Ο θάνατος της Σκωτσέζας Τζιν Χάνλον στο Ηράκλειο της Κρήτης πριν από 10 χρόνια είχε συγκλονίσει την Ελλάδα και την πατρίδας της. Και τώρα, οι γιοι της αναζητούν ακόμη απαντήσεις, σε ένα νέο ντοκιμαντέρ που προβλήθηκε από το Channel 5.
Το άψυχο σώμα της Τζιν Χάνλον με καταγωγή από το Ντάμφρις είχε βρεθεί να επιπλέει στην θάλασσα στο Ηράκλειο της Κρήτης τον Μάρτιο του 2009, τέσσερις ημέρες μετά την εξαφάνισή της και το τελευταίο της μήνυμα το είχε στείλει σε μια φίλη της, ζητώντας της «βοήθεια».
Τι συνέβη
Στις 9 Μαρτίου, η 53χρονη γυναίκα εξαφανίστηκε χωρίς να αφήσει πίσω της κανένα ίχνος από το Ηράκλειο όπου ζούσε. Τρεις ημέρες αργότερα, το πτώμα της ξεβράστηκε σε μια ακτή του λιμανιού γεμάτο με μώλωπες και τραύματα και σε προχωρημένη αποσύνθεση με αποτέλεσμα να είναι δύσκολη η αναγνώριση.
Και όπως γράφει η Sun, παρά το γεγονός πως τα στοιχεία υποδήλωναν ότι είχε δολοφονηθεί – συμπεριλαμβανομένων των ημερολογίων της που ανέφερε συχνά έναν άνδρα με το όνομα Νίκος, οι ελληνικές Αρχές αποφάνθηκαν πως ο θάνατός της ήταν ατύχημα και έκλεισαν την υπόθεση.
Ντοκιμαντέρ με όνομα «Δολοφονία στον Παράδεισο»
Δέκα χρόνια αργότερα, το μυστήριο που περιβάλλει τον θάνατο της Τζιν και οι ερωτήσεις που προκύπτουν σχετικά με τις τελευταίες της κινήσεις, παρουσιάζονται στο ντοκιμαντέρ του Channel 5 «Δολοφονία στον Παράδεισο».
Οι γιοι της, Μάικλ, Ρόμπερτ και Ντέιβιντ πιστεύουν ακράδαντα πως ο θάνατος της μητέρας τους είναι ύποπτος. Όπως δήλωσε ο Μάικλ στην Sun: «Δεν είμαστε ευχαριστημένοι με όσα είδαμε και όσα γνωρίζουμε για τις τελευταίες της κινήσεις. Δεν μπορεί απλά να πνίγηκε σε ένα ατύχημα».
«ΉΘελε να ζήσει την ζωή της στην Κρήτη»
Ο Τζιν είχε μετακομίσει στην Κρήτη το 2005, εργαζόμενη σε μια ταξιδιωτική εταιρεία για τρία συναπτά καλοκαίρια προτού αποφασίσει να μετακομίσει εκεί για πάντα. Τον Νοέμβριο του 2008 έμεινε στο νησί για τα πρώτα της Χριστούγεννα. Κι ενώ οι γιοι της ανησυχούσαν πως η Τζιν ήταν μόνη σε μια ξένη χώρα, ήταν χαρούμενοι που ήταν ασφαλής και που την φρόντιζαν καλά οι πολλοί φίλοι της.
«Πήγε εκεί για να περάσει λίγο χρόνο μόνη της» λέει ο γιος της Ρόμπερτ στο ντοκιμαντέρ. «Ήταν πολύ χαρούμενη και είχε έναν τεράστιο κύκλο φίλων τόσο από την Ελλάδα όσο και από την Αγγλία».
Αλλά λίγους μήνες αργότερα, στις 11 Μαρτίου 2009, τα πάντα άλλαξαν, όταν η αστυνομία τηλεφώνησε στον Ρόμπερτ και του είπε πως η μητέρα του αγνοείται εδώ και δύο ημέρες. «Αμέσως, είχα την αίσθηση πως κάτι δεν πήγαινε καλά» λέει ο Ντέιβιντ, σκουπίζοντας τα δάκρυάτου. «Δεν ήταν κάτι που θα το έκανε ποτέ η μητέρα μου. Ήταν απαίσιο και ήμουν τόσο μακριά για να βοηθήσω».
«Ήταν με κάποιον ξένο»
Όπως έκανε κάθε μέρα, η Τζιν έγρψε στο ημερολόγιό της το πρωί της 9ης Μαρτίου 2009 - μια καταχώρηση που θα αποδεικνυόταν η τελευταία της. Στην συνέχεια, επισκέφθηκε τα μαγαζιά και συνομίλησε με μία συμπατριώτισσα, όπου της είπε ότι ένα πράσινο αυτοκίνητο την ακολουθούσε όλη την ημέρα.
«Κάθισε για ένα ποτήρι κρασί μαζί μου» λέει το αφεντικό της Γιάννης Μαράκης αναφορικά με τις κινήσεις της εκείνη την ημέρα. «Αλλά μέσα σε 10 λεπτά έφυγε, με άγχος, σαν να την περίμενε κάποιος. Είπε ότι θα πήγαινε ένα ταξίδι στο Ηράκλειο». Και παρόλο που δεν επιβεβαιώθηκε ποτέ αν η Τζιν πήγε τελικά στο Ηράκλειο, καθώς δεν οδηγούσε, τα τηλεφωνικά αρχεία δείχνουν ότι τηλεφώνησε σε έναν φίλο εκείνο το βράδυ από την περιοχή του Ηρακλείου. Είπε στον φίλο της ότι βρισκόταν σε ένα μπαρ με έναν άγνωστο άνδρα, ο οποίος μιλούσε ελληνικά, αλλά όχι σαν να ήταν η μητρική του γλώσσα. Λίγα λεπτά αργότερα, η Τζιν έστειλε ένα μήνυμα στον ίδιο φίλο με τον οποία είχε μιλήσει, γράφοντας «Βοήθεια». Ο φίλος την κάλεσε πίσω, αλλά η Τζιν τον διαβεβαίωσε πως ήταν όλα εντάξει. Κι όταν η Τζιν του τηλεφώνησε μία ώρα αργότερα, κοιμόταν και δεν απάντησε.
«Αυτός ήταν ο τελευταίος που την άκουσε ή την είδε» προσθέτει ο Μάικλ. «Κι όταν δεν απάντησε την άλλη μέρα το πρωί, άρχισαν οι υποψίες αλλά η αστυνομία δεν μπορούσε να κάνει τίποτα για 48 ώρες».
«Βρέθηκε χωρίς μαλλιά και μάτια»
«Κατάλαβα αμέσως πως κάτι είχε συμβεί» λέει ο γιος της Ντέιβιντ, σκεπτόμενος την στιγμή που του είπε η αστυνομία πως η μητέρα του είχε εξαφανιστεί εδώ και δύο ημέρες. «Γίναμε κομμάτια» προσθέτει ο Μάικλ, που μαζί με τα αδέρφια του πέταξαν αμέσως για Κρήτη για να βοηθήσουν στις έρευνες.
Δύο ημέρες μετά την άφιξή τους στην Ελλάδα, στις 13 Μαρτίου 2009, ένα σώμα βρέθηκε στα νερά του λιμανιού του Ηρακλείου. Τα αδέρφια ήταν αισιόδοξα, καθώς οι αναφορές του ιατροδικαστή ανέφεραν πως το πτώμα ήταν ηλικίας 20 με 40 ετών, και πως ήταν τόσο άσχημα αποσυντεθειμένο που πιθανότατα είχε πεθάνει πριν από 20 ημέρες.
Όμως, τα πτώματα είναι γνωστό πως αποσυντίθενται πιο γρήγορα σε θερμά νερά πάνω από τους 7 βαθμούς Κελσίου, και το Κρητικό πέλαγος φτάνει πάνω από τους 16 βαθμούς τον Μάρτιο. Οι ειδικοί ισχυρίστηκαν πως το πτώμα μπορεί να είχε αποσυντεθεί από την θαλάσσια ζωή.
Όταν τα δύο αδέρφια είδαν το πτώμα στο νεκροτομείο, αποκαλύφθηκε η τραγική αλήθεια. «Μας έδειξαν ένα τραπέζι με τα ρούχα που φορούσε και κατάλαβα αμέσως πως ήταν της μητέρας μας» θυμάται ο Μάικλ. Ο αδερφός του Ρόμπερτ πρόσθεσε: «Τα πάντα μας έλεγαν πως ήταν η μητέρα μας, αλλά μόλις την αντίκρισα δεν ήταν αυτή. Δεν είχε μαλλιά, δεν είχε μάτια, είχε χάσει την μύτη της, έδειχνε με ένα κέλυφος κοχυλιού».
Οι Αρχές πίστευαν πως ήταν ατύχημα
Οι τοπικές Αρχές προσπάθησαν να πείσουν τους άνδρες να υπογράψουν το πιστοποιητικό θανάτου, το οποίο ήταν στα ελληνικά και δεν μπορούσαν να το διαβάσουν, το οποίο έλεγε πως ο θάνατος της οφειλόταν σε ατύχημα – είχε πέσει στα νερά του λιμανιού και πνίγηκε, αλλά τα αδέρφια δεν το υπέγραψαν.
Ο πρώην Αρχηγός της Αστυνομίας, Βασίλης Βερικοκίδης διαβεβαίωσε τα αδέρφια: «Βρέθηκαν 12 mg αλκοόλ στο αίμα της, οπότε δεν μπορούσαμε να αποκλείσουμε το ενδεχόμενο να περπατούσε κατά μήκος του λιμανιού, να ζαλίστηκε και να έπεσε λόγω του αλκοόλ».
Το ημερολόγιό της αποκάλυψε μυστικά - Το όνομα Νίκος εμφανιζόταν συχνά
Η υπόθεση έκλεισε, αλλά καθώς δεν ήταν ικανοποιημένοι από τα αποτελέσματα, ο Μάικλ και ο Ντέιβιντ άρχισαν να ψάχνουν το ημερολόγιο της μητέρας τους για στοιχεία κι εκεί βρήκαν μυστικά που η αστυνομία δεν τους είχε πει σχετικά με έναν άνδρα με τον οποίο είχε σχέσεις η Τζιν. Οι αναφορές για έναν άνδρα με το όνομα Νίκος άρχισαν να εμφανίζονται στα ημερολόγια της Τζιν λίγες εβδομάδες πριν από το θάνατό της – συμπεριλαμβανομένης και μίας αναφοράς μόλις δύο ημέρες πριν την εξαφάνισή της.
«Ο Νίκος με κάλεσε για δείπνο αλλά του είπα όχι» έγραφε σε κάποιο σημείο, με ένα άλλο να αναφέρει: «Ο Νίκος μου τηλεφώνησε για να έρθει από εδώ απόψε, αλλά του είπα όχι».
Ανακρίθηκαν δύο άνδρες
Μετά την ανακάλυψη αυτή, η αστυνομία δημοσίευσε περισσότερες λεπτομέρειες από την αναφορά του ιατροδικαστή σχετικά με τον θάνατο της Τζιν Χάνλον – σημειώνοντας πως υπήρχαν τραυματισμοί στην κόκκυγα, στο κάτω μέρος της πλάτης, στον λαιμό και στο κεφάλι σαν να είχε πέσει προς τα πίσω. Με βάση τα νέα στοιχεία, ασκήθηκε πίεση στην αστυνομία για την επίλυση της υπόθεσης, και περίπου έναν χρόνο μετά τον θάνατό της, δύο ύποπτοι οδηγήθηκαν για ανάκριση- με τον έναν να δημιουργεί ένα ψεύτικο άλλοθι.
Αλλά, οι ελπίδες του Ρόμπερτ, του Μάικλ και του Ντέιβιντ να ανακαλύψουν τι συνέβη στην μητέρα τους, ακυρώθηκαν όταν οι ύποπτοι αφέθηκαν ελεύθεροι και η υπόθεση έκλεισε παρά το γεγονός πως ο Μάικλ πιστεύει ότι υπάρχουν «τεράστιες ανακρίβειες» και «υποψίες» που δεν έχουν ερευνηθεί.
«Αυτός ο άνδρας, ο Νίκος, ποτέ δεν βρέθηκε ή δεν βγήκε να μιλήσει» είπε ο Μάικλ στην Sun. «Γιατί δεν μιλάει; Υπάρχουν τόσα πολλά ερωτήματα που θα μπορούσε να απαντήσει και να λυθούν».
«Θα πολεμήσουμε γι’ αυτήν – Ήταν η ζωή μας»
Τώρα, 10 χρόνια μετά τον θάνατο της Τζιν Χάνλον, οι γιοι της συνεχίζουν να προσπαθούν να μάθουν την αλήθεια γύρω από το θάνατό της καθώς πιστεύουν ότι κάποιος εκεί έξω γνωρίζει την αλήθεια».
«Πολλοί μας λένε ότι πρέπει να συνεχίσουμε τις ζωές μας» αναφέρει ο Μάικλ. «Αλλά η μητέρα μας ήταν η ζωή μας, είναι η ζωή μας δεν είναι απλά ένας διακόπτης που αποφασίζεις να τον σβήσεις».
Οι τρεις γιοι έχουν δημιουργήσει την ιστοσελίδα «Justice for Jean» που αποσκοπεί στην συγκέντρωση νέων πληροφοριών σχετικά με την υπόθεσή τους, καθώς και αίτηση για την συγκέντρωση υπογραφών προκειμένου οι ελληνικές Αρχές να ξανανοίξουν την υπόθεση.
«Αυτό δεν είναι απλά μια ιστορία για εμάς, αυτή είναι η ζωή μας» κατέληξε ο Μάικλ. «Έχουν περάσει δέκα χρόνια και θέλουμε να μάθουμε τι συνέβη για να μπορέσουμε να θρηνήσουμε για την μητέρα μας».