Ξεκίνησε στο Μικτό Ορκωτό Δικαστήριο η δίκη του επονομαζόμενου «Σαμουράι» της Νέας Ερυθραίας, ο οποίος τον Οκτώβριο του 2021 άνοιξε πυρ κατά δύο υπαλλήλων εταιρείας εγκατάστασης φυσικού αερίου, με αποτέλεσμα να σκοτωθεί ο Βασίλης Πολύζος και τραυματιστεί ο Ιωάννης Πλακαντωνάκης.
Ο 42χρονος κατηγορούμενος κατά τη διάρκεια της επίθεσης φορούσε στολή πολεμικών τεχνών της Άπω Ανατολής και στο σπίτι του είχε ένα μικρό οπλοστάσιο. Κατά το παρελθόν είχε νοσηλευτεί σε ψυχιατρική κλινική και όταν συνελήφθη φώναζε στους αστυνομικούς ότι τον έχουν δέσει με μαύρη μαγεία.
Ο κατηγορούμενος δήλωσε συγγραφέας και μουσικός παραγωγός, παραδέχθηκε την πράξη του, ζήτησε συγγνώμη από τα θύματα και τους συγγενείς τους και υποστήριξε ότι το... τερμάτισε!
«Ήμουν ένας άλλος χαρακτήρας όσο έπαιρνα ουσίες. Θέλω να ζητήσω συγχώρεση από τις οικογένειες των θυμάτων. Είχαμε κάποιους διαπληκτισμούς με τους υπαλλήλους λόγω φασαρίας. Εγώ ως τοξικομανής το τερμάτισα... Έχω μανιοκατάθλιψη από τα 21 μου χρόνια και είχα υποτροπιάσει», δήλωσε ο 42χρονος μετά την ανάγνωση του κατηγορητηρίου, ενώ ο συνήγορος υπεράσπισης Θ.Μαντάς ζήτησε να του αναγνωριστεί μειωμένος καταλογισμός των πράξεών του, υποστηρίζοντας ότι ο κατηγορούμενος ενήργησε υπό τη βάση της υποτροπής σε σοβαρότατη ψυχική νόσο.
«Ξεκίνησε να πυροβολεί εξ επαφής»
Φανερά ταραγμένος και ξεσπώντας συχνά σε κλάματα κατέθεσε στο δικαστήριο ο μηχανολόγος-μηχανικός Ιωάννης Πλακαντωνάκης, που ήταν μαζί με τον άτυχο Βασίλη Πολύζο, όταν δέχθηκαν τη δολοφονική επίθεση από τον 42χρονο. Μάλιστα, το τεχνικό του γραφείο και το σπίτι του βρίσκεται δίπλα στο σπίτι του «Σαμουράι».
«Ήταν Σάββατο 23 Οκτωβρίου 2021. Είχαμε προγραμματίσει το πρωί να πάμε απέναντι να ξεκινήσουμε εργασίες για εγκάσταση φυσικού αερίου. Φτάσαμε εκεί. Είχε βγει και ιδιοκτήτης μίας μεζονέτας. Προετοιμάζομασταν είχαμε ξεκινήσει τις εργασίες.
Έμεινα έξω εγώ με Βασίλη. Ετοίμαζε, έβγαζε εργαλεία, με πήρε και η γυναίκα μου στο τηλέφωνο, καθώς έκλεινα το τηλέφωνο, εμφανίστηκε εκείνη τη στιγμή. Είδα έναν άνθρωπο ντυμένο στα μαύρα. Σε απόσταση δύο μέτρων. Σηκώνω το βλέμμα. Βλέπω έναν άνθρωπο ψύχραιμο και ψυχρό να σηκώνει ένα μαύρο όπλο και εκείνος το στρέφει προς το Βασίλη. Έγιναν όλα τόσο γρήγορα. Ξεκίνησε να πυροβολεί, σχεδόν εξ’ επαφής. Είπε μία φράση για τη σολομωνική που δεν κατάλαβα τι σημαίνει. Δεν πρόλαβε να πει ούτε κουβέντα Βασίλης. Εγώ πέταξα το τηλέφωνο κάτω. Φώναξα, «μη, τι κάνεις;» (κλαίει) Δεν φαντάστηκα ότι είναι κάτι τόσο επικίνδυνο, βλέποντας το κοντά στο Βασίλη, σκεφτόμουν ότι πονάει πολύ ο Βασίλης (κλαίγοντας με λυγμούς). Δεν μπορούσα να φανταστώ ότι το όπλο είναι αληθινό. Ήταν τόσο ψυχρά και απότομα, δεν μπορούσα να φανταστώ ότι κάποιος χωρίς λόγο χρησιμοποιεί ένα όπλο. «Τι κάνεις;», φώναξε ο Βασίλης και εγώ φώναξα, «τι είναι αυτό που κάνεις, σταμάτα». Γύρισε σε μένα είπε «τώρα είναι η σειρά σου» και έστρεψε το όπλο σε μένα. Εγώ είχα χρόνο να αντιδράσω.
Πρόεδρος: Είχατε πει στην κατάθεση σας πως σας είπε «θα φας και εσύ». Μπορείτε να θυμηθείτε τι σας είπε;
Μάρτυρας: Ήταν κάτι σε στιλ «τώρα θα φας και εσύ».
Πρόεδρος: Δηλαδή από πριν είχε σχεδιάσει να ρίξει και εσάς;
Μάρτυρας: Ναι. Δεν μπορούσα να φανταστώ ότι μπορεί να σου κάνει ζημιά ένα τέτοιο όπλο. Θυμάμαι ότι με πυροβόλησε δύο φορές, η μία με πέτυχε. Πονούσα φρικτά στο πόδι. Άρχισα να φωνάζω δυνατά «βοήθεια, μας σκοτώνει». Κυρίως για να φοβηθεί ο ίδιος. Αυτό σκέφτηκα.
Πρόεδρος: Είχε αποτέλεσμα αυτό που κάνατε;
Μάρτυρας: Δεν είμαι σίγουρος ότι ήταν αυτό που τον απέτρεψε. Κατόπιν έμαθα το όπλο ήταν εξάσφαιρο. Έμαθα ότι ανέβηκε επάνω, γέμισε το όπλο και προσπάθησε να επιστρέψει, για τελειώσει τη δουλειά. Δεν τον είδα να απομακρύνεται. Πήγα να σηκωθώ, για να πλησιάσω Βασίλη, αλλά πόνεσα και έπεσα κάτω. Δεν φανταζόμουν ότι έχω κάτι σημαντικό. Είδα έναν άνθρωπο, πολύ ψύχραιμο για αυτήν την πράξη που έκανε. Ο μάρτυρας περιέγραψε ένα φραστικό επεισόδιο που είχε σημειωθεί περίπου δύο εβδομάδες με τη μητέρα του και τον κατηγορούμενο στις ταράτσες των σπιτιών τους, με τον 42χρονο να της λέει «καλά, θα δείτε».
Εισαγγελέας: Ακούσατε τίποτα σας φώναζε;
Μάρτυρας: Ξαφνικά τον βλέπω μπροστά μου. Εμφανίστηκε ψύχραιμος, ψυχρός. Ήταν τόσο ξαφνικό και απρόσμενο, σαν να περπατά κάποιος και να πέφτει ένας βράχος και να τον σκοτώνει... Ο Βασίλης πήγε το πρωί για δουλειά και δεν γύρισε. (κλαίει) Εγώ έχω δυο κοριτσάκια... Ήταν στο σπίτι, είχαν κλειστεί στο δωμάτιο τους και κρατούσαν ένα αποκριάτικο τόξο, φοβόντουσαν ποιος θα μπει μέσα...
Εισαγγελέας: Είχε λογοφέρει με τον Βασίλη Πολύζο;
Μάρτυρας: Δεν μπορώ να το πιστέψω αυτό το πράγμα. Είναι ένας επικίνδυνος άνθρωπος. Εγώ είμαι εδώ για να φύγει μακριά μας.
«Βοήθεια, μας σκοτώνει»
Στο δικαστήριο κατέθεσε η μητέρα του κ.Πλακαντωνάκη, Άννα, η οποία περιέγραψε με κλάματα τη στιγμή που άκουσε το γιο της να καλεί σε βοήθεια και στη συνέχεια πυροβολισμούς, χωρίς να γνωρίζει τι έχει συμβεί. Και το προηγούμενο βράδυ είχε ακούσει πυροβολισμούς, χωρίς να ξέρει από πού προέρχονταν.
«Βοήθεια, μας σκοτώνει» άκουσα το γιο μου να φωνάζει και άκουσα τους πυροβολισμούς, ίδιους με εκείνους που άκουσα το προηγούμενο βράδυ...
Πάω να βγω έξω και τον βλέπω μπροστά να περνά αγέρωχος με τα χέρια στις τσέπες, σαν να μην έγινε τίποτα.
«Γιατί σκότωσες τα παιδιά μου», του φώναξα.
«Καλά τους έκανα», μου είπε ψύχραιμα.
Η μάρτυρας κατέθεσε πως λίγα χρόνια πριν είχε ακούσει τον 42χρονο να πυροβολεί και του είχε κάνει παρατήρηση.
«Εγώ ήξερα ότι η γειτόνισσα είχε έναν γιο, αλλά δεν είχα δει ποτέ τον κατηγορούμενο. Λίγα χρόνια πριν τον είδα πρώτη φορά στην ταράτσα. Είχα ακούσει κάποιους ήχους σαν πυροβολισμούς.
Είχε ένα πιστόλι στο χέρι.
«Τι κάνεις εκεί, μαζέψου», του είπα.
Είχε ένα αεροβόλο και έριχνε σε πουλιά, μου είχαν πει οι γείτονες.
Ανησύχησα, το συζήτησα με τους γείτονες και έβαλαν έναν γείτονα να ρωτήσει την αστυνομία, αλλά δεν μάθαμε κάτι και εφησυχάσαμε».
Όπως είπε στο δικαστήριο η κα Πλακαντωνάκη λίγες ημέρες πριν από την αιματηρή επίθεση είχε πληροφορηθεί από τη μητέρα του κατηγορούμενου ότι κάτι δεν πάει καλά με τον γιο της και περιέγραψε στο δικαστήριο ένα φραστικό επεισόδιο που είχε μαζί του δυο εβδομάδες πριν από τους πυροβολισμούς.
«Ήμασταν στην ταράτσα με τον γιο μου και τον Βασίλη και κάναμε εργασίες στην καμινάδα. Διαμαρτυρήθηκε για το θόρυβο. Του είπα, «σε ενοχλήσαμε, κοιμόσουν; 12 το μεσημέρι είναι». Τότε μου απάντησε, «δεν θα σου πω και το ωρολόγιο πρόγραμμά μου, καλά θα δείτε». Ήταν μια απειλή για μένα, αλλά το συμπέρανα μετά το συμβάν», είπε στο δικαστήριο η μάρτυρας.
«Ήταν ένας άγγελος»
Στο δικαστήριο κατέθεσαν τα δυο αδέλφια του θύματος που όπως και ο Ι. Πλακαντωνάκης έχουν δηλώσει παράσταση προς υποστήριξη της κατηγορίας.
«Ο Βασίλης όχι μόνο δεν προκαλούσε επεισόδια, ίσα-ίσα ήταν ένας άγγελος, βοηθούσε τον κόσμο», κατέθεσε ο αδελφός του θύματος Μάριος Πολύζος, ενώ ο άλλος αδελφός, Χαράλαμπος, είπε πως το θύμα δεν του είχε αναφέρει κάτι περίεργο να συμβαίνει στη δουλειά του. «Δεν είχε διαφορές με κανέναν.
Αυτό που γνωρίζω είναι ότι μου τηλεφώνησαν και μου είπαν ότι ο Βασίλης είχε ένα ατύχημα στη δουλειά και τον μεταφέρουν στο ΚΑΤ.
Ο αδελφός μου ήταν ένας πολύ ήσυχος άνθρωπος. Ήταν πολύ αγαπητός σε όλους», κατέθεσε ο μάρτυρας.
Η δίκη θα συνεχιστεί στις 31 Μαρτίου.