Μια σύντομη κουβέντα με τον Μπάμπη Αναγνωστόπουλο και μια μεγαλύτερη συζήτηση με έναν έμπειρο ψυχολόγο-ψυχοθεραπευτή τον Χαράλαμπο Πετρά ήταν αρκετά για να μπει ένα πραγματικό όριο στο απόρρητο μιας σειράς συνεδριών με την αδικοχαμένη Καρολάιν στα Γλυκά Νερά.
Αναζήτησα στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης τις επαφές της Καρολάιν Κράουτς μίλησα μάλιστα με την εταιρεία σχεδιασμού νυφικών που διοικεί ο Λεωνίδας Κράουτς, ο οποίος μάλιστα όχι μόνο έχει το ίδιο επίθετο με την Καρολάιν αλλά είναι και φίλος της στο Facebook. Στο τηλεφώνημα που έκανα στη Ρόδο, όπου βρίσκεται τώρα ο Λεωνίδας Κράουτς, μου δήλωσαν πως δεν έχουν καμία σχέση με τη νεαρή και αδικοχαμένη μητέρα.
Επίσης προσπάθησα να έρθω σε επαφή με τον ίδιο το σύζυγο, τον Μπάμπη Αναγνωστόπουλο, πιλότο ελικοπτέρων που πριν μερικά χρόνια τουλάχιστον, δεν ξέρω για τώρα, πήγαινε και στη Μύκονο. Παρότι του λένε διάφορα στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, εγώ έχω ακούσει τα καλύτερα για τον πατέρα της οικογενείας που προσφέρθηκε, παρά το δράμα του, να βοηθήσει τις Αρχές.
Μέσω των περιγραφών του έγινε και το ηλεκτρονικό σκίτσο του «κοντού» δολοφόνου. Ο ίδιος απάντησε ευγενικά στο αίτημα μου για συνέντευξη «ευχαριστώ πολύ για τα συλλυπητήρια σου Θανάση. Δεν υπάρχει κάτι να πω ακόμα. Μόνο πόνος αυτή τη στιγμή». Το ότι βρίσκει τη στοιχειώδη διαύγεια να βοηθήσει την αστυνομία, μόνο αντικείμενο θαυμασμού θα έπρεπε να αποτελεί και όχι καχυποψίας. Αναφερόμενος σε αυτόν ο διακεκριμένος Έλληνας ψυχολόγος και ψυχοθεραπευτής Χαράλαμπος Πετράς προσέθεσε: «Δεν μπορούμε να αρθρώσουμε δημόσιο λόγο, αυτόκλητα, χωρίς ρόλο και στοιχεία, για το προφίλ ενός ανθρώπου. Η σκιαγράφηση ενός προφίλ προϋποθέτει έναν έντιμο σκοπό και συγκεκριμένη επιστημονική μεθοδολογία».
Η συζήτηση που έχει αναπτυχθεί σε επίπεδο προσωπικών σχολίων, για τον σύζυγο της δολοφονημένης γυναίκας και πατέρα του παιδιού τους, κρύβει μέσα της πολλές σκοτεινές πτυχές του «λαϊκού αισθήματος» και της «κοινής γνώμης» που οχλοποιείται. Απαιτείται σεβασμός στους ανθρώπους που βίωσαν το έγκλημα και βιώνουν τις συνέπειες του, ανεξάρτητα με το ποιοι είναι, το επάγγελμα, την θρησκεία τους. Η αλήθεια για το έγκλημα θα παρουσιαστεί από τις Αρχές.
Οι Αρχές επίσης εξετάζουν την πιθανότητα διαρροής πληροφοριών από πλευράς της Ελένης Μυλωνοπούλου, φερόμενης ως ψυχολόγου της Καρολάιν Κράουτς η οποία έλεγε ότι παρότι ήταν ψυχολόγος του ενός δεχόταν στη συνεδρία και τα δύο μέλη του ζευγαριού. Προκειμένου να γνωρίσω καλύτερα τη διαδικασία ζήτησα έναν ειδικό να μας διαφωτίσει, τον Χαράλαμπο Πετρά: «Δεν γνωρίζω λεπτομέρειες για την συγκεκριμένη θεραπεία και δεν θα έπρεπε να γνωρίζω τίποτα για την θεραπεία κανενός. Γενικά, όταν πρόκειται για οικογενειακή θεραπεία ή θεραπεία ζεύγους, συμμετέχει όπως καταλαβαίνετε, το ζευγάρι ή η οικογένεια συνολικά.
Στη συνήθη πρακτική, οι συνεδρίες με έναν ψυχολόγο, σχεδιάζονται με προσοχή και ακολουθούν ένα «συμβόλαιο», ένα πλαίσιο που συμφωνούν, από κοινού, θεραπευτής και θεραπευόμενος. Η συμφωνία αυτή, μεταξύ άλλων, περιλαμβάνει τους στόχους της θεραπείας και τον τρόπο που θα πραγματοποιηθούν οι συνεδρίες. Ο σχεδιασμός της παρέμβασης προκύπτει λαμβάνοντας υπόψη τα επιστημονικά πρωτόκολλα, την μεθοδολογία του θεραπευτή και τις ιδιαίτερες ανάγκες των θεραπευόμενων. Με βάση αυτά, μπορεί να ληφθεί η απόφαση για οικογενειακές ή ατομικές συνεδρίες.
Εάν πρόκειται για ατομική θεραπεία, ενδεχομένως, υπό όρους και για συγκεκριμένους σκοπούς, κατόπιν αιτήματος του θεραπευόμενου και εντός σαφούς πλαισίου, να προσκληθεί και ο σύντροφος / σύζυγος. Κάθε ψυχολόγος συναποφασίζει με τους θεραπευόμενους τι πρέπει να γίνει με σκοπό να προσφέρει το καλύτερο δυνατό. Δεν μπορούμε εκ του ασφαλούς, να κρίνουμε και να σχολιάσουμε την επιλογή οποιουδήποτε συναδέλφου χωρίς να γνωρίζουμε τι κλήθηκε να διαχειριστεί σε πραγματικό χρόνο και την λογική της παρέμβασής του. Ενώ όσον αφορά την αποκάλυψη στοιχείων που αφορούν τη θεραπεία τους, στα media υπάρχουν ιδιαίτερες περιπτώσεις όπου αίρεται η εχεμύθεια ως έναν βαθμό όπως στη συνεργασία με κάποιον άλλο επαγγελματία υγείας για την φροντίδα κάθε θεραπευόμενου, σχετικό αίτημα από τις δικαστικές και αστυνομικές Αρχές, η αυτοκτονικότητα ή ακόμη και η έκδοση βεβαιώσεων / γνωματεύσεων για συγκεκριμένους σκοπούς και υπό όρους.
Όπως και να έχει όμως, η άρση της εχεμυθείας πραγματοποιείται πάντοτε σε συνεννόηση με τον θεραπευόμενο, κατόπιν μελέτης ώστε να προστατευθεί η θεραπευτική σχέση και δεν συμπεριλαμβάνει τα μέσα μαζικής ενημέρωσης. Για θεραπευόμενους που έχουν πεθάνει, ισχύει το απόρρητο της ιστορίας τους, εκτός αν οι Αρχές επίσημα αιτηθούν πληροφορίες. O ψυχολόγος, ακόμη και με τη συναίνεση του θεραπευόμενου, δεν θα μοιραστεί πληροφορίες από τις συνεδρίες σε τρίτους ή δημόσια. Σκοπός της εχεμύθειας δεν είναι μόνον η προστασία των ευαίσθητων προσωπικών δεδομένων του θεραπευόμενου αλλά και η διασφάλιση της θεραπευτικής σχέσης από οποιαδήποτε εργαλειακή χρήση κι εκμετάλλευση, από όλες τις πλευρές, προσθέτει ο κύριος Πετράς.
Εν συνεχεία, ο Σύλλογος Ελλήνων Ψυχολόγων ζήτησε στα τέλη της περασμένης εβδομάδας από την Ελένη Μυλωνοπούλου πτυχίο και άδεια άσκησης επαγγέλματος. Από όσο ξέρω, για να κατέχει κανείς την ιδιότητα του ψυχολόγου νόμιμα και να ασκεί την πρακτική της ψυχολογικής θεραπείας, απαιτείται άδεια άσκησης επαγγέλματος που εκδίδεται από την οικεία Περιφέρεια. Για την έκδοση της άδειας υποβάλλονται πτυχίο τμήματος ψυχολογίας ή αναγνωρισμένο πτυχίο από πανεπιστήμιο του εξωτερικού, τετραετούς φοίτησης, αν θυμάμαι καλά επιπλέον δικαιολογητικά είναι το ποινικό μητρώο και πιστοποιητικά υγείας.
Από εκεί και πέρα, χωρίς να είναι νομικά υποχρεωτικό, χρειάζεται εκπαίδευση σε θεραπευτικές προσεγγίσεις από έγκυρα προγράμματα, επαγγελματική εμπειρία, εποπτεία από πιο έμπειρους ψυχολόγους. Εδώ ο ψυχολόγος και ψυχοθεραπευτής προσέθεσε: «Δυστυχώς, η συζήτηση περί των απαιτούμενων προσόντων ενός θεραπευτή, πέρα από το βασικό πτυχίο δεν έχει ανοίξει ακόμη στην χώρα μας. Αυτό όμως δεν επηρεάζει καθόλου το ποιος ασκεί το επάγγελμα του ψυχολόγου και ποιος όχι. Η αντιποίηση ενός επαγγέλματος μπορεί να είναι ρητή μπορεί όμως να είναι και έμπρακτη. Δηλαδή, να μην δηλώνω ψυχολόγος ρητά αλλά να ασκώ το επάγγελμα στην πράξη με μια άλλη ετικέτα. Τι συμβαίνει σε κάθε συγκεκριμένη περίπτωση ωστόσο, χρειάζεται διερεύνηση. Κατά την γνώμη μου, από τη μία, έπραξε σωστά ο σύλλογος εφόσον πήρε την πρωτοβουλία για να προάγει το επάγγελμα, να διασφαλίσει την αξιοπιστία του κλάδου και να αναδείξει τα ζητήματα αντιποίησης.
Από την άλλη βέβαια, σκέφτομαι ότι ο ΣΕΨ ενώ είναι ένα αξιοσέβαστο σωματείο με διακεκριμένους συναδέλφους, δεν αποτελεί ελεγκτικό όργανο, δεν εκδίδει άδειες, δεν υπάρχει κάτι τέτοιο. Πρέπει λοιπόν, εσωτερικά του κλάδου, να συζητήσουμε κάποια στιγμή, το γεγονός της εκπροσώπησής μας. Είναι κρίμα που φτάνουμε σε ένα τέτοιο σημείο». Η κριτική του Έλληνα ψυχολόγου είναι “τόσο, όσο”. Γιατί η Μυλωνοπούλου κατέθεσε εξώδικο στον ΣΕΨ όπου λέει ότι ποτέ δε συστήθηκε ως ψυχολόγος. Μπορεί όμως να ασκούσε το επάγγελμα με άλλη ετικέτα. Η δικαιοσύνη θα αποφανθεί. Άλλωστε το δίκαιο απονέμεται σε αυτήν τη ζωή κι όχι σε κάποια άλλη.