Πέθανε σε ηλικία 88 ετών ο αγαπημένος ηθοποιός Κώστας Βουτσάς, μετά από 19 ημέρες στην εντατική του «Αττικόν».
Ο Κώστας Βουτσάς εισήχθη την Παρασκευή 7 Φεβρουαρίου στο νοσοκομείο με λοίμωξη του αναπνευστικού. Παρά τις τελευταίες θετικές πληροφορίες ότι η κατάσταση της υγείας του καλυτερεύει, ο αγαπημένος ηθοποιός «έφυγε» σήμερα στις 02:24 τα ξημερώματα από τη ζωή. Σημειώνεται ότι κατά τη διάρκεια της νοσηλείας του υπεβλήθη και σε τραχειοστομία.
Ο Κώστας Βουτσάς, αν και αντιμετώπισε πρόσφατα και πάλι προβλήματα υγείας, δεν έλειψε στιγμή από το σανίδι. Μάλιστα, λίγες ημέρες πριν μπει στο νοσοκομείο έπαιζε στην παιδική παράσταση του θεάτρου Μπρόντγουεϊ, «Σταχτοπούτα».
Το ιατρικό ανακοινωθέν του «Αττικόν» για τον Κώστα Βουτσά
«Ο Κώστας Βουτσάς εισήχθη στο Π.Γ.Ν. "ΑΤΤΙΚΟΝ" στις 7 Φεβρουαρίου 2020 με λοίμωξη του αναπνευστικού και σημαντική καρδιακή και αναπνευστική δυσλειτουργία, που οδήγησαν σε διασωλήνωση και εισαγωγή στην Μονάδα Εντατικής Θεραπείας. Ετέθη σε μηχανική υποστήριξη της αναπνοής και της νεφρικής λειτουργίας. Η κατάστασή του σταθεροποιήθηκε αρχικά, αλλά την 24η Φεβρουαρίου το βράδυ παρουσίασε σημαντική επιδείνωση, που εξελίχθηκε σε πολυοργανική ανεπάρκεια και κατέληξε, παρά τις γενόμενες θεραπευτικές παρεμβάσεις, στις 26/02/2020 στις 02:24», αναφέρει το ανακοινωθέν του νοσοκομείου «Αττικόν».
Ποιος ήταν ο Κώστας Βουτσάς
Γοητευτικός, πληθωρικός, στόφα μεγάλου ηθοποιού, ο Κώστας Βουτσάς διέγραψε τεράστια, επιτυχημένη καριέρα 70 ετών. Ήταν από τους σταρ που σημάδεψαν τον ελληνικό κινηματογράφο.
Σπουδαίος κωμικός, άφησε ανεξίτηλο στίγμα στον ρόλο του αγαθού Κωνσταντινουπολίτη με «Το Ανθρωπάκι» (1969), ενώ το αυθόρμητο επιφώνημα του «Φσστ μπόινγκ», στο μιούζικαλ «Κάτι να καίει» (1964), έγραψε ιστορία στον εγχώριο κινηματογράφο.
Σθεναρός υποστηρικτής του, εξαρχής, υπήρξε ο σκηνοθέτης Γιάννης Δαλιανίδης, με τον οποίο τον συνέδεε μακρόχρονη φιλία κι εκτίμηση.
Ήταν το 1961, όταν με την εμφάνιση του στον «Κατήφορο» απέκτησε ευρεία αναγνωρισιμότητα, για να απογειωθεί στη συνέχεια ως ο απόλυτος πρωταγωνιστής σε ταινίες που έφταναν να κόβουν έως και 650.000 εισιτήρια τις δεκαετία του '60 και του '70. Και ήταν το 1984 που ο νέος ελληνικός κινηματογράφος βρήκε στο πρόσωπο του Κώστα Βουτσά τον ιδανικό ερμηνευτή που θα ενσάρκωνε τα όνειρα και τις επιθυμίες ενός καθημερινού ανθρώπου («Ο έρωτας του Οδυσσέα», του Βασίλη Βαφέα).
Ο Κώστας Βουτσάς (Σαββόπουλος ήταν το οικογενειακό του όνομα) γεννήθηκε τον Δεκέμβριο του 1931 στην Αθήνα, σε προσφυγική οικογένεια με καταγωγή από τους Επιβάτες της Ανατολικής Θράκης, που σήμερα ανήκουν στο έδαφος της Τουρκίας. Μεγάλωσε στη Θεσσαλονίκη, όπου εγκαταστάθηκε η οικογένειά του. Ο πατέρας του εργάστηκε ως εργάτης οδοποιίας και ο μικρός Κώστας επινόησε διάφορες δουλειές του ποδαριού για επιβίωση. Στα χρόνια της Κατοχής μοίραζε προκηρύξεις στους κινηματογράφους μαζί με άλλα «Αετόπουλα» της ΕΠΟΝ.
Η πρώτη του επαφή με το θέατρο
Μετά τον πόλεμο ασχολήθηκε με διάφορες μορφές αθλητισμού, όπως στίβο, κωπηλασία, βόλεϊ και μπάσκετ. Η πρώτη του θεατρική εμπειρία, όπως έχει πει, ήταν στα σχολικά του χρόνια, όταν ο προπονητής του τον είχε στείλει για προπόνηση στη Μηχανιώνα και έλαβε μέρος στην παράσταση της κατασκήνωσης. Έκανε ένα αρνητικό σχόλιο για το παιδί που υποδύονταν τον μεθυσμένο και όταν ο υπεύθυνος του θεατρικού τον προκάλεσε αν μπορεί να το κάνει καλύτερα, βρέθηκε τελικά με τον ρόλο.
Η απόρριψη και η καταξίωση
Σε ηλικία 18 ετών σπούδασε στη Δραματική Σχολή του Μακεδονικού Ωδείου, συμμετείχε σε επιθεωρήσεις στο Στρατιωτικό Θέατρο Θεσσαλονίκης και αφού περιπλανήθηκε με τα μπουλούκια δύο χρόνια σε χωριά και κωμοπόλεις της Μακεδονίας, «η Καλή Καλό (καλλιτεχνικό ψευδώνυμο της θεατρίνας Καλλιόπης Δαμβέργη) τον κατέβασε Αθήνα», όπως είχε πει ο ίδιος. Έδωσε εξετάσεις για να πάρει την άδεια ασκήσεως επαγγέλματος, την οποία τελικά του έδωσαν στην τρίτη προσπάθεια, αφού η επιτροπή τον είχε απορρίψει δύο φορές, επειδή «δεν έκανε για ηθοποιός» όπως του είχαν πει.
Η πρώτη ταινία που συμμετείχε, ως κομπάρσος, ήταν στην κωμωδία «Ο μπαμπάς εκπαιδεύεται» (1953, του Γιώργου Λαζαρίδη). Ακολούθησε η συμμετοχή του στην ταινία του Αλέκου Σακελλάριου «Η κυρά μας η μαμή» (1958), με την οποία μπήκε πρώτη φορά στα στούντιο της Φίνος Φιλμ, και οι ταινίες «Για την αγάπη της βοσκοπούλας» του Φρίξου Ηλιάδη (1959), «Η Αλίκη στο Ναυτικό» (1960, Αλέκος Σακελλάριος), «Κατήφορος» (1961, Γιάννης Δαλιανίδης), «Ο φίλος μου ο Λευτεράκης» (1962, Αλέκος Σακελλάριος ) κ.ά. Συνολικά έπαιξε σε 70 ταινίες.
Στη μικρή οθόνη πρωτοεμφανίστηκε το 1973, στο σίριαλ «Βαριετέ» της τότε ΥΕΝΕΔ, για να ακολουθήσουν πολλές εμφανίσεις σε τηλεοπτικές σειρές, όπως «Ο Ανδροκλής και τα λιοντάρια του», «Για μια θέση στον ήλιο», «Γιούγκερμαν», «Δέκα μικροί Μήτσοι»,«Επτά θανάσιμες πεθερές», «Η πολυκατοικία» κ.ά.
Η προσωπική ζωή του Κώστα Βουτσά
Ο Κώστας Βουτσάς έχει τρεις κόρες: τη Σάντρα από τον γάμο του με την Έρρικα Μπρόγιερ, την ηθοποιό Θεοδώρα και τη Νικολέτα από τον γάμο του με τη Θεανώ Παπασπύρου και έναν γιο, τον τετράχρονο Φοίβο, από τον γάμο του το 2016 με την ηθοποιό Αλίκη Κατσαβού.
Ήταν ενεργός και δραστήριος μέχρι τέλους, απολαμβάνοντας την αγάπη του κόσμου που παρέμεινε πιστός σε όλες του τις παραστάσεις, με πιο πρόσφατες τη «Σμύρνη μου αγαπημένη» της Μιμής Ντενίση έως την τελευταία, την παιδική «Σταχτοπούτα» του Σαρλ Περό, στο θέατρο Μπρόντγουεϊ.