Τα Χριστούγεννα στη σύγχρονη τουλάχιστον εποχή και κατά κύριο λόγο στον δυτικό κόσμο έχουν πάντα μια ιδιαίτερη φόρτιση.
Θετική για τους περισσότερους ίσως, αρνητική για ορισμένους, όμως σε κάθε περίπτωση δεν παύουν να αποτελούν μια περίοδο που τα ανθρώπινα συναισθήματα εντείνονται είτε προς το καλύτερο είτε προς το χειρότερο.
Αυτό επιτείνεται και από το κλίμα που επικρατεί αυτές τις ημέρες στην αγορά, με την προσπάθεια του εμπορικού κόσμου να αυξήσει τους τζίρους του δημιουργώντας μια, θέλοντας και μη, εορταστική ατμόσφαιρα, θετική για τους πιο πολλούς, ενοχλητική ίσως για μερικούς.
Φέτος, βέβαια, με τους περιορισμούς που επιβάλλει η πανδημία, όλα αυτά δεν φαίνεται να ισχύουν ακριβώς. Οι ιδιαίτερες συνθήκες που επικρατούν ελάχιστα παραπέμπουν σε Χριστούγεννα.
Άνθρωποι υποχρεωτικά κλεισμένοι στα σπίτια τους, πολιορκημένοι από έναν αόρατο εχθρό, περιορισμένοι έως και απομονωμένοι σε τέσσερις τοίχους, να παλεύουν άλλοι με τα υπαρξιακά τους προβλήματα και άλλοι με τους φόβους της επόμενης μέρας.
Σαν το φάντασμα των Χριστουγέννων -που δεν ήρθαν ακόμη, στη «Χριστουγεννιάτικη ιστορία» του Ντίκενς, η σκοτεινή και φρικαλέα σιλουέτα ενός υποθηκευμένου μέλλοντος, στο οποίο θα πρέπει να τακτοποιηθούν όλες οι εκκρεμότητες και να εξοφληθούν οι υποχρεώσεις που έχει δημιουργήσει και συνεχίζει να δημιουργεί η πανδημία, ορθώνεται μπροστά από τους περισσότερους.
Μέσα σε αυτό το ζοφερό τοπίο, η διάθεση για γιορτή κάθε άλλο παρά πρόσφορη είναι, με εξαίρεση ίσως εκείνους που είτε είναι από τη φύση τους υπερβολικά αισιόδοξοι, είτε επιμένουν να εθελοτυφλούν, αδιαφορώντας για την πραγματική κατάσταση της κοινωνίας, της οικονομίας, αλλά και της υγείας. Της δικής τους και των γύρω τους.
Ναι, είναι ιδιαίτερα αυτά τα Χριστούγεννα. Ακόμη και το επίθετο που τα προσδιορίζει είναι δύσκολο να βρεθεί. Δεν είναι πλούσια, δεν είναι φτωχικά, δεν είναι χαρούμενα, δεν είναι λυπημένα. Δεν είναι επίσης ακίνδυνα, άλλο το πόσο επικίνδυνα μπορούν να γίνουν. Ειδικά εάν έστω και για μια στιγμή ξεχάσουμε τους λόγους που τα κάνουν φέτος τόσο διαφορετικά.
Είναι όμως μια μοναδική περίπτωση, που αργά ή γρήγορα θα περάσει και θα ξεχαστεί. Γιατί, ανεξάρτητα από αυτά που θα μας κληροδοτήσει αυτή η παρατεταμένη περίοδος αδράνειας και δυστοκίας, τα πράγματα κάποια στιγμή θα εξομαλυνθούν.
Ας κάνουμε υπομονή λοιπόν, και ας προσπαθήσουμε να περάσουμε τουλάχιστον όσο πιο ανώδυνα γίνεται αυτές τις περίεργες γιορτές, που μόνο με γιορτές δεν μοιάζουν.
Και ας κάνουμε, έστω για παρηγοριά, μια ελπιδοφόρα σκέψη για το μέλλον: Ότι του χρόνου τα Χριστούγεννα θα είναι και πάλι κανονικά Χριστούγεννα, με όποια διαφορετική σημασία μπορεί να έχει για τον καθένα μας αυτό.