Προβληματισμό εκφράζουν οι μικρομεσαίοι επαγγελματίες-αυτοαπασχολούμενοι για τις αλλαγές στη φορολογία που επιφέρει το νομοσχέδιο του υπουργείου Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών.
Υπέρ της πάταξης της φοροδιαφυγής τάχθηκε ο πρόεδρος του Επαγγελματικού Επιμελητηρίου Αθηνών, Γιάννης Χατζηθεοδοσίου, μιλώντας με δημοσιογράφους και σχολιάζοντας το νέο φορολογικό νομοσχέδιο της κυβέρνησης.
«Η φοροδιαφυγή και η παραοικονομία είναι οι δύο πιο σκληρές μορφές αθέμιτου ανταγωνισμού» υπογράμμισε ο κ. Χατζηθεοδοσίου, και πρόσθεσε:
«Θέλουμε να διευρυνθεί η φορολογική βάση γιατί είναι άδικο αυτοί που δεν μπορούν να φοροδιαφύγουν -μισθωτοί, συνταξιούχοι, επιχειρήσεις- να πληρώνουν τα σπασμένα για όλους τους υπόλοιπους».
Ο ίδιος δήλωσε, κατ' αρχήν, υπέρ των παρεμβάσεων για την αντιμετώπιση της φοροδιαφυγής, διατυπώνοντας ωστόσο ενστάσεις ως προς τα εξής σημεία: «Δεν είναι λογικό το 71% των ελεύθερων επαγγελματιών να δηλώνει εισόδημα κάτω από 10.000 ευρώ», σημειώνοντας πως «μαζί με τα ξερά καίγονται και τα χλωρά, γιατί υπάρχουν επαγγελματίες που βγάζουν κάτω από 10.000 ευρώ».
Όπως εξήγησε, περίπου το 50% των επιχειρήσεων στη χώρα είναι ελεύθεροι επαγγελματίες-αυτοαπασχολούμενοι, απότοκο κυρίως της περιόδου των μνημονίων, στη διάρκεια της οποίας η αυτοαπασχόληση αποτέλεσε μία λύση ανάγκης και επιβίωσης για πολλούς συμπολίτες μας που έμειναν άνεργοι.
Δήλωσε σύμφωνος με τη χρήση «πλαστικού» χρήματος, τονίζοντας ωστόσο την ανάγκη μείωσης των πολύ υψηλών χρεώσεων των τραπεζών για συναλλαγές με POS αλλά και των υψηλών προμηθειών για ηλεκτρονικές συναλλαγές, σε αντίθεση με ό,τι ισχύει στην υπόλοιπη Ευρώπη.
Επιπλέον, ο κ. Χατζηθεοδοσίου συμφώνησε με τη δυνατότητα καταγγελιών για φοροδιαφυγή, αλλά υπογράμμισε την αντίθεσή του στην επιβράβευση όσων προβαίνουν σε καταγγελίες, κάνοντας λόγο για κίνδυνο να δημιουργηθούν «κυνηγοί κεφαλών».
ΒΕΑ: Ναι στην πάταξη της φοροδιαφυγής, όχι στη στοχοποίηση των μικρών και των αυτοαπασχολούμενων
Σε ανακοίνωσή του, το Βιοτεχνικό Επιμελητήριο της Αθήνας υπογραμμίζει ότι τάσσεται υπέρ της πάταξης της φοροδιαφυγής «πρωτίστως, γιατί τα μεγαλύτερα θύματά της είναι οι υγιείς μικρές επιχειρήσεις και οι αυτοαπασχολούμενοι».
Το επιμελητήριο προσθέτει ότι δεν είναι όλες οι μικρές επιχειρήσεις φοροκλέφτες -όπως δεν είναι και όλες οι μεγάλες- και κάθε τέτοιος γενικός χαρακτηρισμός, του τύπου «καλός εργαζόμενος-κακός επαγγελματίας και επιχειρηματίας», ενέχει τον κίνδυνο κοινωνικής αδικίας, στοχοποίησης και αντιπαλότητας.
To BEA υπενθυμίζει ότι έχει τοποθετηθεί, επί σειρά ετών, ότι όσο δεν ελέγχονται οι παράνομοι «επαγγελματίες» τόσο προκαλείται αθέμιτος ανταγωνισμός. Ζητά, τη νομότυπη και σε οργανωμένο πλαίσιο άσκηση της επιχειρηματικότητας, με αδειοδοτημένους και πιστοποιημένους επαγγελματίες. Προς την κατεύθυνση αυτή, όπως επισημαίνει, έχει προβεί σε δράσεις και παρεμβάσεις προς την Πολιτεία.
Από την άλλη πλευρά, σημειώνει, πρέπει και η κυβέρνηση -στην προσπάθειά της να «προχωρήσει με πνεύμα δικαιοσύνης και κοινής λογικής στην εφαρμογή ενός νέου, δίκαιου συστήματος φορολόγησης των ελεύθερων επαγγελματιών στο πνεύμα αντίστοιχων ρυθμίσεων που ισχύουν σε προηγμένες χώρες της ΕΕ»-, να ελέγξει με σοβαρά μέτρα και δικλίδες ασφαλείας τη φοροδιαφυγή εκατομμυρίων από μεγάλες επιχειρήσεις, ενδοομιλικές συναλλαγές και γενικά την ασυδοσία των ανεξέλεγκτων αγορών.
Επιπλέον, υπογραμμίζει πως, ανατρέχοντας στην ίδια την ΕΕ, υπάρχει αναφορά στην Έκθεση σχετικά με το οικονομικό έγκλημα, τη φοροδιαφυγή και τη φοροαποφυγή (Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 26ης Μαρτίου 2019 / (2018/2121(INI)) - P8_TA-PROV(2019)0240), που τονίζει ότι «οι πρόσφατες εξελίξεις στη φορολογία και την είσπραξη φόρων, οι οποίες έχουν μετατοπίσει τη φορολογική επίπτωση από τον πλούτο στο εισόδημα, από το εισόδημα κεφαλαίου στο εισόδημα από εργασία και κατανάλωση, από τις πολυεθνικές επιχειρήσεις στις μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις (ΜΜΕ) και από τον χρηματοπιστωτικό τομέα στην πραγματική οικονομία, είχαν δυσανάλογο αντίκτυπο στις γυναίκες και τα άτομα χαμηλού εισοδήματος, τα οποία συνήθως βασίζονται περισσότερο στο εισόδημα από την εργασία και δαπανούν μεγαλύτερο ποσοστό του εισοδήματός τους στην κατανάλωση», καθώς και ότι «υπάρχουν υψηλότερα ποσοστά φοροδιαφυγής μεταξύ των πλουσιότερων», καλεί δε την Επιτροπή να «εξετάσει τον αντίκτυπο στην κοινωνική ανάπτυξη».
Ο πρόεδρος του ΒΕΑ, Παύλος Ραβάνης, δήλωσε:
«Χρειάζεται να προστατευτεί η κοινωνική ισορροπία, να υπάρχουν πραγματικά ίσες ευκαιρίες στην άσκηση της επιχειρηματικότητας. Ζητάμε να υπάρχει σεβασμός στον ελεύθερο επαγγελματία και την οικογενειακή επιχείρηση, που αποτελεί την πλειοψηφία στη χώρα. Να απαιτήσουμε όλοι, να επιβαρύνονται με αυτό που τους αναλογεί οι πραγματικά ''έχοντες'' και όσοι αισχροκερδούν. Να προστατευτεί τελικά και ο μικρομεσαίος επαγγελματίας και επιχειρηματίας, που πλήττεται επί σειρά ετών κρίσης, σε βαθμό επιβίωσης, από την ανεξέλεγκτη ακρίβεια και από αθέμιτες τακτικές μεγάλων επιχειρηματικών συμφερόντων».