Ολοκληρώνεται στο τέλος του 2022 το πρόγραμμα φιλοξενίας αιτούντων άσυλο σε διαμερίσματα ESTIA που «τρέχει» το υπουργείο Μετανάστευσης.
Για τον λόγο αυτό το υπουργείο Μετανάστευσης και Ασύλου προχωρά στη σταδιακή μετεγκατάσταση των ωφελούμενων σε δομές φιλοξενίας σε όλη την Ελλάδα.
Σύμφωνα με στοιχεία του υπουργείου Μετανάστευσης και Ασύλου, στις 31 Οκτωβρίου 2022 διέμεναν σε διαμερίσματα του ESTIA 4.305 άτομα. Στο τελευταίο ενημερωτικό δελτίο του, αναφέρεται ότι στόχος του τερματισμού του προγράμματος είναι η «περαιτέρω αποσυμφόρηση των αστικών κέντρων».
Γ.Γ. υποδοχής αιτούντων άσυλο: «Πρέπει να λαμβάνουν όλοι το ίδιο επίπεδο υπηρεσιών»
Ο γενικός γραμματέας υποδοχής αιτούντων άσυλο του υπουργείου, Μάνος Λογοθέτης, επισημαίνει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ότι καθώς ο αριθμός των αιτούντων άσυλο που έρχονται στη χώρα έχει μειωθεί και η χρηματοδότηση του προγράμματος γίνεται από ευρωπαϊκά κονδύλια, «δεν μπορούμε να δικαιολογήσουμε ότι έχουμε τόσες θέσεις άδειες, πρέπει το σύστημά μας να εξορθολογιστεί και να έρθει στις πραγματικές ανάγκες που έχουμε».
Ο κ. Λογοθέτης κάνει λόγο για σύστημα υποδοχής «δύο ταχυτήτων, όπου ο μισός πληθυσμός μένει σε διαμερίσματα και ο μισός σε δομές, και αυτό δεν είναι δίκαιο, πρέπει να λαμβάνουν όλοι το ίδιο επίπεδο υπηρεσιών».
Οδεύοντας προς την ολοκλήρωση του προγράμματος, οι αιτούντες άσυλο που διαμένουν σε διαμερίσματα μεταφέρονται σε δομές και ο γενικός γραμματέας του υπουργείου εξηγεί ότι η μεταφορά γίνεται «ανάλογα με τη διασύνδεση των ιδιαίτερων αναγκών των ανθρώπων, των δυνατοτήτων των δομών και τη διαθεσιμότητα των θέσεων», δίνοντας ως παράδειγμα τις περιπτώσεις νεφροπαθών που χρήζουν αιμοκάθαρσης και οι οποίοι υπάρχει μέριμνα να βρίσκονται κοντά σε εξειδικευμένα ιατρικά κέντρα.
Επίσης, διευκρινίζει ότι κοντά στις δομές λειτουργούν τμήματα υποδοχής μαθητών, οπότε τα παιδιά που θα μετακινηθούν θα συνεχίσουν τη φοίτησή τους στα σχολεία των νέων τόπων διαμονής τους.
Πώς απαντά το υπουργείο Μετανάστευσης και Ασύλου για τον τερματισμό του προγράμματος ESTIA
Μία τέτοια μεταφορά αιτούντων άσυλο έγινε την Τρίτη (15/11) από διαμερίσματα της οδού Αχαρνών στο κέντρο της Αθήνας προς τη δομή φιλοξενίας του Κατσικά Ιωαννίνων.
Η «Κίνηση Ενωμένοι Ενάντια στο Ρατσισμό και τη Φασιστική Απειλή» (ΚΕΕΡΦΑ) πραγματοποίησε διαμαρτυρία την ώρα της μεταφοράς ζητώντας τη συνέχιση του προγράμματος ESTIA, τη διακοπή των μετακινήσεων και την ένταξη όλων των άστεγων προσφύγων στο πρόγραμμα για την κοινωνική κατοικία.
Ο γενικός γραμματέας του υπουργείου εκτιμά ότι οι αντιδράσεις προέρχονται κυρίως «από τους ανθρώπους που δουλεύουν στο πρόγραμμα μέσω των μη κυβερνητικών οργανώσεων», κάνοντας λόγο για «αντίδραση την οποία κατανοούμε, αλλά από την άλλη το ESTIA δεν είναι πρόγραμμα απασχόλησης».
Τέλος, σύμφωνα με τον κ. Λογοθέτη, η πλειοψηφία όσων διαμένουν πλέον στα διαμερίσματα «είναι αναγνωρισμένοι πρόσφυγες, οι οποίοι δεν είναι επιλέξιμοι και θα πρέπει να αναζητηθεί λύση στο πρόβλημα στέγασής τους μέσα από το ενταξιακό πρόγραμμα Helios».
Σημειώνεται ότι το πρόγραμμα ESTIA δημιουργήθηκε το 2015 από την Ύπατη Αρμοστεία του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες, με χρηματοδότηση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και η διαχείρισή του παραδόθηκε στο υπουργείο Μετανάστευσης τον Σεπτέμβριο του 2020. Ήδη από τις αρχές του 2022 το υπουργείο είχε ανακοινώσει τη δραστική μείωση των θέσεων του προγράμματος σε 10.000 από 27.000 που διέθετε το 2021 με στόχο το πρόγραμμα να ολοκληρωθεί στο τέλος του 2022.
Ύπατη Αρμοστεία ΟΗΕ για Πρόσφυγες: «Το πρόγραμμα κατάφερε να συγκεντρώσει την αποδοχή της ελληνικής κοινωνίας»
Σε σχόλιό της στο ΑΠΕ-ΜΠΕ η υπεύθυνη επικοινωνίας της Ύπατης Αρμοστείας του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες στην Ελλάδα, Στέλλα Νάνου, επισημαίνει ότι ο διεθνής οργανισμός ήδη από τα τέλη του 2015 είχε δημιουργήσει το πρόγραμμα «σύμφωνα και με την παγκόσμια πολιτική του οργανισμού μας για την εύρεση εναλλακτικών αντί των καταυλισμών» και υπενθυμίζει ότι το πρόγραμμα «κατάφερε να συγκεντρώσει με μοναδικό τρόπο την αποδοχή και την εκτίμηση της ελληνικής κοινωνίας, με θετικά και απτά αποτελέσματα για τις τοπικές κοινωνίες και τους αιτούντες άσυλο».
Σχετικά με τον τερματισμό του προγράμματος, η κυρία Νάνου υπογραμμίζει ότι «είναι λογικό η δυναμικότητα των θέσεων φιλοξενίας να προσαρμόζεται στον πληθυσμό των αιτούντων άσυλο στη χώρα», ωστόσο η Ύπατη Αρμοστεία θεωρεί ότι «θα πρέπει να διατηρηθεί ένας αριθμός διαμερισμάτων στον αστικό ιστό», ως ένας τύπος στέγασης αιτούντων άσυλο «απαραίτητος για τις εξαιρετικά ευάλωτες περιπτώσεις αιτούντων άσυλο και των οικογενειών τους, ώστε να διαμένουν σε ασφαλείς συνθήκες και με πιο εύκολη πρόσβαση στις απαραίτητες υπηρεσίες».