Για υποκρισία κατηγόρησε τον Αλέξη Τσίπρα ο αναπληρωτής υπουργός Οικονομικών Θεόδωρος Σκυλακάκης, παρουσιάζοντας στη Βουλή έγγραφο που δείχνει πως η απόφαση πλειστηριασμού της κατοικίας της δημοσιογράφου Ιωάννας Κολοβού έγινε επί ημερών και με νομοθεσία της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ (σ.σ. στις 20 Μαρτίου 2019, χωρίς να τελεσφορήσει).
Πράγματι, ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ, αλλά και πολλά στελέχη της αξιωματικής αντιπολίτευσης επισκέφθηκαν την συνταξιούχο δημοσιογράφο στο σπίτι της, για να της συμπαρασταθούν, παρότι η απόφαση πλειστηριασμού για την κατοικία της εξεδόθη επί των ημερών τους.
«Δεν θα πω το όνομα της κυρίας που είχε την εξαιρετικά δυσάρεστη εμπειρία και περιπέτεια. Το έψαξα όμως. Πότε βγήκε αυτή η υπόθεση στο προσκήνιο; Πότε βγήκε το συγκεκριμένο σπίτι - πρώτη κατοικία - στον πλειστηριασμό;» ανέφερε αρχικά ο κ. Σκυλακάκης, για να προσθέσει: «Βλέπουμε στην απόφαση που έχει αναρτηθεί στην σχετική ιστοσελίδα πως βγήκε σε πλειστηριασμό στις 20.3.2019. Ποια κυβέρνηση υπήρχε τότε; Θυμίστε μου ποιος κυβερνούσε όταν βγήκε η πρώτη κατοικία στον πλειστηριασμό; Με ποιου νομοθεσία έγινε αυτό; Δεν θα πω τι είναι να πηγαίνεις στο σπίτι της κυρίας και να λες «πω, πω τι σου συνέβη» ενώ επι ημερών σου και με δική σου νομοθεσία βγήκε το σπίτι στον πλειστηριασμό, αλλά η λέξη υποκρισία στροβιλίζει στο μυαλό μου».
Η αλήθεια για τον πλειστηριασμό της Ι. Κολοβού
Η ημερομηνία δημοσίευσης πλειστηριασμού για το σπίτι της δημοσιογράφου έγινε επί ημερών ΣΥΡΙΖΑ, και συγκεκριμένα στις 20 Μαρτίου του 2019. Απλώς δεν τελεσφόρησε ο πρώτος πλειστηριασμός γιατί δεν υπήρξε ενδιαφερόμενος αγοραστής. Σύμφωνα με πληροφορίες, ο πλειστηριασμός έγινε τελικά επί κυβέρνησης ΝΔ, η τράπεζα κράτησε τα οφέλη της και η Ι. Κολοβού πήρε στα χέρια της 90.000 ή 52.000, κατά δήλωσή της. Τώρα αρνείται να παραχωρήσει το σπίτι στον αγοραστή, εξ ου και η κινητοποίηση.
Χαρακτηρίζει πλιάτσικο την πληρωμή οφειλών!
Η ίδια η δημοσιογράφος, Ιωάννα Κολοβού, με ανάρτησή της στο Facebook, παραδέχεται ότι, όταν εν τέλει ολοκληρώθηκε ο πλειστηριασμός, της έμεινε ένα ποσό 52.000 ευρώ, το οποίο, όπως αναφέρει, της το πήρε η Εφορία για παλαιότερες οφειλές («χρωστούσα κλήσεις στη Δημοτική Αστυνομία από αμνημόνευτων χρόνων»), ενώ ένα ποσό πήγε και στον ΕΦΚΑ, με αποτέλεσμα σε εκείνη να μείνουν μόλις 1.000 ευρώ.