Ήταν 28 Δεκεμβρίου 2014, λίγο πριν τις 06:00 τα ξημερώματα, όταν το πλοίο Norman Atlantic που εκτελούσε το δρομολόγιο Πάτρα – Ηγουμενίτσα – Ανκόνα πιάνει φωτιά εν πλω, 81 χιλιόμετρα βορειοδυτικά της Κέρκυρας.
Δέκα χρόνια μετά και κανείς δεν είναι σε θέση να πει με βεβαιότητα ούτε καν το πώς πραγματικά ξέσπασε η πυρκαγιά στο κατάστρωμα 4, εκεί όπου υπήρχαν φορτηγά-ψυγεία και άλλα οχήματα.
Ακόμη και για τους ειδικούς στα ατυχήματα που συμβαίνουν στην θάλασσα, η περίπτωση του Norman Atlantic αποτελεί ένα από τα μεγαλύτερα μυστήρια στα ναυτικά χρονικά. Το πλοίο δεν βούλιαξε κι όμως 30 άνθρωποι χάθηκαν. Άλλοι κάηκαν ζωντανοί, άλλοι έσβησαν από τις αναθυμιάσεις, άλλοι πνίγηκαν στην προσπάθειά τους να σωθούν. Πολλοί δεν βρέθηκαν ποτέ. Δεκαοκτώ άνθρωποι κυριολεκτικά «εξαφανίστηκαν» με τρόπο που παραμένει ανεξήγητος. Ήταν 8 Έλληνες, 4 Τούρκοι, 2 Ιταλοί, 2 Σύροι, 1 Γερμανός και 1 Ιρακινός.
Οι πυκνοί καπνοί από τη φωτιά προκάλεσαν πανικό ενώ ο πλοίαρχος εξέπεμψε «SOS» και ζήτησε άμεση διάσωση των επιβαινόντων. Για 40 ώρες περίπου οι επιβάτες έζησαν εφιαλτικές στιγμές εγκλωβισμένοι στο κατάστρωμα του πλοίου αντιμέτωποι με το κρύο, τις δυσμενείς καιρικές συνθήκες και το δάπεδο που είχε αναπτύξει πύρινες θερμοκρασίες εξαιτίας της πυρκαγιάς η οποία είχε εξαπλωθεί στο κατάστρωμα καίγοντας οχήματα και ανθρώπους, που ήταν εγκλωβισμένοι εκεί.
Όπως αποδείχθηκε αργότερα, ο Ιταλός πλοίαρχος είχε καθυστερήσει να αντιδράσει στις πρώτες ενδείξεις καπνού, ενώ το σύστημα πυρόσβεσης δεν ενεργοποιήθηκε εκεί που είχε πιάσει η φωτιά. Επιπλέον δεν δόθηκαν οδηγίες στο πλήρωμα ώστε να εφαρμοστεί σχέδιο έκτακτης ανάγκης, με αποτέλεσμα να μην υπάρχει έλεγχος και καθοδήγηση των επιβατών που αναζητούσαν μόνοι τους σωσίβια και εξόδους διαφυγής.
Στις αρχές του 2017, ομάδα Ιταλών εμπειρογνωμόνων διαπιστώνει σε πόρισμά της, το οποίο είναι 650 σελίδες, σειρά λαθών και παραλείψεων τόσο κατά τη φόρτωση του πλοίου και την αντιμετώπιση της φωτιάς, όσο και κατά τη διαδικασία εκκένωσής του. Σύμφωνα με αυτό το πόρισμα, δεν τηρήθηκαν αποστάσεις ασφαλείας μεταξύ των οχημάτων, ενώ η ηλεκτρική σύνδεση των φορτηγών-ψυγείων με το πλοίο εκτελέστηκε από μαθητευόμενο ηλεκτρολόγο, που μόλις είχε επιβιβασθεί και όχι από τον αρμόδιο ηλεκτρολόγο του πλοίου. Ακόμη αναφέρεται ότι δεν έγινε επαρκής έλεγχος για αποφυγή εισόδου και παραμονής λαθρεπιβατών στα γκαράζ. Τουλάχιστον τρεις διασωθέντες, βάσει του πορίσματος, δεν ήταν εγγεγραμμένοι στη λίστα επιβατών.
Ο κ. Ανδρέας Οικονόμου, με τη σύζυγό του και το παιδί τους ήταν τρεις από τους επιζώντες του τραγικού ναυτικού δυστυχήματος. Δέκα χρόνια μετά οι μνήμες εκείνων των στιγμών δεν έχουν φύγει από το μυαλό τους. Ο ίδιος με τη σύζυγό του Έλενα μίλησαν στο iefimerida όντες σε ταξίδι στην Ιταλία και πάλι με πλοίο.
«Μετά από πάρα πολύ καιρό κάναμε το ταξίδι αυτό με πλοίο. Ξανακάναμε το δρομολόγιο μόνο που αντί για Ανκόνα βγήκαμε στο Μπάρι. Βέβαια τίποτε δεν είναι το ίδιο για εμάς. Τρέμουμε γιατί μπορεί νομικά η υπόθεση δέκα μετά να τελείωσε, όχι όπως θα θέλαμε βέβαια, αλλά συναισθηματικά δεν έχει τελειώσει για κανέναν ειδικά για τις οικογένειες εκείνων που ακόμη δεν έχουν βρεθεί», μας είπαν.
Όπως επισήμανε ο κ. Οικονόμου, πλέον σε κάθε ταξίδι με πλοίο κοιτά όλες τις διαδικασίες που γίνονται γιατί στο Norman Atlantic υπήρξαν πολλές παρατυπίες. Όπως στη δική του περίπτωση αλλά και σε άλλες που ήταν να ταξιδέψουν με άλλο πλοίο αλλά εν τέλει τους έβαλαν στο Norman Atlantic με τις γνωστό τραγικό αποτέλεσμα: «Όσο μπορώ κοιτώ τις διαδικασίες, αλλά πάντα τρέμω. Ήταν κάτι το οποίο δεν θα ξεχάσω ποτέ».
Ο κ. Οικονόμου λίγες μέρες μετά τη διάσωσή του είχε αναρτήσει ένα μεγάλο κείμενο στον λογαριασμό του στο Facebook εξιστορώντας όλα όσα έζησε εκείνος και η οικογένειά του. Μάλιστα στην πρώτη δίκη στο Πλημμελειοδικείο Πειραιά είχε πει: «Ξεκινήσαμε για ένα χριστουγεννιάτικο ταξίδι στη Βενετία και κάναμε ένα ταξίδι στην κόλαση. Με ξύπνησε η κόρη μου και είπε "μπαμπά, φωτιά!". Ο διάδρομος ήταν γεμάτος καπνό, δεν άκουσα καμία προειδοποίηση. Πού να πας; Δεξιά ή αριστερά; Εγώ και η κόρη μου ήμασταν ξυπόλυτοι, η γυναίκα μου χωρίς μπουφάν. Περπατούσαμε πιασμένοι και ακούγαμε κρότους».
Η απόφαση του Άρειου Πάγου για το Norman Atlantic
Τον Οκτώβριο του 2022, ο Άρειος Πάγος εξέδωσε το τελικό του βούλευμα για την τραγωδία στο MS Norman Atlantic. Οι πλοιοκτήτριες εταιρείες του φέρι μποτ Norman Atlantic ήξεραν ότι το πλοίο δεν ήταν αξιόπλοο και ασφαλές για τους επιβάτες και το μεταφερόμενο φορτίο, καθώς δέκα μέρες πριν το συμβάν είχε πραγματοποιηθεί επιθεώρηση και είχαν διαπιστωθεί τεχνικές ελλείψεις, ενώ υπήρξαν και καθοριστικές παραλήψεις από την πλευρά του πληρώματος, όπως απεφάνθη ο Άρειος Πάγος.
Όπως αναφέρεται στην απόφαση του Αρείου Πάγου, «εστία της πυρκαγιάς αποτέλεσε φορτηγό ψυγείο το οποίο δεν ήταν συνδεδεμένο με την ηλεκτρική παροχή ρεύματος του πλοίου και είχε αναμμένο τον κινητήρα της μηχανής του, προκειμένου η ψύξη του να είναι σε λειτουργία και να μην αλλοιωθεί το εμπόρευμα και προκλήθηκε ανάφλεξη».
Παράλληλα, είχε γίνει «ακατάλληλη κατανομή του φορτίου στα καταστρώματα, με αποτέλεσμα ορισμένα φορτηγά ψυγεία στο κατάστρωμα 4 να παραμείνουν καθ' όλη τη διάρκεια του πλου με αναμμένους τους κινητήρες των αυτοκινήτων προς διατήρηση των μεταφερόμενων προϊόντων (σ.σ. διατήρηση ψύξης), στοιβαγμένα σε αποστάσεις πολύ μικρότερες των 40 εκατοστών με άλλα φορτηγά που μετέφεραν εύφλεκτα υλικά (ελαιόλαδο)».
Οι πραγματογνώμονες συμπέραναν ότι «η στοιβασία των οχημάτων και η διατήρηση των αποστάσεων μεταξύ αυτών δεν διενεργήθηκε σύμφωνα με το εγχειρίδιο ασφαλείας», αλλά δεν υπήρξε και μέριμνα για την κατανομή των φορτηγών έτσι ώστε να μπορούν να συνδεθούν με το ηλεκτρικό ρεύμα, όλα όσα ήθελαν ψύξη, με αποτέλεσμα κάποιος παροχές ρεύματος να μείνουν ανεκμετάλλευτες, αλλά και κάποια φορτηγά να αναγκαστούν να έχουν ανάμενες τις μηχανές των αυτοκινήτων.
Την ίδια στιγμή, «οι εργασίες σύνδεσης στο ηλεκτρικό ρεύμα του πλοίου» στα αυτοκίνητα μεταφοράς ψυγμένων εμπορευμάτων «διενεργήθηκαν κατά παράβαση εγκυκλίου της διεύθυνσης του Λιμεναρχείου από μαθητευόμενο ηλεκτρολόγο, δηλαδή άτομο χωρίς απαιτούμενο τυπικό προσόν».
Σε άλλο σημείο, το βούλευμα του Αρείου Πάγου αναφέρει ότι οι εκπρόσωποι της ναυλώτριας Ελληνικής εταιρείας «είχαν λάβει γνώση των προβλημάτων που εντοπίστηκαν σχετικά με την αξιοπλοΐα του πλοίου κατόπιν της από 19.12.2014 επιθεώρησής του από κλιμάκιο του Λιμεναρχείου Πάτρας και τα οποία αφορούσαν ιδίως σε ελλείψεις του σχεδίου για την εκκένωση του πλοίου σε περίπτωση κινδύνου, σε ελλείψεις φωτισμού έκτακτης ανάγκης, στον τομέα της πυροπροστασίας, λόγω προβλημάτων στις θύρες αποκλεισμού και στον τομέα των σωστικών μέσων».
Τόσο η ιταλική εταιρεία, όσο και η ελληνική, σύμφωνα με την απόφαση του Αρείου Πάγου, «γνώριζαν ότι το πλοίο δεν ήταν αξιόπλοο και ασφαλές για τους επιβάτες και το μεταφερόμενο φορτίο».
Το πλοίο είχε ναυπηγηθεί το 2009 από την Cantiere Navale Visentini, στο Πόρτο Βίρο της Ιταλίας ως Akeman Street για την Ermine Street Shipping Co Ltd, με έδρα στο Λονδίνο. Είχε χώρο για 850 επιβάτες και 2.286 μέτρα διαδρόμων για οχήματα. Μετά από μια ανακαίνιση το Μάιο του 2011 στη Βαλέτα της Μάλτας και πολλαπλές ναυλώσεις, μετονομάστηκε σε Norman Atlantic τον Ιανουάριο του 2014.
Τον Δεκέμβριο του 2014 ναυλώθηκε στην ANEK Lines, προκειμένου να εκτελεί το δρομολόγιο Πάτρα – Ηγουμενίτσα – Ανκόνα. Το δικαστήριο αποφάσισε την ενοχή των 5 από τους συνολικά 11 κατηγορούμενους, μεταξύ των οποίων ο πρόεδρος και ο διευθύνων σύμβουλος της ΑΝΕΚ, αλλά και οι αξιωματικοί που επέβαιναν στο πλοίο, κατά περίπτωση για τα αδικήματα της ανθρωποκτονίας από αμέλεια κατά συρροή, του εμπρησμού από αμέλεια και των επικίνδυνων παρεμβάσεων στη συγκοινωνία πλοίων από αμέλεια.
Στο πλοίο επέβαιναν 499 άτομα, από τα οποία τα 444 ήταν επιβάτες και τα 55 μέλη του πληρώματος. Το πλοίο καταστράφηκε τελείως από τη φωτιά και τον Ιούλιο του 2019 ρυμουλκήθηκε στην Aliaga της Τουρκίας όπου και διαλύθηκε.