Σοκαριστική είναι η περιγραφή της Σοφίας Πολυζωγοπούλου για τον ξυλοδαρμό της από τον σύζυγό της ποινικολόγο Απόστολο Λύτρα.
Ο Απόστολος Λύτρας αφέθηκε ελεύθερος από ανακριτή και εισαγγελέα, απόφαση όμως που θα ελεγχθεί μετά από σχετική παρέμβαση του Αρείου Πάγου. Και ενώ αναμένεται η δικαστική εξέλιξη της υπόθεσης, ο γνωστός ποινικολόγος βρίσκεται και επίσημα αντιμέτωπος με ενδεχόμενες πειθαρχικές ευθύνες, καθώς ο πρόεδρος του ΔΣΑ Δημήτρης Βερβεσός προχώρησε χθες στην άσκηση πειθαρχικής δίωξης για παράβαση ποινικού νόμου.
Εν τω μεταξύ, χθες ήρθαν στο φως οι συγκλονιστικές περιγραφές στην κατάθεση της 37χρονης δικηγόρου, η οποία κατά πληροφορίες φέρεται να αναφέρει σε αυτήν ότι εκλιπαρούσε τον σύζυγό της Απόστολο Λύτρα να σταματήσει να τη χτυπάει, τη στιγμή που εκείνη πνιγόταν καθώς το στόμα της είχε γεμίσει αίματα και ένιωθε ότι χάνει τις αισθήσεις της.
«Είμαι χάλια σωματικά και ψυχικά, δεν γινόταν άλλο»
Η 37χρονη δικηγόρος μίλησε χθες στο Star, δηλώνοντας σοκαρισμένη.
«Είμαι χάλια σωματικά και ψυχικά. Προσπαθώ να διαφυλάξω τη σωματική και φυσική μου υγεία. Τα πράγματα έχουν πάρει τον δρόμο τους. Δεν είμαι καλά, πώς να είμαι καλά; Δεν γινόταν άλλο», είπε χαρακτηριστικά.
Στην κατάθεσή της υποστήριξε πως ήταν αποφασισμένη να καταγγείλει τον σύζυγό της για τα περιστατικά ενδοοικογενειακής βίας, γι' αυτό και μίλησε στους γιατρούς και στην Αστυνομία.
Ειδικότερα, η 37χρονη δικηγόρος είπε στην κατάθεσή της: «Μπήκαμε μαζί στην είσοδο της Ευρωκλινικής. Είπα ότι θέλω να με δει γιατρός στα επείγοντα επειδή έχω χτυπήσει στο κεφάλι. Με πήρε κατευθείαν ο γιατρός στο εξεταστήριο μόνη μου και δεν επέτρεψε στον σύζυγό μου να μπει. Μαζί ήρθε και μια νοσοκόμα. Μόλις με πλησίασε η νοσοκόμα, της είπα αμέσως ότι με έχει χτυπήσει ο άνδρας μου. Ότι φοβάμαι και τον ίδιο και το είπα και στον γιατρό. Μου είπαν ότι θα ειδοποιήσουν την Αστυνομία. Όπως πράγματι και έγινε».
Ανατριχιαστικές περιγραφές: «Με χτύπησε στο πρόσωπο με γροθιά, μου είχε πάρει το κινητό»
Σύμφωνα με την κατάθεση της 37χρονης δικηγόρου, ο καβγάς του ζευγαριού ξεκίνησε μέσα σε μαγαζί της Βουλιαγμένης, απ' όπου έφυγαν εσπευσμένα, και μόλις μπήκαν στο αυτοκίνητο ξεκίνησαν όλα, καθώς, όπως κατέθεσε, με το που μπήκαν της έριξε μπουνιά στο πρόσωπο. Και συνεχίζει -κατά πληροφορίες- την περιγραφή της ως εξής:
«Άρχισε να τρέχει με ιλιγγιώδη ταχύτητα και σε μικρή απόσταση σε ένα απόμερο μέρος δεξιά του δρόμου όπου είχε χώρο σταμάτησε το αυτοκίνητο και με χτύπησε στο πρόσωπο έχοντας τα χέρια του σε γροθιά. Σημειωτέον ότι όλη αυτή την ώρα μού είχε πάρει το κινητό. Η πόρτα ήταν κλειδωμένη. Ούρλιαζα "βοήθεια" και τον παρακαλούσα να σταματήσει, ενώ το πρόσωπό μου ήταν γεμάτο αίματα και τα κατάπινα και ένιωθα ότι πνίγομαι».
«Τον παρακαλούσα, τα ρούχα μου είχαν γεμίσει αίματα»
«Κάποια στιγμή ένιωθα ότι χάνω τις αισθήσεις μου. Προφανώς με είδε σε αυτή την κατάσταση και σταμάτησε. Τον παρακαλούσα να με πάει σε κάποιο νοσοκομείο και να μου δώσει το κινητό μου προκειμένου να ειδοποιήσω την αδερφή μου ή κάποιον δικό μου. Ο ίδιος δεν ανταποκρινόταν σε τίποτα από όλα αυτά παρότι του έλεγα ότι θα πεθάνω γιατί αιμορραγούσα πάρα πολύ! Ακόμα και τα ρούχα μου είχαν γεμίσει αίματα».
«Με οδήγησε στο σπίτι. Εγώ όταν μπήκα μέσα με όσες δυνάμεις είχα γιατί ζαλιζόμουν πολύ και ήμουν πολύ χτυπημένη, του είπα ότι πάω να πλυθώ. Όταν ανέβηκα στο δωμάτιο προκειμένου να πάρω το "κουμπί πανικού" που είναι συνδεδεμένο με τον συναγερμό και χτυπάει κατευθείαν στην Αστυνομία, με πρόλαβε και το πήρε αυτός και συνέχιζε να κρατάει το κινητό μου».
Όπως κατέθεσε η 37χρονη, ο σύζυγός της πείστηκε να την πάει στο νοσοκομείο επειδή τον διαβεβαίωσε ότι θα πει ψέματα στους γιατρούς.