Επαρκείς ενδείξεις ενοχής «βλέπει» η εισαγγελέας Συμέλα Σαπίδου για τον προφυλακισμένο σκηνοθέτη-ηθοποιό Δημήτρη Λιγνάδη.
Στην πρότασή της προς το Συμβούλιο Πλημμελειοδικών, αφού πρώτα αναφέρεται εκτενώς στις καταγγελίες που ερευνήθηκαν στο πλαίσιο της ανάκρισης, ζητεί ο κατηγορούμενος να παραπεμφθεί σε δίκη για τέσσερις βιασμούς: «Με αυτά τα δεδομένα σε βάρος του κατηγορούμενου προκύπτουν επαρκείς ενδείξεις ενοχής για την πράξη του βιασμού κατά συρροή που του αποδίδεται και θα πρέπει το συμβούλιό σας να τον παραπέμψει για να δικαστεί στο ακροατήριο του Μεικτού Ορκωτού Δικαστηρίου της Αθήνας».
Η εισαγγελέας στην πολυσέλιδη πρότασή της, μεταξύ άλλων, αναφέρει: «Ο Δημήτρης Λιγνάδης είναι γνωστός ηθοποιός, σκηνοθέτης και διδάσκαλος υποκριτικής, ενώ τον Σεπτέμβριο του 2019 ορίστηκε και καλλιτεχνικός διευθυντής του Εθνικού Θεάτρου. Είναι άγαμος και από το έτος 2008 μένει σε διαμέρισμα στην Αθήνα. Δηλώνει αμφιφυλόφιλος με πολλές σχέσεις στη ζωή του και με τα δύο φύλα, αλλά και με πολλές περιστασιακές επαφές, ακόμη και επ’ αμοιβή».
Εισαγγελέας για Λιγνάδη: Αμετανόητος και επικίνδυνος για την τέλεση νέων αδικημάτων
Τέλος, η εισαγγελική λειτουργός προτείνει να παραμείνει προφυλακισμένος ο Δημήτρης Λιγνάδης μέχρι τις 20 Φεβρουαρίου 2022, καθώς κρίνει ότι πρόκειται για άτομο αμετανόητο και επικίνδυνο για την τέλεση νέων αδικημάτων.
Αναφέρει χαρακτηριστικά: «Σε βάρος του προκύπτουν σοβαρές ενδείξεις ενοχής, οι οποίες δεν έχουν εξασθενήσει, ενώ, από την άλλη, η επανειλημμένη τέλεση της πράξης, η μακρόχρονη δράση του, η μέθοδος που έχει αναπτύξει για να προσεγγίσει τα θύματά του, χτίζοντας μαζί τους σχέση εμπιστοσύνης αλλά και εξάρτησης, εκμεταλλευόμενος την κοινωνική, επαγγελματική και οικονομική του θέση για να τα δελεάσει, αλλά και τη δική τους ευάλωτη οικονομικά και κοινωνικά θέση, το γεγονός ότι κυκλοφορούσε δημόσια με τα ανήλικα θύματά του, δίχως καμία αναστολή, αλλά και η αμετανόητη στάση του μέχρι σήμερα, καταδεικνύουν ότι πρόκειται για άτομο επικίνδυνο, με πάθη και εμμονές, εμφορούμενο από έντονα αντικοινωνικά αισθήματα, ώστε η διατήρηση της προσωρινής του κράτησης να κρίνεται αναγκαία για την αποτροπή από την τέλεση νέων αξιόποινων πράξεων».