Θεία Λειτουργία στην κεντρική αίθουσα του Μεγάρου «Χρήστος Λαμπράκης», όπου βρίσκεται το μεγαλύτερο εκκλησιαστικό όργανο των Βαλκανίων, τέλεσε το απόγευμα Πάπας Φραγκίσκος.
Τη Λειτουργία παρακολούθησαν στην κεντρική αίθουσα 800 - 900 Καθολικοί από όλη την Ελλάδα, ενώ σε όλες τις άλλες αίθουσες του Μεγάρου Μουσικής 2.500 άτομα.
«Κατ' αυτή τη δεύτερη Κυριακή της Παρουσίας ο Λόγος του Θεού μας παρουσιάζει τη μορφή του Αγίου Ιωάννη του Βαπτιστή. Το Ευαγγέλιο υπογραμμίζει δύο όψεις: τον τόπο όπου βρίσκεται, την έρημο, και το περιεχόμενο του μηνύματός του, τη μεταστροφή. Έρημος και μεταστροφή: πάνω σ' αυτό επιμένει το σημερινό Ευαγγέλιο, και αυτή η μεγάλη επιμονή μας δίνει να καταλάβουμε ότι αυτά τα λόγια μας αφορούν άμεσα. Ας τα δεχτούμε και τα δύο», τόνισε στον λόγο του ο Πάπας.
«Ο Κύριος προτιμά τη μικρότητα και την ταπεινοφροσύνη»
Επιπρόσθετα, ανέφερε: «Η έρημος. Ο ευαγγελιστής Λουκάς εισάγει αυτό τον τόπο με έναν ιδιαίτερο τρόπο. Μιλάει πράγματι για επίσημες περιστάσεις και για μεγάλες προσωπικότητες του καιρού εκείνου: αναφέρει το δέκατο πέμπτο έτος του αυτοκράτορα Τιβερίου Καίσαρα, τον κυβερνήτη Πόντιο Πιλάτο, τον βασιλιά Ηρώδη και άλλους ''πολιτικούς ηγέτες'' της εποχής* έπειτα αναφέρει τους θρησκευτικούς ηγέτες, 'Αννα και Καϊάφα, που ήταν στον ναό της Ιερουσαλήμ (βλ Λκ 3,1-2). Σε αυτό το σημείο δηλώνει ''Ο Λόγος του Θεού ήλθε στον Ιωάννη, υιό του Ζαχαρία, στην έρημο'' (Λκ 3,2). Μα πώς; Θα περιμέναμε να απευθυνθεί ο Λόγος του Θεού σε έναν από τους μεγάλους, που μόλις αναφέρθηκαν. Και όμως όχι. Από τις γραμμές του Ευαγγελίου προκύπτει μια λεπτή ειρωνεία: από τα υψηλά επίπεδα στα οποία κατοικούν οι κάτοχοι της εξουσίας περνάμε ξαφνικά στην έρημο, σε έναν άνθρωπο άγνωστο και μοναχικό. Ο Θεός μας εκπλήσσει, οι επιλογές του εκπλήσσουν: δεν εντάσσονται μέσα στις ανθρώπινες προβλέψεις, δεν ακολουθούν τη δύναμη και το μεγαλείο που Του αποδίδει συνήθως ο άνθρωπος. Ο Κύριος προτιμά τη μικρότητα και την ταπεινοφροσύνη. Η λύτρωση δεν αρχίζει στην Ιερουσαλήμ, στην Αθήνα ή στη Ρώμη, αλλά στην έρημο. Αυτή η παράδοξη στρατηγική μάς δίνει ένα μήνυμα πολύ ωραίο. Το να έχουμε εξουσία, να είμαστε μορφωμένοι και φημισμένοι δεν αποτελεί εγγύηση για να αρέσουμε στον Θεό* απεναντίας, θα μπορούσε να μας κάνει να υπερηφανευτούμε και να τον απωθήσουμε. Χρησιμεύει αντιθέτως το να είμαστε εσωτερικά φτωχοί, όπως φτωχή είναι η έρημος».
Και εν συνεχεία προτρέπει: «Ας παραμείνουμε στο παράδοξο της ερήμου. Ο Πρόδρομος προετοιμάζει τον ερχομό του Χριστού σ' αυτό τον τόπο τον δύσβατο και αφιλόξενο, γεμάτο κινδύνους. Τώρα, αν κάποιος θέλει να κάνει μια σπουδαία αναγγελία, συνήθως πηγαίνει σε όμορφα μέρη, όπου υπάρχει πολύς κόσμος, όπου υπάρχει ορατότητα. Ο Ιωάννης όμως κηρύττει στην έρημο. Ακριβώς εκεί, στον άνυδρο τόπο, σ' εκείνο τον κενό χώρο που εκτείνεται όσο βλέπει το μάτι και όπου σχεδόν δεν υπάρχει ζωή, εκεί αποκαλύπτεται η δόξα του Κυρίου, η οποία -όπως προφητεύουν οι Γραφές (βλ Ησ 40,3-4)- μετατρέπει την έρημο σε λίμνη, την άνυδρη γη σε πηγές υδάτων (βλ Ησ 41,18). Ιδού ένα άλλο μήνυμα ενθαρρυντικό: ο Θεός, τώρα όπως και τότε, στρέφει το βλέμμα του εκεί όπου κυριαρχούν θλίψη και μοναξιά. Μπορούμε να το διαπιστώσουμε μέσα στη ζωή: Εκείνος συχνά δεν κατορθώνει να φθάσει κοντά μας όταν βρισκόμαστε ανάμεσα σε χειροκροτήματα και σκεπτόμαστε μόνο τον εαυτό μας* το κατορθώνει κυρίως στις ώρες της δοκιμασίας. Μας επισκέπτεται μέσα στις δύσκολες καταστάσεις, μέσα στο κενό μας που του αφήνει χώρο, μέσα στις υπαρξιακές μας ερήμους».
Ακολούθως, σημειώνει: «Αγαπητοί αδελφοί και αδελφές, στη ζωή ενός ανθρώπου ή ενός λαού δεν λείπουν στιγμές κατά τις οποίες έχουμε την εντύπωση ότι βρισκόμαστε σε μια έρημο. Και να που ακριβώς εκεί γίνεται παρών ο Κύριος, ο οποίος συχνά δεν γίνεται δεκτός από αυτόν που αισθάνεται πετυχημένος, αλλά από αυτόν που αισθάνεται ότι δεν τα καταφέρνει. Και έρχεται με λόγια εγγύτητας, συμπάθειας και τρυφερότητας: ''Μη φοβάσαι, διότι εγώ είμαι μαζί σου* μη λιποψυχείς, διότι εγώ είμαι ο Θεός σου. Σε καθιστώ ισχυρό και έρχομαι να σε βοηθήσω'' (εδ. 10). Κηρύττοντας μέσα στην έρημο, ο Ιωάννης μας διαβεβαιώνει ότι ο Κύριος έρχεται να μας ελευθερώσει και να μας ξαναδώσει ζωή ακριβώς μέσα στις καταστάσεις που φαίνονται δίχως λύτρωση, χωρίς διέξοδο. Δεν υπάρχει λοιπόν τόπος που δεν θέλει να επισκεφθεί ο Κύριος. Και σήμερα δεν μπορούμε παρά να νιώσουμε χαρά βλέποντας ότι διαλέγει την έρημο, για να φθάσει κοντά μας, μέσα στη μικρότητά μας που την αγαπάει, και μέσα στην ξηρασία μας που θέλει να την ξεδιψάσει! Γι' αυτό, αγαπητοί μου, μη φοβάστε τη μικρότητα, διότι το ζήτημα δεν είναι να είμαστε μικροί και ανεπαρκείς, αλλά να ανοιγόμαστε προς τον Θεό και προς τους άλλους. Και να μη φοβάστε ούτε τις ξηρασίες, διότι δεν τις φοβάται ο Θεός, που έρχεται εκεί για να μας επισκεφθεί!».
«Να πάμε πέρα από αυτό που μας λένε τα ένστικτά μας και φωτογραφίζουν οι σκέψεις μας»
Κατόπιν, προσκαλεί: «Ας περάσουμε τώρα στη δεύτερη όψη, τη μεταστροφή. Ο Βαπτιστής την κήρυττε δίχως ανάπαυλα και σε τόνους σφοδρούς (βλ Λκ 3,7). Και αυτή επίσης είναι μια θεματολογία ''στενόχωρη''. Όπως η έρημος δεν είναι το πρώτο μέρος στο οποίο θα θέλαμε να πάμε, έτσι και η πρόσκληση στη μεταστροφή δεν είναι ασφαλώς η πρώτη πρόταση που θα θέλαμε να ακούσουμε. Το να μιλάει κανείς για μεταστροφή μπορεί να προκαλέσει θλίψη* μας φαίνεται δύσκολο να το συνδέσουμε με το Ευαγγέλιο της χαράς. Αλλά αυτό συμβαίνει όταν η μεταστροφή περιορίζεται σε μια προσπάθεια ηθική, σαν να ήταν μόνο καρπός των δυνάμεών μας. Εδώ φωλιάζουν επίσης η πνευματική θλίψη και η απογοήτευση: θα θέλαμε να μεταστραφούμε, να είμαστε καλύτεροι, να υπερνικήσουμε τα ελαττώματά μας, να αλλάξουμε, αλλά αισθανόμαστε ότι δεν θα τα καταφέρουμε πλήρως και, παρά την καλή μας θέληση, ξαναπέφτουμε πάντα. Έχουμε την ίδια εμπειρία του Αγίου Παύλου ο οποίος, ακριβώς από αυτά εδώ τα μέρη, έγραφε: ''Εγώ θέλω να κάνω το καλό, δεν βρίσκω όμως τη δύναμη να το μετατρέψω σε πράξη* κι έτσι δεν κάνω το καλό που θα ήθελα, αλλά το κακό που δεν θέλω'' (Ρωμ 7,18-19). Αν λοιπόν από μόνοι μας δεν έχουμε την ικανότητα να κάνουμε το καλό, τι σημαίνει να μεταστραφούμε;
Μπορεί να μας βοηθήσει η όμορφη γλώσσα σας, τα ελληνικά, με την ετυμολογία του ευαγγελικού ρήματος ''μετανοώ'', ''μεταστρέφομαι''. Είναι σύνθετο από την πρόθεση ''μετά'', που εδώ σημαίνει ''πέρα'', και το ρήμα ''νοώ'' που σημαίνει ''σκέπτομαι''. Μεταστρέφομαι, λοιπόν, σημαίνει σκέπτομαι πέρα, δηλαδή πηγαίνω πέρα από τον συνηθισμένο τρόπο τού να σκέπτομαι, πέρα από τα δικά μας συνηθισμένα νοητικά σχήματα. Σκέπτομαι ακριβώς τα σχήματα που περιορίζουν τα πάντα στο εγώ μας, στη δική μας αξίωση αυτάρκειας. Ή σε εκείνα τα κλειστά από την αυστηρότητα και τον φόβο που παραλύουν, από τον πειρασμό τού ''έτσι γινόταν πάντα'', από την ιδέα ότι οι έρημοι της ζωής είναι χώροι θανάτου και όχι χώροι της παρουσίας του Θεού.
Προτρέποντάς μας στη μεταστροφή, ο Ιωάννης μας καλεί να πάμε πέρα και να μη σταματήσουμε εδώ* να πάμε πέρα από αυτό που μας λένε τα ένστικτά μας και φωτογραφίζουν οι σκέψεις μας, διότι η πραγματικότητα είναι πιο μεγάλη. Η πραγματικότητα είναι ότι ο Θεός είναι πιο μεγάλος. Να μεταστραφούμε, λοιπόν, σημαίνει να μην ακούσουμε αυτό που βυθίζει την ελπίδα, εκείνον που επαναλαμβάνει ότι στη ζωή δεν θα αλλάξει ποτέ τίποτα. ''Να μεταστραφούμε'' σημαίνει να αρνηθούμε να πιστέψουμε ότι προοριζόμαστε να βυθιστούμε στις κινητές άμμους της μετριότητας. Και μην καταθέσουμε τα όπλα εμπρός στα εσωτερικά φαντάσματα, που παρουσιάζονται κυρίως στις στιγμές της δοκιμασίας για να μας απογοητεύσουν και να μας πουν ότι δεν θα τα καταφέρουμε, ότι όλα πάνε άσχημα και ότι το να γίνουμε άγιοι δεν είναι για μας. Δεν είναι έτσι, διότι υπάρχει ο Θεός. Πρέπει να εμπιστευόμαστε σε Εκείνον, διότι Εκείνος είναι το δικό μας ''πέρα'', η δύναμή μας. Όλα αλλάζουν εάν αφήσουμε σε Εκείνον την πρώτη θέση. Ιδού η μεταστροφή: στον Κύριο αρκεί η δική μας ανοιχτή πόρτα για να εισέλθει και να κάνει αξιοθαύμαστα έργα, όπως του ήταν αρκετά μια έρημος και τα λόγια του Ιωάννη για να έλθει στον κόσμο».
«Ας ζητήσουμε τη χάρη της ελπίδας»
Τέλος, υπογραμμίζει: «Ας ζητήσουμε τη χάρη να πιστέψουμε ότι με τον Θεό τα πράγματα αλλάζουν, ότι Εκείνος θεραπεύει τα τραύματά μας, μεταμορφώνει τους άνυδρους τόπους σε πηγές υδάτων. Ας ζητήσουμε τη χάρη της ελπίδας. Διότι η ελπίδα είναι εκείνη που εμψυχώνει την πίστη και αναθερμαίνει την αγάπη. Διότι οι έρημοι του κόσμου διψούν σήμερα ακριβώς για ελπίδα. Και ενώ αυτή η συνάντησή μας μάς ανανεώνει μέσα στην ελπίδα και τη χαρά του Ιησού Χριστού, και εγώ χαίρομαι να βρίσκομαι μαζί σας, ας ζητήσουμε από τη Μητέρα μας, την Παναγία, να μας βοηθήσει να είμαστε, όπως εκείνη, μάρτυρες ελπίδας, σπορείς χαράς γύρω μας. Όχι μόνο όταν είμαστε ευχαριστημένοι και είμαστε μαζί, αλλά κάθε μέρα, μέσα στις ερήμους που κατοικούμε. Διότι εκεί είναι που, με τη χάρη του Θεού, η ζωή μας καλείται να μεταστραφεί και να ανθήσει».