«Παραμυθένια» χαρακτήριζαν ορισμένοι τη ζωή της 20χρονης Καρολάιν. Δήλωναν ότι περνούσε όμορφες στιγμές με τον σύζυγό της. Εκείνος όμως ήταν τελικά που της αφαίρεσε τη ζωή, μέσα στο σπίτι τους στα Γλυκά Νερά, στις 11 Μαΐου, πρωταγωνίστησε σε ένα απίστευτο θέατρο έκτοτε, υποστηρίζοντας ότι η σύζυγός του έπεσε θύμα αδίστακτων ληστών, μέχρι που τα στοιχεία που εντόπισε η ΕΛ.ΑΣ., κυρίως από ψηφιακά μέσα, τον οδήγησαν στην ομολογία του εγκλήματος.
Η άτυχη κοπέλα είχε μεγαλώσει στην Αλόννησο μαζί με τους γονείς της. Ο πατέρας της είναι βρετανικής καταγωγής και η μητέρα της κατάγεται από τις Φιλιππίνες, ζούσαν ωστόσο και δραστηριοποιούνταν στο νησί. Την Αλόννησο την επισκεπτόταν συχνά, όπως συχνά ήταν και τα ταξίδια που έκανε με τον σύζυγό της. Ο 32χρονος άλλωστε εργαζόταν ως πιλότος σε ελικόπτερα και είχε τη δυνατότητα να παρέχει στην οικογένειά του μια άνετη ζωή. Καθημερινά πετούσε από τα Μέγαρα και το «Ελευθέριος Βενιζέλος» σε όλη την Ελλάδα, και κυρίως σε νησιά των Κυκλάδων, τη Μύκονο ή τη Σαντορίνη.
Οι δυο τους είχαν παντρευτεί στο θέρετρο Praia Do Canavial της Πορτογαλίας και πέρυσι ήρθε στη ζωή και η κόρη τους, η ενός έτους σήμερα Λυδία, για να συμπληρώσει την ευτυχία τους. Στα κοινωνικά δίκτυα μοιράζονταν στιγμές από την καθημερινότητά τους και από τα ταξίδια τους. Πίσω από τις ευτυχισμένες αυτές στιγμές, όμως, κρυβόταν η ένταση στη σχέση τους που είχε αναπτυχθεί το τελευταίο διάστημα.
Όπως έγινε γνωστό, η Καρολάιν επισκεπτόταν ψυχολόγο, η οποία έκανε αποκαλύψεις τόσο για τη νεαρή όσο και για τον σύζυγό της, ο οποίος πήγαινε πάντα μαζί της στα ραντεβού, όπως είπε.
«Για αυτό το ζευγάρι, μόνο τα καλύτερα έχω να πω. Έρχονταν πάντα μαζί. Η Καρολάιν δεν είχε φίλες, οι φίλες της ήταν στην Αλόννησο, και αφιέρωνε όλο τον χρόνο στο παιδάκι της. Κάθε φορά έκανε κατάθεση ψυχής. Μάθαινα τι την κάνει χαρούμενη, τι την κάνει ευτυχισμένη. Ήταν ένα 20χρονο παιδί, την έβλεπα σαν παιδί μου. Φανταστείτε ότι τα παιδιά μου είναι πάνω από 30 ετών και εκείνη είναι 20. Ήθελε τις συμβουλές μου γιατί διακατεχόταν από λίγο άγχος, δεν είχε όμως φόβο για τίποτε. Ήταν γελαστό παιδί, με στόχους, το άγχος της ήταν για το παιδί της. Πριν γεννήσει είχε μία αποβολή, γέννησε και τη Λυδία πρόωρα, οπότε καταλαβαίνετε ότι, έχοντας βιώσει όλο αυτό, είχε ένα άγχος πώς θα μεγαλώσει το παιδί της. Ο Μπάμπης ήταν πολύ υποστηρικτικός σε όλα και για να συνεχίσει τις σπουδές της. Πάντα μαζί έρχονταν, δεν έκρυβε τίποτε», έχει δηλώσει η ψυχολόγος.
Από την πρώτη στιγμή, πάντως, ο 32χρονος επιχείρησε να θολώσει τις υποψίες γύρω από το έγκλημα, χρησιμοποιώντας ακόμα και ένα από τα πιο ευτυχισμένα ορόσημα της ζωής του με την Καρολάιν.
Ο δήθεν τραγικός σύζυγος, λίγες μέρες αφότου είχε δολοφονήσει τη σύζυγό του, ανήρτησε μία φωτογραφία από τον γάμο τους στην Πορτογαλία, γράφοντας: «Για πάντα μαζί. Καλό ταξίδι, αγάπη μου».
Εγκλημα στα Γλυκά Νερά: Οι καταθέσεις του 32χρονου -Πώς προσπάθησε να θολώσει τα νερά
Από τις πρώτες ώρες μετά το έγκλημα, επίσης, κατάφερε να μιλήσει και στους δημοσιογράφους, έξω από το σπίτι του, και ενώ μέσα σε αυτό οι αστυνομικοί συνέχιζαν τις έρευνες.
«Τα παιδιά (σ.σ.: οι αστυνομικοί) ξέρουν τη δουλειά τους και θα τους πιάσουν», έλεγε στις κάμερες λίγες ώρες μετά το έγκλημα, κάνοντας γνωστό το σενάριο που είχε σκαρφιστεί για να πείσει τις Αρχές, ότι δηλαδή εκείνος και η Καρολάιν έπεσαν θύμα στυγερών ληστών.
Σύμφωνα με το σενάριο που είχε ετοιμάσει ο δολοφόνος-σύζυγος, τρεις δράστες μπήκαν στο σπίτι τους στα Γλυκά Νερά, ενώ η οικογένεια κοιμόταν, και τους απείλησαν με όπλα.
«Πρέπει να μας πήρε ο ύπνος μεταξύ 1:15 με 1:30. Εγώ ξύπνησα όταν άκουσα το τρίξιμο από το πόμολο της πόρτας. Δεν κατάλαβα τι ώρα ήταν ακριβώς. Όταν άνοιξα τα μάτια μου, είδα να μπαίνουν στο δωμάτιο τρεις άνδρες. Με πλησίασε αυτός με το πιστόλι και πριν μου πει οτιδήποτε, του είπα: "Στο σαλόνι υπάρχουν 10.000 ευρώ μετρητά. Σε παρακαλώ μη μας πειράξεις"», ανέφερε σε κατάθεσή του. Σε αυτό το σημείο υποστήριξε ότι σκούντηξε την Καρολάιν να ξυπνήσει. Μόλις εκείνη είδε τους ληστές, άρχισε να ουρλιάζει. Τότε, ο δεύτερος δράστης με το ασημένιο πιστόλι, κατευθύνθηκε προς την 20χρονη. «Ο κοντός πήγε πάνω στη γυναίκα μου, τη γύρισε μπρούμυτα με μια απότομη λαβή και της γύρισε το κεφάλι προς το στρώμα ή το μαξιλάρι. Μόλις πήγα να αντιδράσω, μου κόλλησε το πιστόλι στη δεξιά πλευρά του λαιμού μου, ρίχνοντάς με στη συνέχεια στο πάτωμα», ανέφερε.
Ο 32χρονος υποστήριξε επίσης ότι οι δράστες μιλούσαν μία γλώσσα που δεν μπορούσε να καταλάβει και η οποία του θύμιζε πιθανότατα βουλγαρικά ή αλβανικά. «Επειδή μου είχαν δέσει το στόμα, κάποια στιγμή έχασα τις αισθήσεις μου τελείως. Όταν ξύπνησα δεν άκουγα τίποτα. Δεν ήξερα πόση ώρα είχε περάσει, δεν μπορούσα να καταλάβω αν είχε ξημερώσει ή όχι», υποστήριξε.
Θέλοντας να δημιουργήσει ένα ακόμα πιο πειστικό σενάριο, ισχυρίστηκε ότι κατάφερε να δει έναν από τους δράστες, τον πιο κοντό, όπως είπε, όταν κατέβηκε αυτό που φορούσε στο πρόσωπό του: «Έχει σαρκώδη χείλη και έντονη μύτη, στρογγυλό και αξύριστο, ανοιχτόχρωμο πρόσωπο (όχι όπως το δικό μου, που είμαι ξανθός) και έντονα μάτια. Κατάλαβα ότι είναι άνω των 35 ετών. Ήταν περίπου 1,70 μ. και ψωμωμένος, δηλαδή γυμναζόταν και έχει πλάτες».
Το θέατρο όμως συνεχίστηκε και ενώπιον των αστυνομικών που έφτασαν στο σημείο. Στην κατάθεσή του υποστήριξε ότι συνειδητοποίησε ότι η σύζυγός του ήταν νεκρή ενώ ήταν παρόντες οι αστυνομικοί: «Όταν σηκώθηκα είδα τη γυναίκα μου μπρούμυτα στο κρεβάτι, ακίνητη. Τα χέρια της ήταν δεμένα πίσω από την πλάτη της με κάποιο ρούχο και η κόρη μας ήταν δίπλα ξύπνια, αλλά δεν έκλαιγε. Αγκάλιασα τη γυναίκα μου και την κόρη μας κλαίγοντας και τότε ο αστυνομικός μου είπε "έχει φύγει, προσπάθησε να ηρεμήσεις". Εννοώντας πως είναι νεκρή. Ήμουν σοκαρισμένος, πήρα την κόρη μου αγκαλιά και κατέβηκα κάτω».
Σε άλλη του κατάθεση έδωσε και νέες λεπτομέρειες για το πώς τον ακινητοποίησαν οι δράστες εκείνο το εφιαλτικό βράδυ. «Επειδή ένιωθα το όπλο και έβλεπα τον άλλο να στοχεύει τη γυναίκα μου με το revolver, δεν αντιστάθηκα καθόλου και έπεσα στο πάτωμα. Τους είπα πως τα χρήματα είναι στο σαλόνι. Αυτός με το πιστόλι ξεκίνησε να μου δένει το στόμα με ταινία. Με έπιασε στο στόμα και γύρω από το κεφάλι και τον λαιμό πολλές φορές σφιχτά και συνέχισε να με κρατάει στο πάτωμα, σπρώχνοντας με το χέρι του στην πλάτη», είπε στους αστυνομικούς.
Στην περιγραφή στους αστυνομικούς έδωσε όσα περισσότερα στοιχεία μπορούσε να «θυμηθεί» για τους τρεις δράστες: «Οι δύο άνδρες ήταν πιο ψηλοί από εμένα, που είμαι 1,77. Φορούσαν σκούρα ρούχα, μακρυμάνικες μπλούζες και μαύρα γάντια στα χέρια τους. Στο κεφάλι τους φορούσαν full face κουκούλες και φαίνονταν μόνο τα μάτια τους. Ο ένας κρατούσε ένα μαύρο πιστόλι και ο άλλος ένα ασημένιο revolver, αυτό με τον μύλο. Τους δύο ψηλούς δεν μπορώ να τους αναγνωρίσω, είδα μόνο τα μάτια τους και θυμάμαι το βλέμμα τους. Αυτός με το revolver φαινόταν λιγότερο σίγουρος για τις κινήσεις του, δεν πήρε πρωτοβουλίες».
Σύμφωνα με την περιγραφή του πιλότου, είχαν ύψος από 1,80 έως 1,87, κανονική σωματική διάπλαση, ο ένας ήταν 30 με 35 ετών και ο άλλος 25 με 30. Όπως είπε, έχασε τις αισθήσεις του και όταν συνήλθε είδε ότι ήταν δεμένος με σχοινί στο πόδι του κρεβατιού, ενώ περιέγραψε και τις προσπάθειές του να καλέσει την αστυνομία.
«Προσπάθησα να καλέσω το "100", αλλά επειδή το έκανα με τη μύτη, πρέπει να πήρα και άλλα παρόμοια νούμερα. Τελικά κατάφερα να μιλήσω με την αστυνομία και φώναζα ''βοήθεια''. Μου ζητούσαν να πω πού είμαι, αλλά επειδή είχα την ταινία στο στόμα δεν ξέρω αν με κατάλαβαν. Αφού έκλεισε η γραμμή, κάλεσα από την επανάκληση τη γειτόνισσά μας. Και σε αυτήν φώναζα όσο μπορούσα ''βοήθεια''. Τελικά, μετά από περίπου 15-20 λεπτά άκουσα θόρυβο από κάτω, οι αστυνομικοί κατάφεραν να μπουν στο σπίτι, δεν ξέρω με ποιον τρόπο», κατέληξε σχετικά με το πώς κάλεσε βοήθεια.
Έγκλημα στα Γλυκά Νερά: Τα ερωτήματα και τα στοιχεία που προκαλούσαν υποψίες
Τα ερωτήματα που προέκυψαν ωστόσο από τις έρευνες της ΕΛ.ΑΣ. ήταν πολλά και 37 μέρες μετά το έγκλημα δεν λάμβαναν πειστικές απαντήσεις. Αρχικά, προβληματισμό προκάλεσε το γεγονός ότι η 32χρονη δεν έφερε σημάδια πάλης ή ίχνη γενετικού υλικού στα νύχια της. Επίσης, ερωτήματα προκάλεσε το γεγονός ότι κανένας από τους γείτονες δεν άκουσε κάτι, ενώ, όπως υποστήριξε ο πιλότος, οι δράστες έμειναν για αρκετή ώρα μέσα στο σπίτι. Ακόμη, ότι δεν βρέθηκαν στοιχεία που να παραπέμπουν σε ύπαρξη άλλων ατόμων μέσα στο σπίτι, όπως και το ότι οι υποτιθέμενοι δράστες δεν αφαίρεσαν τα κινητά από το ζευγάρι για να καθυστερήσουν την κλήση των Αρχών. Παράλληλα, σχετικά με τα αποτυπώματα του 32χρονου που εντοπίστηκαν στη μονωτική ταινία που χρησιμοποίησαν οι «ληστές» για να του κλείσουν το στόμα, όπως φέρεται να ισχυρίστηκε στις καταθέσεις του, την έδωσε ο ίδιος στους δράστες, καθώς εκείνοι δεν είχαν μαζί τους.
Στοιχεία από την έρευνα σε ψηφιακά μέσα ήγειραν και άλλες υποψίες. Αρχικά, η αφαίρεση της κάρτας μνήμης του καταγραφικού μηχανήματος στο σπίτι του ζευγαριού, που δεν συμβάδιζε χρονικά με όσα έχει καταθέσει ο 32χρονος. Επίσης, σύμφωνα με τα αποτελέσματα της Διεύθυνσης Εγκληματολογικών Ερευνών, την ώρα που ο πιλότος υποστηρίζει ότι ήταν δεμένος χειροπόδαρα από τους δράστες, φαίνεται στο κινητό του ότι παρουσιάζει δραστηριότητα και συγκεκριμένα ότι γίνονται βήματα.
«Φως» στην υπόθεση έριξε και το βιομετρικό ρολόι της άτυχης κοπέλας, που δεν κατέγραψε καμία ζωτική ένδειξη την ώρα που, σύμφωνα με τα όσα υποστήριζε ο σύζυγός της, ήταν εν ζωή.
Η ομολογία του εγκλήματος
Τελικά, έπειτα από πολυήμερες έρευνες και αφού χθες κλήθηκε για νέα κατάθεση για τα νέα στοιχεία, ο πιλότος «έσπασε» και ομολόγησε το έγκλημα. Απέδωσε την πράξη του σε βρασμό ψυχής, μετά από τσακωμό που είχαν με την Καρολάιν Κράουτς. Όπως υποστήριξε, εκείνο το βράδυ τον έδιωξε από το κρεβάτι για μια ακόμη φορά. Ισχυρίστηκε ότι η Καρολάιν άφησε με δύναμη -σχεδόν πέταξε- το μωρό μέσα στην κούνια του, γεγονός που τον εκνεύρισε και τον οδήγησε στο έγκλημα.
Συνεχίζοντας τη φρικιαστική περιγραφή του, ο Μπάμπης Αναγνωστόπουλος παραδέχθηκε ότι επιτέθηκε στη σύζυγό του και με μια μπλούζα τής έκλεισε το στόμα και τη μύτη, προκαλώντας τον θάνατό της από ασφυξία.
Στη συνέχεια πήγε στον κήπο και έπνιξε με τα χέρια του το σκυλί, που ήταν της Καρολάιν -ενδεχομένως για να «δέσει» την εκδοχή της εισβολής ληστών στο σπίτι-, και το κρέμασε από το λουρί του στο πλατύσκαλο.