμών από τη Siemens σε εμβάσματα που πέρασαν μέσα από εξωχώριες εταιρείες, εταιρείες παροχής συμβούλων, αλλά και σε μετρητά, λέγοντας χαρακτηριστικά ότι «ήταν πάγια τακτική της μητρικής εταιρείας για όλες τις χώρες με τις οποίες συνεβλήθη από το 1980 έως το 2006 (…) Στην Ελλάδα οι δωροδοκίες ήταν μακραίωνη παράδοση. Μέχρι την σύμβαση με αριθμό 8002 που υπεγράφη 1997 στη χώρα μας τον ΟΤΕ για λογαριασμό Siemens, φαίνεται», κατέληξε η εισαγγελέας, «ότι η εταιρεία έδινε ανά έτος, για τις δουλειές της σε πολλές χώρες 15 εκατομμύρια ευρώ».