Τη σύσταση της Επικουρικής Ακτοφυλακής (ΕΠ.ΑΚΤ), που από το 2011 έχει μείνει στα «χαρτιά», ζητά ο νέος διευθυντής στον Κλάδο Ναυτιλίας του υπουργείο Ανάπτυξης και Επενδύσεων, Νικόλαος Σπανός, τονίζοντας μέσω του iefimerida.gr ότι η σημασία του εθελοντισμού είναι επιτακτική όχι μόνο στην ξηρά αλλά και στη θάλασσα.
Ο υποναύαρχος ε.α. του Λιμενικού Σώματος και της Ελληνικής Ακτοφυλακής τονίζει ότι ο Νόμος 4029/2011, που προέβλεπε τη σύσταση Επικουρικής Ακτοφυλακής, δυστυχώς, έμεινε ανεκτέλεστος από το Αρχηγείο Λιμενικού Σώματος του Υπουργείου Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής (ΥΝΑΝΠ), με αποτέλεσμα σήμερα, ειδικότερα μετά τις πρόσφατες φυσικές καταστροφές, αλλά και την αναμενόμενη προσφυγική πίεση στο Αιγαίο, η ανάγκη να καθίσταται επιτακτική.
Καίριος ο ρόλος των εθελοντών στις θαλάσσιες επιχειρήσεις
«Μετά τις πυρκαγιές του Αυγούστου, αναδεικνύεται για άλλη μία φορά ο σημαντικός ρόλος που έχουν στο επιχειρησιακό πεδίο οι εθελοντές σε ξηρά και θάλασσα, οι οποίοι συνδράμουν αποτελεσματικά στο έργο της πολιτείας και στο πλευρό των Αρχών στον Εθνικό Σχεδιασμό Επιχειρήσεων. Ως πρώην Διευθυντής της Λιμενικής Αστυνομίας, τυγχάνει μαζί με άλλους λιγοστούς συναδέλφους μου να έχουμε χειριστεί με σοβαρότητα και υπευθυνότητα τον σοβαρό αυτό θεσμό για την άμεση ως οφείλαμε υλοποίηση του. Πρέπει όλοι να αντιληφθούμε τι μας καλεί το καθήκον να πράξουμε προληπτικά πριν κληθούμε να αντιμετωπίσουμε κάποιο ναυάγιο με τις συνέπειές του», σχολιάζει ο κ. Σπανός.
Σύμφωνα με την αιτιολογική έκθεση του νομοσχεδίου του 2011 για τη «Σύσταση και λειτουργία Επικουρικής Ακτοφυλακής», σκοπός του ήταν να προωθηθεί και να οργανωθεί ο εθελοντισμός στη χώρα μας σε ιδιαίτερα σημαντικούς και ευαίσθητους τομείς, όπως είναι η προστασία του θαλάσσιου περιβάλλοντος και των ακτών της χώρας, η καταπολέμηση της ρύπανσης της θάλασσας και των ακτών, η πρόληψη και προστασία της ανθρώπινης ζωής στη θάλασσα, καθώς και η έρευνα και διάσωση σε περίπτωση θαλάσσιων συμβάντων. Αυτό θα ήταν δυνατό να επιτευχθεί μέσω της οργάνωσης ενός δικτύου εθελοντικών ομάδων πολιτών που θα δρούσαν υποστηρικτικά προς το έργο και την αποστολή του Λιμενικού σώματος-Ελληνικής Ακτοφυλακής, παρέχοντας συνδρομή με σαφή σχεδιασμό, συντονισμό και ανάλογη εκπαίδευση.
Τι προβλέπει ο νόμος για τη σύσταση Επικουρικής Ακτοφυλακής
Στο πλαίσιο αυτό, η υπό σύσταση Επικουρική Ακτοφυλακή θα συγκροτούνταν αποκλειστικά από εθελοντές και εθελόντριες οργανωμένους κατά Ομάδες Επικουρικής Ακτοφυλακής (ΟΜΕΑ), οι οποίες θα συστήνονταν στις νησιωτικές και ηπειρωτικές περιοχές ανά την επικράτεια και συγκεκριμένα, στα μέρη εκείνα όπου εδρεύουν Λιμενικές Αρχές. Μάλιστα, Στο νομοσχέδιο επισημαίνονταν ότι ο θεσμός αυτός ήταν ήδη δοκιμασμένος σε χώρες όπως η Μεγάλη Βρετανία οι ΗΠΑ, αλλά και τις σκανδιναβικές χώρες, κράτη με μακρά ναυτική παράδοση και ιστορία, τα οποία έχουν από πολλών ετών υιοθετήσει και προάγει τον εθελοντισμό στα παραπάνω πεδία.
Τονιζόταν, μάλιστα, ότι στη χώρα μας οι Λιμενικές Αρχές υποστηριζόταν ήδη στο έργο τους από επαγγελματίες και ερασιτέχνες αλιείς, ναυτικούς, κυβερνήτες επαγγελματικών τουριστικών σκαφών, ιστιοπλόους, εκπαιδευτές θαλάσσιων μέσων αναψυχής και γενικότερα από ευαισθητοπομένους πολίτες, χωρίς ωστόσο να έχει θεσπιστεί συγκεκριμένη διαδικασία ανάπτυξης μεταξύ τους αλληλεπίδρασης και συντονισμού. Με τον τρόπο αυτό, σύμφωνα με την Αιτιολογική Έκθεση, «…η χώρα μας αποκτά ένα σημαντικό θεσμό δίνοντας στους πολίτες, άνδρες και γυναίκες, τη δυνατότητα ενεργής και οργανωμένης συμμετοχής σε εθελοντικές δράσεις, που σχετίζονται με την προστασία της θάλασσας και την έρευνα και διάσωση, αλλά και την παροχή συνδρομής για την ασφάλεια πλοίων και την ασφαλή θαλάσσια κυκλοφορία των ερασιτεχνικών σκαφών κάθε τύπου και είδους και των θαλάσσιων μέσων αναψυχής.».
Η αποστολή των εθελοντών θα ασκούνταν εντός του πλαισίου των αρμοδιοτήτων του Λιμενικού Σώματος -Ελληνικής Ακτοφυλακής, οι δε εθελοντές και εθελόντριες δε θα εμπλέκονταν σε δραστηριότητες σχετικές με την επιβολή του νόμου, καθώς και σε δραστηριότητες που άπτονταν της εσωτερικής λειτουργίας των Λιμενικών Αρχών. Οι δράσεις των ΟΜΕΑ θα ασκούνταν υπό την επίβλεψη και καθοδήγηση του προϊσταμένου της λιμενικής αρχής στην οποία θα είχε συσταθεί. Παράλληλα, ρυθμίζονταν θέματα σύστασης και λειτουργίας μητρώου, εκπαίδευσης των εθελοντών κ.α.
Το τεράστιο ενδιαφέρον των εθελοντών δεν είχε αντίκρισμα
Όπως επισημαίνει ο κ. Σπανός, μετά τη δημοσίευση του σχετικού νόμου το 2011, το ενδιαφέρον των πολιτών σε όλη την επικράτεια ήταν εξαιρετικά έντονο, καθώς υπήρξε κατακλυσμός από ηλεκτρονικά μηνύματα ενδιαφερομένων που δήλωναν διακαώς επιθυμία να εγγραφούν στις κατά τόπους ΟΜΕΑ. «Ιδιαίτερα από νεαρές ηλικίες, αλλά και γενικότερα από ανθρώπους οι οποίοι ήταν ιδιοκτήτες πλωτών μέσων αναψυχής, πρώην ναυτικούς, αλλά και νησιώτες, οι οποίοι χάριν σεβασμού στο Λιμενικό Σώμα-Ελληνική Ακτοφυλακή και μίας ανείπωτης και αγνής αγάπης για τη γενέτειρά τους και τους ανθρώπους που είχαν κληθεί από την Πολιτεία να την προστατεύουν, είχαν τη διακαή επιθυμία να συνεισφέρουν με τις υπηρεσίες τους στο δύσκολο έργο και την αποστολή του», σχολιάζει.
Ωστόσο, για την πλήρη και ουσιαστική ενεργοποίηση της Επικουρικής Ακτοφυλακής, προϋπόθεση ήταν η έκδοση υπουργικών αποφάσεων. Η τότε ορισθείσα νομοπαρασκευαστική επιτροπή προέβη στην κατάρτιση των αντίστοιχων σχεδίων αποφάσεων, οι οποίες, εν τέλει και ενώ νομοτελειακά είχαν υποστεί την ανάλογη επεξεργασία από την αρμόδια τότε Διεύθυνση Οργάνωσης Νομοθεσίας του Αρχηγείου Λιμενικού Σώματος-Ελληνικής Ακτοφυλακής, ουδέποτε προωθήθηκαν αρμοδίως για δημοσίευση.
«Για άγνωστους λόγους μέχρι σήμερα οι επίμαχες υπουργικές αποφάσεις δεν έχουν εκδοθεί και δημοσιευτεί ώστε να πάρει σάρκα και οστά αυτός ο σημαντικότατος για τα ελληνικά δεδομένα θεσμός, απομειώνοντας καθ’ αυτόν τον τρόπο εκ των πραγμάτων τις πιθανότητες απόλυτης διαχείρισης ενός συμβάντος στη θάλασσα, κατά περίπτωση, όπως και του ποσοστού επιτυχίας κατά την περάτωση του» λέει ο πρώην Διευθυντής της Λιμενικής Αστυνομίας. Σύμφωνα με τον ίδιο, η ενέργεια αυτή θα μπορούσε να σώσει ζωές. «Ευελπιστούμε στη μελλοντική ενεργοποίηση της Επικουρικής Ακτοφυλακής, επ’ ωφελείας των δυνητικά κινδυνεύοντων κυρίως στο θαλάσσιο περιβάλλον», καταλήγει.