Τη δράση των δύο εγκληματικών οργανώσεων που εξαπατούσαν τον ΕΟΠΥΥ μέσω εικονικής συνταγογράφησης φαρμακευτικών σκευασμάτων ξεδιπλώνει το iefimerida.gr.
Τα στελέχη της Οικονομικής Αστυνομίας προχώρησαν σε συλλήψεις 14 Ελλήνων και 3 αλλοδαπών (από Μαρόκο, Αλβανία και Βουλγαρία). Η συνολική ζημία του Οργανισμού ξεπερνά τα 3,5 εκατ. ευρώ, ενώ παράλληλα κατασχέθηκαν πάνω από 9.000 φαρμακευτικά σκευάσματα και πάνω από 450.000 ευρώ.
Οι αστυνομικοί προχώρησαν σε 31 έρευνες σε σπίτια, αποθηκευτικούς χώρους, ιατρεία, φαρμακεία, Δημόσιες Δομές Υγείας και τραπεζικές θυρίδες.
Από την έρευνα των Αρχών διαπιστώθηκε ότι τα μέλη των δύο εγκληματικών οργανώσεων δρούσαν τουλάχιστον από τον Ιανουάριο του 2020.
Όπως αναφέρεται στο σχετικό ενημερωτικό, είχαν «…διαρκή δράση και διακριτούς ρόλους ή/και εντάχθηκαν σε αυτές, στο πλαίσιο των οποίων επεδίωκαν την με μεθοδευμένο και οργανωμένο τρόπο διάπραξη περισσοτέρων αξιοποίνων πράξεων σχετικά με την κατ’ επάγγελμα διάπραξη κακουργηματικών απατών, πλαστογραφιών και ψευδών βεβαιώσεων σε βάρος του Ελληνικού Δημοσίου και συγκεκριμένα του Εθνικού Οργανισμού Παροχής Υπηρεσιών Υγείας (ΕΟΠΥΥ), παράνομης επεξεργασίας προσωπικών δεδομένων, διακίνησης ναρκωτικών, καθώς και τη νομιμοποίηση των εσόδων που αποκόμιζαν από τις εγκληματικές τους δραστηριότητες».
Σε άλλο σημείο σημειώνεται:
«…Τα ανωτέρω μέλη είχαν αναπτύξει ένα συγκεκριμένο δίκτυο, μια εφοδιαστική αλυσίδα εκμεταλλευόμενοι την υπάρχουσα οργάνωση των ατομικών τους επιχειρήσεων/φαρμακείων, προκειμένου να εντοπίζουν Α.Μ.Κ.Α., να συνταγογραφούν ψευδώς φαρμακευτικά σκευάσματα, να εκτελούν εικονικά τις συνταγές και εν συνεχεία να εμπορεύονται παρανόμως τα σκευάσματα αποκομίζοντας επιπλέον περιουσιακό όφελος, που αντιστοιχεί στη ζημία του Ε.Ο.Π.Υ.Υ.».
Γιατροί και φαρμακοποιοί στη δικογραφία για τις απάτες
Στη δικογραφία συμπεριλαμβάνονται 4 γιατροί Δημοσίων Δομών Υγείας σε Αττική και Βοιωτία, καθώς και 8 ιδιοκτήτες και υπάλληλοι φαρμακείων στην Αττική, μια ιατρική επισκέπτρια εταιρείας παραγωγής φαρμάκων και ένας αλλοδαπός που είχε τον ρόλο του μεσάζοντα.
Χαρακτηριστική είναι η περίπτωση του ενός γιατρού ο οποίος, ενώ είχε υπηρεσία σε καθημερινή βάση, απείχε από την εκτέλεση των καθηκόντων του και απουσίαζε αδικαιολόγητα για μεγάλα χρονικά διαστήματα στο εξωτερικό, όπου εργαζόταν παράλληλα.
Οι δύο εγκληματικές οργανώσεις, μέσω των γιατρών, προχωρούσαν στη συστηματική έκδοση ψευδών συνταγογραφήσεων σε Α.Μ.Κ.Α. κυρίως αλλοδαπών για τους οποίους είχαν δηλωθεί αναληθή στοιχεία επικοινωνίας (διευθύνσεις κατοικίας και τηλέφωνα) ή διάφορες δομές φιλοξενίας, με αποτέλεσμα και να καθίσταται ιδιαίτερα δυσχερής ο εντοπισμός τους από τις αρμόδιες αρχές, αλλά και οι ίδιοι οι ασφαλισμένοι να μην είναι σε θέση να διαπιστώσουν την ψευδή συνταγογράφηση λόγω της ελλείψεως άυλης συνταγογράφησης, αλλά και της αδυναμίας πρόσβασής τους σε τέτοια δεδομένα.
Παράλληλα, προκειμένου να μεγιστοποιήσουν τα κέρδη τους, επιδίωκαν, μέσω των δικτύων που είχαν δημιουργήσει, να χρησιμοποιούν Α.Μ.Κ.Α. ανασφάλιστων ατόμων, καθώς η συμμετοχή τους στη δαπάνη του Ε.Ο.Π.Υ.Υ. ήταν μηδενική.
Ανάμεσα στις συνταγογραφήσεις εντοπίστηκαν πολλές περιπτώσεις που αφορούσαν άτομα τα οποία είχαν απομακρυνθεί (απέλαση, έξοδος) από τη χώρα ή ήταν έγκλειστα σε Κέντρα Κράτησης και φιλοξενούμενοι σε δομές διαμονής αλλοδαπών.
Από την έρευνα διαπιστώθηκε η παράνομη χρήση 3.516 Α.Μ.Κ.Α., βάσει των οποίων εκδόθηκαν ψευδώς 90.186 συνταγές.
Όσον αφορά στα ψευδώς συνταγογραφούμενα φάρμακα, αυτά χαρακτηρίζονταν από ευρεία γκάμα, συμπεριλαμβανομένων ναρκωτικών και άλλων ψυχοτρόπων ουσιών, ενώ, μεταξύ αυτών, περιλαμβάνονταν και ορισμένα τα οποία βρίσκονται σε έλλειψη τόσο στην ελληνική όσο και στη διεθνή αγορά.
Τα παρανόμως συνταγογραφημένα ιατρικά σκευάσματα δίνονταν μέσω των φαρμακείων, αλλά και των γιατρών, σε πελάτες τόσο στην Ελλάδα όσο και στο εξωτερικό.
Τα έσοδα από την παράνομη δραστηριότητά τους είτε τα αναμείγνυαν με νόμιμα εισοδήματα που είχαν μέσω της έκδοσης εικονικών αποδείξεων λιανικής πώλησης, είτε φυλάσσονταν σε θυρίδες τραπεζικών ιδρυμάτων.