Συναγερμό για τη δραματική αύξηση των πειρατικών συνδέσεων συνδρομητικής τηλεόρασης στην Ελλάδα σημαίνουν οι αρμόδιες Αρχές.
Σύμφωνα με τις τελευταίες εκτιμήσεις των εταιρειών συνδρομητικών υπηρεσιών αλλά και της ΕΛ.ΑΣ, τον Απρίλιο που πέρασε οι πειρατικές συνδέσεις πλησιάζουν τις 700.000, με συνέπεια το Δημόσιο να χάνει κάθε χρόνο περί τα 30 εκατ. ευρώ από φορολογικά έσοδα. Οι «πειρατές» χρεώνουν από 15 έως και 25 ευρώ τον μήνα στους πελάτες τους. Αυτό, ουσιαστικά, σημαίνει ότι κάθε χρόνο η συγκεκριμένη παραβατική δράση γεννά μια δεξαμενή «μαύρου» χρήματος που κυμαίνεται από 126 εκατ. έως και 210 εκατ. ευρώ.
Η ΕΛ.ΑΣ. και το τμήμα Δίωξης Ηλεκτρονικού Εγκλήματος βρίσκονται σε ένα κομβικό σημείο, καθώς εξετάζουν μια σημαντική αλλαγή στη στρατηγική τους. Συγκεκριμένα, κατά τις ίδιες πηγές, οι Αρχές πλέον θα βάλουν στο «στόχαστρο» και τον τελικό χρήστη, δηλαδή τον «πελάτη» της πειρατικής σύνδεσης. Αυτό σημαίνει ότι στο άμεσο διάστημα θα προσωποποιηθούν διώξεις και κατά πολιτών που χρησιμοποιούν τις πειρατικές υπηρεσίες που τους προσφέρουν οι επιτήδειοι.
Εντοπίστηκαν 31 συνδρομητές πειρατικών συνδέσεων
Χαρακτηριστικές είναι οι δύο υποθέσεις που εξιχνίασε η Διεύθυνση Δίωξης Ηλεκτρονικού Εγκλήματος, για παράβαση των νομοθεσιών περί πνευματικής ιδιοκτησίας κατ’ επάγγελμα και περί προστασίας συνδρομητικών υπηρεσιών κατ’ εξακολούθηση.
Η έρευνα ξεκίνησε όταν έγινε καταγγελία σε βάρος παραβατών οι οποίοι μέσω διαδικτυακής πλατφόρμας και με τη χρήση εξειδικευμένων τεχνικών μέσων και εξοπλισμού παρείχαν σε τρίτους τη δυνατότητα θέασης συνδρομητικών καναλιών, χωρίς να καταβάλλεται η νόμιμη συνδρομή.
Η καταγγελία τέθηκε υπόψη της αρμόδιας εισαγγελικής Αρχής και εκδόθηκε σχετικό βούλευμα για την άρση του απορρήτου των επικοινωνιών. Στο πλαίσιο αυτό και έπειτα από ενδελεχή και εμπεριστατωμένη αστυνομική και διαδικτυακή έρευνα εντοπίστηκαν δύο καταστήματα, όπου διενεργήθηκαν έρευνες και προέκυψε η συμμετοχή τους στις διερευνώμενες πράξεις.
Πιο συγκεκριμένα, στην πρώτη περίπτωση, κατά τη διάρκεια έρευνας σε κατάστημα σε περιοχή της Στερεάς Ελλάδας, βρέθηκαν και κατασχέθηκαν δύο αποθηκευτικά μέσα. Παράλληλα, σε ηλεκτρονικό υπολογιστή διαπιστώθηκε η ύπαρξη εφαρμογής για δυνατότητα θέασης συνδρομητικών καναλιών χωρίς νόμιμη συνδρομή, καθώς και πίνακα διαχείρισης (panel) συνδρομητών, με 31 ενεργούς συνδρομητές. Μάλιστα, για τον έλεγχο του πελατολογίου, την επίλυση τεχνικών προβλημάτων και την ανανέωση των συνδρομών χρησιμοποιούσαν εφαρμογές επικοινωνίας.
Ο συλληφθείς, με τη δικογραφία που σχηματίστηκε σε βάρος του, οδηγήθηκε στην αρμόδια Εισαγγελική Αρχή.
Στη δεύτερη περίπτωση, κατά τη διάρκεια έρευνας σε κατάστημα σε περιοχή της Κεντρικής Μακεδονίας, βρέθηκαν και κατασχέθηκαν τέσσερις σκληροί δίσκοι, κινητό τηλέφωνο και δορυφορικός δέκτης, πλην όμως δεν συνέτρεχαν οι προϋποθέσεις εφαρμογής της αυτόφωρης διαδικασίας. Τα κατασχεθέντα ψηφιακά πειστήρια, θα αποσταλούν στη Διεύθυνση Εγκληματολογικών Ερευνών προκειμένου να εξετασθούν εργαστηριακά.
Στη φάκα της ΕΛ.ΑΣ. και «πειρατής» από την Αλεξανδρούπολη -Έβγαλε 200.000 ευρώ
Υπενθυμίζεται ότι προ μηνός η ΕΛ.ΑΣ. εξιχνίασε μια ακόμη υπόθεση πειρατείας συνδρομητικών υπηρεσιών στην Αλεξανδρούπολη, συλλαμβάνοντας έναν 70χρονο.
Είχε προηγηθεί έρευνα της Υποδιεύθυνσης Αντιμετώπισης Οργανωμένου Εγκλήματος Θεσσαλονίκης και σε έφοδο που έγινε στο σπίτι του συλληφθέντα, με τη συνδρομή υπαλλήλων της Εταιρίας Προστασίας Οπτικοακουστικών Έργων, κατασχέθηκε πλήθος ηλεκτρονικών συσκευών, σημειωματάρια και τετράδιο με πελατολόγιο, όπως επίσης το χρηματικό ποσό των 1950 ευρώ.
Πώς πλούτιζε ο 70χρονος με τα «πειρατικά» κανάλια
Σύμφωνα με την αστυνομική έρευνα, ο 70χρονος εντόπιζε, μέσω αγγελιών, τους ενδιαφερόμενους πελάτες ανά την Ελλάδα αποστέλλοντάς τους με courier δέματα με εξοπλισμό. Η ετήσια συνδρομή για τη λήψη σήματος συνδρομητικών καναλιών φέρεται να έφτανε στα 240 ευρώ (20 ευρώ τον μήνα), για κάθε πελάτη.
Όπως αναφερόταν στη σχετική ανακοίνωση, από τον περσινό Απρίλιο, ο δράστης φέρεται να απέστειλε 200 δέματα, ενώ τα παράνομα έσοδά του από την πώληση των ηλεκτρονικών συσκευών και την είσπραξη των συνδέσεων υπολογίζεται ότι υπερβαίνουν τα 200.000 ευρώ, με την αντίστοιχη ζημία για τις συνδρομητικές εταιρείες να εκτιμάται σε 600.000 ευρώ.