«Η έγκαιρη προληπτική απομάκρυνση» των κατοίκων από τα μέτωπα των πυρκαγιών σώζει ζωές, όπως επισημαίνει σε άρθρο του ο Ευθύμης Λέκκας.
Ο καθηγητής Γεωλογίας και Διαχείρισης Φυσικών Καταστροφών αναφέρεται επίσης στις περιοχές όπου έρχονται σε επαφή δάση και οικισμοί, ή αλλιώς περιοχές WUI, όπου οι πιθανότητες εκδήλωσης δασικής πυρκαγιάς είναι αυξημένες, από κοινού με τους κινδύνους για την ανθρώπινη ζωή και περιουσία.
Αναλυτικά, στο άρθρο του, ο Ευθύμης Λέκκας αναφέρει:
«Κάθε χρόνο, και ιδιαίτερα κατά τη θερινή περίοδο, η Ελλάδα πλήττεται από δασικές πυρκαγιές. Η ποικιλία της βλάστησης, η τοπογραφία και το κλίμα της Μεσογείου αλληλεπιδρούν μεταξύ τους και δημιουργούν ιδανικές συνθήκες και μια πληθώρα εύφλεκτων υλικών για την εκδήλωση πυρκαγιάς.
Είναι γεγονός ότι στη Νότια Ευρώπη και ιδιαίτερα στις μεσογειακές χώρες, όπως Ιταλία, Ισπανία, Πορτογαλία, Γαλλία και Ελλάδα, καταγράφεται κάθε χρόνο περίπου το 85% των συνολικών καιόμενων εκτάσεων της Ευρώπης.
Ειδικά για την Ελλάδα, η διακινδύνευση είναι ιδιαίτερα υψηλή, καθώς περισσότερο από το 80% του συνολικού πληθυσμού της χώρας συγκεντρώνεται στη μεσογειακή ζώνη μεσαίου κλίματος κατά μήκος των ακτών ή σε χαμηλά υψόμετρα (π.χ. Αττική, Χαλκιδική, Ρόδος, Κρήτη).
Οι μεσογειακές επαρχίες χαρακτηρίζονται από περιοχές όπου η δασική βλάστηση αναμειγνύεται με τις ανθρώπινες δομές, δηλ. τις περιοχές μίξης δασών-οικισμών ή Wildland-Urban Interface (WUI) (διεπαφή δάσους-άστεως).
Οι περιοχές WUI παρουσιάζουν υψηλότατους δείκτες διακινδύνευσης στη δασική πυρκαγιά, καθώς καταγράφονται αυξημένες οι πιθανότητες τόσο εκδήλωσης δασικής πυρκαγιάς όσο και απειλής της ανθρώπινης ζωής και περιουσίας.
Η διαχείριση του κινδύνου σε τέτοιες περιοχές είναι μια δύσκολη πρόκληση, ειδικά αν ληφθούν υπόψη oι αξίες κάθε κοινότητας, καθώς και η τοπική κουλτούρα πυροπροστασίας. Διαχειριστές πυρκαγιών και πολίτες αντιμετωπίζουν μια συνεχώς αυξανόμενη ανησυχία για την επάρκεια οποιασδήποτε στρατηγικής κατάσβεσης, ανεξάρτητα από τους πόρους που χρησιμοποιεί, καθώς η ένταση της πυρκαγιάς συχνά υπερβαίνει την ικανότητα των πόρων αυτών.
Η προστασία της ανθρώπινης ζωής κατά τη διάρκεια μιας πυρκαγιάς είναι πάντα η πρώτη προτεραιότητα, για αυτό και η πολιτική διαχείρισης που εφαρμόζεται κατά κόρον σε πολλές χώρες προτείνει την "έγκαιρη προληπτική απομάκρυνση" ως την ασφαλέστερη επιλογή για τους κατοίκους, όταν αυτοί απειλούνται από δασική πυρκαγιά.
Η έρευνα για τις διεθνείς τάσεις και πρακτικές καταδεικνύει ότι το ελληνικό θεσμικό πλαίσιο έχει ενσωματώσει τις πιο πρόσφατες πρακτικές που εφαρμόζουν άλλες χώρες, όπως η Αυστραλία, οι Η.Π.Α. και ο Καναδάς.
Kάθε χρόνο, ωστόσο, ανοίγει η συζήτηση σχετικά με την αποδοτικότητα εφαρμογής του μέτρου της οργανωμένης προληπτικής απομάκρυνσης πολιτών, αντιπαραβαλλόμενη με το δικαίωμα στην προστασία της περιουσίας τους.
Αναγνωρίζεται ότι η οργανωμένη προληπτική απομάκρυνση πολιτών δεν είναι η μοναδική επιλογή και δεν μπορεί να εφαρμοστεί γενικά, καθώς πάντα θα υπάρχουν κάτοικοι που θα αποφασίσουν να παραμείνουν και να προστατεύσουν τις κατοικίες τους, κάτοικοι οι οποίοι την ώρα της πυρκαγιάς θα απουσιάζουν και θα επιδιώξουν να επιστρέψουν παρά τις απαγορεύσεις των αρχών, ή κάτοικοι που θα αναγκαστούν να παραμείνουν, λόγω των συνθηκών της πυρκαγιάς.
Εφόσον όμως δεν πληρούνται στο ακέραιο προϋποθέσεις όπως η προετοιμασία του ακινήτου, η ύπαρξη συστημάτων πυροπροστασίας, η σωματική και νοητική ετοιμότητα, ειδικές γνώσεις και δεξιότητες πυρόσβεσης, καθώς και εκτέλεση συντονισμένων δράσεων (η πυρόσβεση απαιτεί άρτια συνεργασία), οποιαδήποτε ατομική επιλογή παραμονής των κατοίκων κρίνεται εξαιρετικά επισφαλής για την ανθρώπινη ζωή.
Σε επίπεδο πρόληψης κυρίαρχο ρόλο θα πρέπει να λάβουν οι πολίτες, εφόσον η προστασία της κάθε ιδιοκτησίας ξεχωριστά αυξάνει επιμεριστικά την ανθεκτικότητα της κοινότητας (Firewise, Firesmart communities), ωστόσο για τη μείωση του βαθμού τρωτότητας των κοινοτήτων συνολικά απαιτούνται συλλογικές δράσεις.
Έως ότου οι κοινότητες θωρακιστούν επαρκώς, συνιστάται η απόλυτη υπακοή στις σχετικές αποφάσεις των αρμόδιων υπηρεσιών. Η ανθρώπινη ζωή προέχει έναντι οποιουδήποτε άλλου αγαθού», καταλήγει ο Ευθύμης Λέκκας.