Η φοιτήτρια Ελληνικού Πολιτισμού και νοσηλεύτρια στο Σωτηρία, Βιβή Σωτηροπούλου βγάζει τη μάσκα και μιλάει στο iefimerida.gr για τη μάχη με τον κορωνοϊό.
Κάθε φορά που ένας ασθενής με κορωνοιό παίρνει εξιτήριο, οι νοσηλευτές που τον φροντίζουν ξέρουν ότι έχουν κερδίσει μια μάχη, όχι όμως και τον πόλεμο. Εδώ και έναν μήνα, όπως εξηγεί στο iefimerida η νοσηλεύτρια Βιβή Σωτηροπούλου, η ζωή άλλαξε βίαια στην 7η πνευμονολογική κλινική του Νοσοκομείου Σωτηρία. «Πλέον όταν έχω βάρδια, νομίζω ότι πηγαίνω σε μια άλλη κλινική, σε μια άλλη δουλειά, γιατί τίποτα δεν είναι πια το ίδιο» επισημαίνει.
Κάνε τε με καλά και από μένα ό,τι θέλετε
Ο τρόπος νοσηλείας έχει αλλάξει και το υγειονομικό προσωπικό καλείται να φορτίζει κινητά, να ενημερώνει τους συγγενείς που τηλεφωνούν συνεχώς γεμάτοι αγωνία αλλά και να μεταφέρει στους νοσηλευόμενους σακούλες με προσωπικά αντικείμενα που φέρνουν οι οικογένειές τους. «Τα κουδούνια από τους θαλάμους νοσηλείας δεν χτυπούν συχνά όπως παλιά. Οι ασθενείς είναι στα κρεβάτια τους με τα κινητά στα χέρια και σπάνια ζητούν κάτι επιπλέον. Καταλαβαίνουν ότι είναι δύσκολο οι νοσηλευτές να μπαινοβγαίνουμε στο θάλαμο, αφού κάθε φορά πρέπει να φοράμε τη στολή προστασίας», λέει η κ. Σωτηροπούλου. Κατά τη διάρκεια της νοσηλείας τους, όπως περιγράφει, προσπαθούν να είναι ψύχραιμοι και να πιαστούν απ’ όπου μπορούν. «Μου έκανε εντύπωση ένας ασθενής, ευκατάστατος προφανώς, που μας είπε “κάνε τε με καλά και από μένα ό,τι θέλετε ”. Είναι η πρώτη φορά που βλέπω ασθενείς να πανικοβάλλονται τόσο πολύ».
«Αλλάζω στο μπαλκόνι, κοιμάμαι σε άλλο δωμάτιο»
Νοσηλεύτρια στο Σωτηρία πάνω από 20 χρόνια , έχει εξοικειωθεί με τον πόνο και τον θάνατο. Αυτό που ζει τώρα όμως, είναι εντελώς πρωτόγνωρο. «Κάθε μέρα, ειδικά όταν ξεκίνησε η πανδημία, τρέμαμε μη δούμε εικόνες Ιταλίας και Ισπανίας. Αυτή η αρρώστια δεν διαφέρει από τον πόλεμο. Οι ασθενείς έχουν τον τρόμο στα μάτια τους γιατί δεν ξέρουν ποια θα είναι η εξέλιξή τους. Κάποιους χρειάστηκε να τους διασωληνώσουμε. Οι περισσότεροι είναι νέοι κάτω από 60 ετών. Είχαμε ασθενείς 30, 39, 40 ετών γιατί είναι ξεκάθαρο πλέον ότι ιός δεν κάνει ηλικιακές διακρίσεις. Το πιο δύσκολο όμως είναι ότι δεν έχουν στο πλευρό τους τις οικογένειές τους , είναι ολομόναχοι. Μόνο με το κινητό επικοινωνούν και εφ΄όσον μπορούν να το φορτίσουν μόνοι τους, αλλιώς περιμένουν εμάς να το βάλουμε στην πρίζα».
Φοιτήτρια Ελληνικού Πολιτισμού η ίδια, τελειώνει φέτος το Ανοιχτό Πανεπιστήμιο, συνδυάζοντας τη σκληρή δουλειά, με το διάβασμα και την οικογένεια, αφού είναι μητέρα δύο παιδιών. Ούτε στιγμή όμως δε σκέφτηκε να τα παρατήσει. «Θα ήταν ανήθικο να αφήσω τη δουλειά μου αυτή την κρίσιμη στιγμή από φόβο ή κούραση. Πάντως το σύστημα λειτούργησε άψογα και σε αυτό βοήθησαν αποφασιστικά τα περιοριστικά μέτρα που δεν μας έστειλαν μαζικά ασθενείς στα νοσοκομεία. Προλάβαμε να οργανωθούμε και να βάλουμε μια τάξη». Ο μεγάλος της φόβος είναι να μην κολλήσει τον ιό και τον μεταφέρει στην οικογένειά της. Ο σύζυγός της φροντίζει τα παιδιά, αφού η ίδια ζει απομονωμένη στο ίδιο της το σπίτι. «Κάθε μέρα παλεύω με αυτό τον φόβο. Πιο πολύ φοβάμαι μην κολλήσω έξω από τον θάλαμο από κάποιον συνάδελφο που δεν είναι προσεκτικός παρά μέσα στους ασθενείς. Γυρίζω στο σπίτι και αλλάζω ρούχα στο μπαλκόνι. Κοιμάμαι σε άλλο δωμάτιο και χρησιμοποιώ άλλο μπάνιο. Όλα αυτά δεν είναι καθόλου εύκολα ειδικά όταν έχω νυχτερινή βάρδια και είμαι εξαντλημένη».
Φοβάμαι πως όταν περάσει η πανδημία θα ξεχάσουν τους ήρωες με τις μάσκες
Όταν οι πολίτες βγαίνουν στα μπαλκόνια για να χειροκροτήσουν τους γιατρούς και τους νοσηλευτές, η ίδια δεν αισθάνεται συγκίνηση. « Δεν θέλουμε χειροκροτήματα , θέλουμε σεβασμό στη δουλειά μας. Παίρνουμε σύνταξη στα 65 κάνοντας νυχτερινές βάρδιες, εξοντωτικές για ανθρώπους σε αυτή την ηλικία και δεν είμαστε καν ενταγμένοι στα βαρέα και ανθυγιεινά επαγγέλματα.
Είμαι σίγουρη ότι κάποιοι από αυτούς που βγήκαν στα μπαλκόνια να μας χειροκροτήσουν είναι οι ίδιοι που πριν τον κορωνοιό είχαν παράλογες απαιτήσεις , ήταν προσβλητικοί και μας έλεγαν “εμείς σας πληρώνουμε”. Φοβάμαι ότι και όταν περάσει η πανδημία θα ξεχάσουν τους “ήρωες με τις μάσκες” όπως μας αποκαλούν τώρα και θα μας φέρονται όπως πριν. Δυστυχώς αυτή είναι η πραγματικότητα».
Όσο για το μήνυμά της προς τους πολίτες, αυτό είναι το σύνθημα της εποχής «Μείνετε σπίτι ! Μακάρι να είχα κι εγώ την πολυτέλεια να μένω στο σπίτι μου με την οικογένειά μου. Εξ άλλου, το σύστημα υγείας άντεξε ως τώρα γιατί δεν είχαμε μαζικά κρούσματα. Ας μη γκρεμίσουμε ό,τι χτίσαμε».
Αυτό το Πάσχα ήταν διαφορετικό ειδικά για το υγειονομικό προσωπικό καθώς γιατροί και νοσηλευτές δεν έμειναν σπίτι. Έμειναν στις θέσεις τους ελπίζοντας ότι ο Γολγοθάς σύντομα τελειώνει.