Εχει «δικαίωμα» να πεθαίνει ένας καλλιτέχνης; Οταν έχει μεγαλώσει γενιές, κατηγορηματικά, όχι.
Αλλά, έτσι κι αλλιώς, το κορμί είναι φθαρτό. Τα τραγούδια του, παραμένουν απέθαντα, αιώνια παρακαταθήκη. Μάνος Λοΐζος, Δημήτρης Μητροπάνος, Στέλιος Καζαντζίδης, Αντώνης Βαρδής, Στράτος Διονυσίου, Γιώργος Ζαμπέτας, Σάκης Μπουλάς, Λουκιανός Κηλαηδόνης... Ολοι πήραν, φεύγοντας, κάτι από τη νιότη μας. Κάτι από την ανεμελιά μας.
«Με μιαν ανάσα λοιπόν», ο Λαυρέντης Μαχαιρίτσας.
Το πρωί ξύπνησα νωρίς, χωρίς λόγο, με ένα συναίσθημα δυσθυμίας από ένα κακό όνειρο. Κοίταξα το ρολόι, ήταν 6:45. Λίγο αργότερα έμαθα την τραγική είδηση για τον Μαχαιρίτσα.
Πιτσιρικάς ήμουν όταν τον είχα πρωτοδεί με τον Πάνο Τζαβέλα, να τραγουδάνε αντάρτικα. Δεν μου είχε κάνει εντύπωση τότε ο Μαχαιρίτσας. Είχε μείνει στο μυαλό μου μόνο η βροντώδης παρουσία του Τζαβέλα με τις πατερίτσες και τα μούσια. Μερικά χρόνια αργότερα ήρθαν οι «Τερμίτες». Είχα ξεχωρίσει τον Αντώνη Μιτζέλο. Κάπου στο 1984-85, άκουσα τη «Σκόνη» με τον Νταλάρα, συγκλονίστηκα, λάτρεψα και τις «Αρκούδες». «Ξαναβρεθήκαμε», το 1986, εκείνη η μαγική βραδιά στο Λυκαβηττό που σημάδεψε όσους βρέθηκαν εκεί. Η αποθέωση του «Πόσο σε θέλω» από επτά χιλιάδες κόσμου. Και επί σκηνής οι Γιώργος Νταλάρας, Φλερύ Νταντωνάκη, Σάκης Μπουλάς, Αντώνης Βαρδής, Χάρης και Πάνος Κατσιμίχας, Σοφία Βόσσου, Γιάννης Γιοκαρίνης...
Δυστυχώς, κείνη η βραδιά, σηματοδότησε το τέλος του συγκροτήματος. Ευτυχώς, ήταν η απαρχή της σόλο καριέρας του Λαυρέντη.
Μας απογείωσε και εμάς. Κλάψαμε, γελάσαμε, φωνάξαμε στις συναυλίες του. Με το ραδιόφωνο στην διαπασών με τις κασέτες και τα cd «οπλισμένα» περάσαμε ατελείωτα βράδια.
Μαζί σου μεγαλώσαμε, Λαυρέντη Μαχαιρίτσα. Κι ας ήσουν «βάζελος». Η μαγεία σου ήταν πάνω απ’ όλα. Και η μαγκιά σου. Σπάνια καλλιτέχνες λένε ποιον είχαν πρότυπο. Εκείνος το ομολόγησε ανοικτά: Τον Βαγγέλη Γερμανό. Σε μια συνέντευξή του στο ogdoo.gr το 2008 έλεγε: «Με είχε επηρεάσει πολύ. Με είχε επηρεάσει το τραγούδι το «Γιατί σε θέλω», τον γούσταρα τον Βαγγέλη πολύ. Κι επειδή πάντα το λέω ότι επηρεάστηκα απ’ αυτόν, του ’χει κάνει εντύπωση. Δεν έχει μάθει ο κόσμος να παίρνει δείγματα ευγνωμοσύνης, τους φαίνεται περίεργο».
Τώρα, δυστυχώς, Λαυρέντη, κάποιοι θα σε μνημονεύσουν κι εσένα -μετά θάνατον. Και θα σκυλέψουν τη μνήμη σου – ήδη άρχισαν. Πάντα οι μικροί, παίρνουν απ’ τους μεγάλους. Αλλά, εσύ δεν πέθανες, σε κούρσεψε ο θάνατος και έφυγες όρθιος.
«Εκεί στο Νότο, που τρίζει ο θάνατος κι η αγάπη κάνει κρότο». Αλλά και εκεί στο Βορά, «στο Διδυμότειχο μπλουζ, στου παραλόγου τη θητεία». Εκεί που «Η αγάπη χάθηκε στη σκόνη». Εκεί που «και μία δεύτερη φορά, σαν τον παλιό στρατιώτη, θα πέθαινα αγάπη μου καλύτερα απ’ την πρώτη». «Σ αγαπούσα - τι να πω. Σε θυμάμαι, τι να πω... Σε θυμάμαι ακόμα».
'Η «πες μου πως είναι ψέμα, ένα αστείο χαζό, εγώ χωρίς εσένα», όπως σε αποχαιρέτησε ο κολλητός σου, Νίκος Πορτοκάλογλου.
Αντίο Λαυρέντη…