Λέσβος: Πέθανε ο Γιάννης Καραγεωργίου σε ηλικία 103 ετών -Ο τελευταίος αυτόπτης μάρτυρας ναζιστικής θηριωδίας - iefimerida.gr

Λέσβος: Πέθανε ο Γιάννης Καραγεωργίου σε ηλικία 103 ετών -Ο τελευταίος αυτόπτης μάρτυρας ναζιστικής θηριωδίας

Ο Γιάννης Καραγεωργίου
Ο Γιάννης Καραγεωργίου / Φωτογραφία: Twitter
NEWSROOM IEFIMERIDA.GR

Έφυγε σήμερα από τη ζωή, στη Μυτιλήνη, ο Γιάννης Καραγεωργίου, ένας άνθρωπος «μνημείο» της Ευρωπαϊκής Ιστορίας, λίγες μέρες πριν γιορτάσει τα 103α του γενέθλια.

Ο μπάρμπα Γιάννης Καραγεωργίου πολέμησε τον ναζισμό, συνελήφθη, γλίτωσε από τα στρατόπεδα της Γκεστάπο στη Μυτιλήνη, τις φυλακές του Παύλου Μελά στη Θεσσαλονίκη αλλά και το στρατόπεδο συγκέντρωσης στο Στάιν της Αυστρίας.

ΤΟ ΑΡΘΡΟ ΣΥΝΕΧΙΖΕΙ ΜΕΤΑ ΤΗΝ ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ

Ο Γιάννης Καραγεωργίου έθαψε 700 από τους συντρόφους του που εκτέλεσαν τα SS στο μακελειό της 6ης Απριλίου 1946. Ο ίδιος επέζησε, πέφτοντας κάτω λίγο πριν ακουστεί το κροτάλισμα του πολυβόλου.

Ο μπάρμπα Γιάννης ήταν ο Μυτιληνιός, τελευταίος αυτόπτης μάρτυρας της ναζιστικής θηριωδίας. Ο ίδιος είχε καθηλώσει τους πάντες όταν στις 15 Ιανουαρίου 2020, γιορτάζοντας τα 100ά του γενέθλια με τους φίλους του στη Μυτιλήνη, είχε διηγηθεί στο ΑΠΕ ΜΠΕ την ιστορία του.

Τον Απρίλιο του 1942 είχε αποπειραθεί μαζί με άλλους 19 νέους να διαφύγουν από τη Λέσβο και να πάνε στη Μέση Ανατολή. Όλοι συνελήφθησαν και οδηγήθηκαν στις φυλακές της διαβόητης βίλας Ηλιοπούλου, της Γκεστάπο, στη Σουράδα, την πόλη της Μυτιλήνης. Καταδικάστηκε μαζί με τους συντρόφους του σε πενταετή φυλάκιση. Οδηγήθηκε στις φυλακές-στρατόπεδο του Παύλου Μελά στη Θεσσαλονίκη και από εκεί, την άνοιξη του 1944, στις φυλακές-κάτεργα στο Στάιν της Αυστρίας.

Λίγες ημέρες πριν από τη συνθηκολόγηση της ναζιστικής Γερμανίας, τα SS εκτελούν 800 κρατούμενους των φυλακών. Τελευταία στιγμή ο Γιάννης Καραγεωργίου γλιτώνει.

ΤΟ ΑΡΘΡΟ ΣΥΝΕΧΙΖΕΙ ΜΕΤΑ ΤΗΝ ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ

Η μαρτυρία του μπάρμπα Γιάννη συγκλονιστική:

«Μας πήγαν και μας στήσαν σ' έναν τοίχο… Εγώ ήμουν… κατά τριάδες, προς τη μεριά κοντά στον τοίχο, μπροστά μου ήταν άλλοι δύο… Προτού βάλει… σε 20-30 μέτρα είχε πολυβόλα, έπεσα κάτω… δίπλα στον τοίχο… και έπεσαν τα πτώματα πάνω μου… Κατάλαβα ότι δεν είχα φάει καμιά! Έκατσα εκεί πέρα μία-μιάμιση ώρα… Πάνω και δίπλα μου θα 'χαν πέσει 25 πτώματα… Εγώ τον ψόφιο τον κοριό! Καμιά φορά φέρανε μια άλλη παρτίδα να σκοτώσουν… αλλά ήταν Ιταλοί εργάτες που είχαν χαρτιά… Δεν τους σκότωσαν… αλλά και δεν τους διώξανε…

»Τους έδωσαν ανά δύο μια κουβέρτα και τους σκοτωμένους τους πέραναν από 'δώ και τους πήγαιναν 20 μέτρα πιο πέρα για ν' ανοίξουν τάφους. Καμιά φορά ήρθε κι η δική μου η σειρά… Πιάσαν, με έβαλαν σε μια κουβέρτα… Σηκώθηκα κι εγώ πάνω στο κ@λο μου κι έκατσα. Κοίταξα πλάγια μου αν υπάρχει Γερμανός να με δει… δεν ήταν κανένας. Λέω στους Ιταλούς γερμανικά ρούλεν, θα πει μη μιλάς… Πήγα κι εγώ κι έπιασα την άκρη μιας κουβέρτας… κι ευτυχώς που από την αποθήκη πήρα τα ρούχα.

»Δεν σας το είπα ότι όταν ήρθαμε στις φυλακές δώσαμε τα ρούχα μας, τα έβαλαν σ' ένα κουτί και μας έδωσαν τα ρούχα της φυλακής (ριγωτές φόρμες), αλλά, επειδή η αποχώρησή μας από τις φυλακές έγινε άτακτα, πού να βρω το δικό μου... Πήγα και πήρα ένα άλλο κουτί… Είχε μέσα ένα καφέ κουστούμι. Πέταξα τα ρούχα της φυλακής κι έβαλα το καφέ κουστούμι… Είχε κάτι αίματα επάνω, τα σκούπισα λίγο, καφέ ήταν, δε φαινόταν πολύ… Πιάσα κι εγώ, είπα στους Ιταλούς, μη μιλάτε, να δούμε τι θα γίνει… Σήκωνα κι εγώ και τους πηγαίναμε κει που θ' άνοιγαν τάφους… Συνάμα σκότωναν αράδα… Καμιά φορά έρχεται ένας μ' έναν χάρακα και σημαδεύει δυο τάφους τρία επί τέσσερα μέτρα και λέει τρία μέτρα ερούντα -θα πει τρία μέτρα κάτω… Μας πήγε σε μια αποθήκη, μας δίν' κασμά και φτιάρ'. Αρπώ ιγώ μια κασμαδάρα… Αλλά πάντα το κεφάλι κάτω, να μη με βλέπουν…

ΤΟ ΑΡΘΡΟ ΣΥΝΕΧΙΖΕΙ ΜΕΤΑ ΤΗΝ ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ

»Οι Ιταλοί γελούσαν… τους λέω μη γελάτε. Τελικά, σκάβαμε… όλη τη μέρα, σκοτώναν… σκοτώσαν κάπου 700 νομάτοι. Συνάμα εγώ, όταν ανοίξαμε τους τάφους, κατέβηκα κάτω… Μια πατουσά ανθρώπ', πώς παστώνουν τσ' σαρδέλις, μια πατουσά χώμα, μια πατουσά ανθρώπ', μια πατουσά χώμα… Να μη τα πολυλογούμε, πιτάξαν καμιά 700 ανθρώπ' μέσα στους δυο λάκκους… Εγώ πάντα μέχρι το βράδι πάστουνα… σα τσ' σαρδέλις… Όταν ο λάκκος έφτασε μισό μέτρο από το έδαφος, φέρανε φορτηγά ασβέστη και τον σβήσαν από πάνω… Ξέρεις γιατί; Για να μη βρωμά… όπως έμαθα αργότερα. Και τους θάψαμε λοιπόν τσ' ανθρώπ'… Μας ξαναπάν πάλι στα κελιά… Μετά από δυο μέρες μάς πήραν από τις φυλακές, μας βάλαν σ' ένα σαπιοκάραβο του Δουνάβεως και μας πήγαν απ' την Αυστρία στη Βαυαρία… σ΄ ένα χωριό που το λέν' Μπερνάου…».

Από την παρέα των 20 νεαρών που θέλανε να πολεμήσουν τους ναζί στη Μυτιλήνη επέστρεψαν οι 14. Ο μπάρμπα Γιάννης ήταν ο τελευταίος που έζησε ως τις μέρες μας.

Ακολουθήστε το στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, στο 
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ Μυτιλήνη θάνατος
ΣΧΟΛΙΑΣΜΟΣ
Tο iefimerida.gr δημοσιεύει άμεσα κάθε σχόλιο. Ωστόσο δεν υιοθετούμε τις απόψεις αυτές καθώς εκφράζουν αποκλειστικά τον εκάστοτε σχολιαστή. Σχόλια με ύβρεις διαγράφονται χωρίς προειδοποίηση. Χρήστες που δεν τηρούν τους όρους χρήσης αποκλείονται.

ΔΕΙΤΕ ΕΠΙΣΗΣ

ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ